Τζέιμς Τζόις
Οι Νεκροί
Μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Μεταίχμιο

Εκεί, στην άκρη της Τεργέστης, σε αυτό το κατώφλι της ευρωπαϊκής ταυτότητας που θέτει εν αμφιβόλω όλα τα βέβαια αισθήματα τα οποία φαίνεται να διώχνει μακριά ο δαιμονισμένος άνεμος που φυσάει από τη θάλασσα, έβρισκε ο πάντοτε περιπλανώμενος Τζέιμς Τζόις το ιδανικό λιμάνι του. Ήταν το μέρος όπου φαντασιώθηκε τη διαφορετική Ιρλανδία, αυτήν που έθρεψε τη σκέψη του, άλλα πάντα έτρεχε μακριά της. Στο τελευταίο διήγημα του βιβλίου, που είθισται να κυκλοφορεί αυτόνομα με τον τίτλο Οι Νεκροί, αφού διαβάζεται ως αποκορύφωμα ενός εν εξελίξει έργου, αντικατοπτρίζεται απόλυτα η ψυχική διάθεση του συγγραφέα. Πάντοτε σε εκρηκτική αμφισβήτηση, σε εσωτερική αναστάτωση που εκφραζόταν με τον πειραματισμό του πάνω στη γλώσσα, βιώνει για μία ακόμα φορά, όπως ο Οδυσσέας, την απονεκρωμένη εκδοχή της παλιάς πατρίδας, μια παράδοξα παραληρηματική Νέκυια που στη θέση των νεκρών έχει τις νεκρές παραδόσεις και ιδέες. Στην κορύφωση, μάλιστα, της ιστορίας, κατά τη διάρκεια μιας γιορτής, το alter ego του, ο Γκέιμπριελ, θα υιοθετήσει τον ρόλο του αντι-ήρωα όταν θα αναγκαστεί να συνευρεθεί, ως καλεσμένος, μαζί με τη γυναίκα του Γκρέτα, με άλλους «νεκρούς» ως προς τη συνείδηση στον χορό που οργανώνουν δυο ηλικιωμένες, η Κέιτ και η Τζούλια. Ανάμεσα στις ατέρμονες συζητήσεις, που θυμίζουν κάλλιστα το ποίημα του T.S. Eliot με τις γυναίκες που έρχονται και πάνε μιλώντας για τον Μικελάντζελο, ενώ η κίτρινη ομίχλη των παλιών ιδεών τρίβει τα τζάμια των παραθύρων, ο Γκέιμπριελ αναστοχάζεται και φλέγεται από έρωτα, ξεπερνώντας διάφορα επείγοντα ζητήματα, που ωστόσο παραμένουν αποσιωπημένα. Είναι έντονη η αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων οι οποίες συνόδευαν όχι μόνο την πατρίδα του αλλά και τέτοιου είδους δημόσιες εκδηλώσεις, συνιστώντας έναν μη-τόπο. Αυτός, όμως, είναι που στοίχειωνε τα όνειρα και τους εφιάλτες του, ακόμα και όταν βρισκόταν μακριά, π.χ. στην Τεργέστη, όπου κατάφερε να ολοκληρώσει τους Δουβλινέζους το 1914 ύστερα από δέκα χρόνια εσωτερικών συγκρούσεων και παραλύσεων, σαν αυτές που κατατρύχουν διαρκώς τους ήρωές του. Οι Νεκροί είχαν μεταφραστεί ξανά από τον Άρη Μπερλή (εκδόσεις Ύψιλον, εξαντλημένο) και τον Κωνσταντίνο Γκίκα (εκδόσεις Νίκας) και τώρα κυκλοφορούν σε νέα, ζωντανή μετάφραση από τον Αχιλλέα Κυριακίδη με πολύ όμορφο εξώφυλλο, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Φραντς Κάφκα
Η μεταμόρφωση
Μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, Δώμα

Οι διαρκείς μεταμορφώσεις των χαρακτήρων του Κάφκα σε έντομα και ζώα ταυτίζονται με την αχαλίνωτη δύναμη της λογοτεχνίας να εντοπίζει αυτό που ήταν πάντοτε εκεί. Νιώθοντας τη φανερή δύναμη αυτής της εκφραστικής διατύπωσης μέσω των άπειρων δυνατοτήτων που δίνει το ζωικό βασίλειο, και έχοντας ενσωματώσει αυτήν τη δύναμη στα όποια συμβολικά μέσα, η γραφή του Κάφκα μπορεί να τρέφει αμφιβολία για τις ανθρώπινες βεβαιότητες, ειδικά τις θεσμικά και κοινωνικά κατοχυρωμένες, αλλά είναι σίγουρη για τους άπειρους τρόπους που έχει για να την εκφράσει. Έτσι κι εδώ η αλληγορική δύναμη της Μεταμόρφωσης την κάνει να μοιάζει με παραβολή, αλλά το ρεαλιστικό της σθένος τής χαρίζει τέτοια τρομακτική αληθοφάνεια που διαπερνά τους αιώνες. Εξού και ότι όσες φορές κι αν διαβάσεις αυτή την κλασική ιστορία για τον έμπορο υφασμάτων –ταυτόχρονα θύμα και θύτη– που θα προσπαθήσει να ανακτήσει τη χαμένη του ταυτότητα και να δει πού βρίσκεται σε αυτό το άχρονο σύμπαν νομίζεις ότι περιγράφει το ήδη υπάρχον. Είναι καίριες, ως εκ τούτου, οι λεκτικές αμφισημίες και σωστή η επιλογή της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου, η οποία μεταφράζει εκ νέου το έργο, να μιλήσει για έντομο, όχι για σκαθάρι, ούτε για κατσαρίδα, στην περίφημη αρχή του κειμένου. «Σας παρακαλώ», έγραφε τότε στον εκδότη του ο Κάφκα, «σε καμία περίπτωση μην το παραστήσετε με συγκεκριμένο τρόπο στο εξώφυλλο!». Το σώμα φτάνει να διαλυθεί, αποκτά άλλη διάσταση, αφού ένα έντομο μπορεί να σκαρφαλώνει στο ταβάνι, να παρακολουθεί πιο εύκολα τους πάντες και βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Αυτή είναι που υπερτόνισαν οι εκδόσεις Δώμα, επιλέγοντας να εντάξουν το συγκεκριμένο έργο στη σειρά «Παράδοξα» που επιμελείται ο Δημοσθένης Παπαμάρκος, με τα χαρακτηριστικά μίνιμαλ μονόχρωμα εξώφυλλα. Γιατί πόσα έργα θα μπορέσει, άραγε, να βρει κανείς που ξεπερνούν την κατηγορία της επιστημονικής φαντασίας και του φανταστικού, εκτός από τη Μεταμόρφωση του Κάφκα – και τι πιο γκροτέσκο, όπως το ήθελε ο Μίλαν Κούντερα, από αυτό;
Στέφαν Τσβάιχ
Το αστέρι πάνω από το δάσος
Μτφρ. Απόστολος Στραγαλινός, Κριτική

Είναι ωραία η επιλογή των εκδόσεων Κριτική να κυκλοφορούν έργα κλασικών Κεντροευρωπαίων συγγραφέων που δεν βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή αλλά παραμένουν αν όχι αριστουργηματικά τουλάχιστον αντιπροσωπευτικά των επιλογών και της γραφής τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι το Αστέρι πάνω από το δάσος, όπου διαφαίνεται η μαεστρία της περιγραφικής δεινότητας του Τσβάιχ, η δύναμη των αλληγοριών και ο μοναδικός τρόπος που έχει να εμπλέκει τη φύση με τα συναισθήματα, την εβραϊκή παράδοση, στην οποία παρέμενε προσηλωμένος, με τη λογοτεχνία. Τα κείμενα της συλλογής μεταφράζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά, ανατέμνοντας το πρώτο υλικό που είχε στη διάθεση του ο Τσβάιχ και αναπολώντας τη χαμένη ενότητα φύσης και καταγωγής και τη ρομαντική δύναμη του έρωτα. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί από ένα τέτοιο τοπίο να απουσιάζουν οι ονειρικές φαντασιώσεις ή η βία, όπως τη βιώνουν, π.χ. τα μέλη μιας εβραϊκής κοινότητας όταν δέχονται επίθεση κατά τον εορτασμό της Χανουκά από χριστιανούς φονταμενταλιστές και αναγκάζονται να ζητήσουν καταφύγιο στη φύση, στην πρώτη ιστορία του βιβλίου με τον τίτλο «Στο Χιόνι». Αυτές οι ετερότροπες και αντιφατικές δυνάμεις διαπερνούν και τη δεύτερη ιστορία, το «Αστέρι πάνω από το δάσος», όπου ο έρωτας δείχνει ικανός να σε ανυψώσει πάνω από τα αστέρια. Ταυτόχρονα, όμως, μπορεί, όταν μείνει ανικανοποίητος, όπως ο έρωτας του σερβιτόρου Φρανσουά για την Πολωνέζα κόμησσα Οστρόφσκα, να ρίξει τον ερωτοχτυπημένο στις ράγες ενός τρένου. Αλλά η ζωή, όπως και η τέχνη, αναζητά πάντοτε το θαύμα, όπως στο «Θαύμα της ζωής», την εξαιρετική τρίτη ιστορία που ο συγγραφέας τοποθετεί στον Μεσαίωνα, στην πάντα εβραϊκή Αμβέρσα. Εν προκειμένω, η ιστορία θέλει έναν ευσεβή άνδρα να δωρίζει στην εκκλησία μια εικόνα ως τάμα για την ίαση της μητέρας του – για τον Τσβάιχ το θαύμα αποκαλύπτεται στη μεταφυσική σύμπτωση και στην αλήθεια της τέχνης. Αυτές περιγράφονται στην περίπτωση του ηλικιωμένου ζωγράφου, της νεαρής Εβραίας και του δανεικού βρέφους που θα αντικρίσουν θεϊκά σημάδια, σαν αυτά που μάταια αναζητούσε όλη του τη ζωή ο ίδιος ο συγγραφέας, για να αποφασίσει τελικά να δώσει ο ίδιος πρόωρα τέλος, αφήνοντας πίσω του αναπάντητα ερωτήματα, όπως αυτό που αναφέρει στο βιβλίο: «Ποιον θα μπορούσε να ρωτήσει εάν τα φτερά του Θεού φτερούγιζαν μέχρι αυτόν τον κόσμο; Υπήρχαν ακόμα και σήμερα θεϊκά σημάδια στον κόσμο ή ήταν μόνο τα συνηθισμένα θαύματα της ζωής;».
Λεονίντ Αντρέγεφ
Σιωπή
Μτφρ. Ελένη Μπακοπούλου, Άγρα

Πολυσχιδής προσωπικότητα που δεν χωρούσε σε στεγανά, καταξιωμένος λογοτέχνης, πρωτοποριακός φωτογράφος στις αρχές του 20ού αιώνα, δημοσιογράφος, εξπρεσιονιστής και ρεαλιστής μαζί, είναι ίσως ο πιο ποιητικός συγγραφέας της ρωσικής λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στη ρωσική επαρχία και μετακόμισε στη Μόσχα για σπουδές στη Νομική, αλλά προτίμησε να γίνει δημοσιογράφος. Ο ίδιος έλεγε ότι με τα δημοσιογραφικά του κείμενα δεν έκανε τίποτε άλλο από το να μιμείται το στυλ του Ντίκενς και ότι τα καλά του έργα τα φύλαγε για αργότερα. Καμία εξουσία, ωστόσο, δεν έμεινε ικανοποιημένη από τα σκόπιμα προκλητικά βιβλία του: το τσαρικό καθεστώς τον εξόρισε εξαιτίας του σπουδαίου έργου του Οι επτά κρεμασμένοι, ενώ οι Σοβιετικοί, παρότι είχε στηρίξει ενεργά την επανάσταση, τον ανάγκασαν σε μόνιμη εξορία. Περιπλανήθηκε σε διάφορες πόλεις, κατανάλωσε άπειρες ποσότητες βότκας, ενώ ο θάνατος της πρώτης του γυναίκας από επιλόχειο πυρετό τον έριξε σε κατάθλιψη. Είχε γράψει τη βιογραφία του Ιούδα του Ισκαριώτη, το Ημερολόγιο του Σατανά, είχε καταγράψει τις πιο σκοτεινές όψεις της σεξουαλικότητας και, φυσικά, είχε ξεμπροστιάσει τους ομότεχνούς του και είχε αναδείξει με κάθε τρόπο τι σημαίνει να είσαι φύσει και θέσει επαναστάτης. Στην Ελλάδα έγινε γνωστός μέσα από ωραίες μεταφράσεις – τον είχε αγαπήσει και μεταφράσει η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ειδικά τις δυο αριστουργηματικές νουβέλες του Εκείνος και το Κόκκινο γέλιο. Η Σιωπή είναι ενδεικτική της εκρηκτικής γραφής του. Πρωταγωνιστεί ο πατήρ Ιγνάτιος ο οποίος συνομιλεί με ένα κλουβί στη σιωπή ενός δωματίου που έχει πολύ περισσότερα να πει και να δηλώσει από τους ανθρώπους. Το εξαιρετικό αυτό διήγημα αφορμάται από την πραγματική ιστορία της αυτοκτονίας της κόρης ενός ιερέα στη πόλη Οριόλ και ήταν αυτό που τράβηξε την προσοχή του Μαξίμ Γκόργκι και επαίνεσε ο Λέων Τολστόι.
J.M. Coetzee
Βίος και Πολιτεία του Μάικλ Κ
Μτφρ. Χριστίνα Σωτηροπούλου, Διόπτρα

Από τα έργα στα οποία επανέρχεσαι όταν καταλαβαίνεις πόσο λίγος, ελάχιστος είναι ο όρος «ενσωμάτωση» σε ακραία σκληρές καταστάσεις για τους ανθρώπους που βρίσκονται στο περιθώριο, είτε λόγω συνθηκών είτε από κακή τύχη. Σε εποχές που η ισχύς αποτελεί το πιο ανήκουστο modus operandi στις σύγχρονες κοινωνίες, ήρωες όπως ο Μάικλ Κ έρχονται στο προσκήνιο για να θυμίσουν πόσο σκληρή μπορεί να γίνει η πραγματικότητα για έναν άνθρωπο που χάνει την κοινωνική και προσωπική του αξιοπρέπεια. Ο λόγος για μια μορφή που προσιδιάζει σε αυτήν του Κ του Κάφκα, καθώς τα αρχικά του παραπέμπουν στην αναίτια εξόντωση ενός ανθρώπου που αντικειμενικοποιείται. Η υπόθεση, εν προκειμένω, εκτυλίσσεται στη μαστιζόμενη από τον Εμφύλιο Νότια Αφρική, που ο νομπελίστας Κουτσί βίωσε από πρώτο χέρι. Μεγαλωμένος στο Κέιπ Τάουν, έζησε ακρότητες τις οποίες ενσωμάτωσε στις ιστορίες του, εκτός φυσικά από το βραβευμένο αυτοβιογραφικό Σκηνές απ’ τη ζωή ενός παιδιού. Αποτυπώνοντας με οδυνηρή ενάργεια όλο τον τρόμο της εποχής, αφήνει τον ήρωά του Μάικλ να περιπλανιέται στους δρόμους με ένα αυτοσχέδιο καρότσι, βιώνοντας έναν φαύλο κύκλο βίας και παρακμής. Οι περιπέτειές του ξεκινούν όταν προσπαθεί να φυγαδεύσει τη μητέρα του στην ύπαιθρο, μακριά από τις εχθροπραξίες, και τον σταματά για έλεγχο στον δρόμο ο στρατός. Συλλαμβάνεται ως υποτιθέμενος συνεργός των ανταρτών και οδηγείται στη φυλακή. Για να αντισταθεί χρησιμοποιεί το ύστατο και μοναδικό όπλο της απεργίας πείνας, που θα τον μετατρέψει αυτόματα σε εχθρό του καθεστώτος αλλά και σε ήρωα. Το αν και κατά πόσο είναι ήρωας ή ένας ατυχής παρίας είναι από τα κεντρικά ερωτήματα που θέτει το κλασικό πλέον ανάγνωσμα το οποίο χάρισε στον συγγραφέα το βραβείο Μπούκερ.