J-Horror Decathlon
Freeze me τουTakashi Ishii, 2000, Ιαπωνία, 101’
«Που ήσουν όλον αυτό τον καιρό ψηλέ?». Καλή ερώτηση. Κάτι ότι ξεκίνησε η εξεταστική και, όντας τελειόφοιτος έπρεπε να τα δώσω όλα, κάτι ότι έδωσα μια υπόσχεση στον εαυτό μου να ξαναπαίξω τα αγαπημένα μου βιντεοπαιχνίδια, κάτι η έναρξη της προεργασίας της πτυχιακής… τέλος πάντων, ναι, έχω πάνω από δίμηνο να γράψω. Μαστιγώστε με (όχι εσείς που ούτως ή άλλως δεν αρέσκεστε στις προτάσεις μου, αυτό θα ήταν ανούσιο, και ως άλλος Klaus Kinski “I NEED LOVE!”).
Στα παραπάνω οφείλεται και η απόφασή μου να κάνω άλλο ένα αφιέρωμα, για να μπω σε τακτικότερο πρόγραμμα γραφής πάλι και να εξερευνήσω μια από τις αγαπημένες μου κινηματογραφικές κατηγορίες, αυτή του γιαπωνέζικου θρίλερ.
Παραδεχτείτε το, όλοι εσείς έχετε δει έστω και ένα «κινέζικο» (Θεέ μου, ημιμάθεια το 2012) θρίλερ, αν όχι από τα πιο υπόγεια στρώματα, σίγουρα ένα Ring και ένα Ju-on είναι μέρος των ταινιών που είδατε κάποτε, έστω και στα αμερικάνικα remakes τους. Τα ανθρωπόμορφα φαντάσματα ή η άφθονη βία που ενίοτε καταλήγει σε μερικές από τις πιο «ρευστές» αιματοχυσίες, η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, ο πλήρης συνδυασμός εικόνας και ήχου, μερικές από τις συνισταμένες που χαρακτηρίζουν πλήρως το εν λόγω ιδίωμα, κατακτώντας τις καρδιές των τρομολάγνων σε όλη την ξηρά του πλανήτη.
Γι’ αυτό, λοιπόν, δεν υπήρχε περίπτωση σε κάποια στιγμή της ζωής μου να μην ξεκινήσω κάποιο αφιέρωμα στο εν λόγω υποείδος. Με συνοδεύει από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου μέχρι σήμερα χωρίς να αποχωριζόμαστε ο ένας τον άλλον σχεδόν ποτέ. Και κάπου εκεί στην εφηβεία μου ήταν που είδα το εν λόγω DVD στο Videoclub και τα σχιστά μάτια της πρωταγωνίστριας μαζί με το λογότυπο της New Star διέκοψαν την αναζήτηση μου και με οδήγησαν στο ταμείο.
Επί της οθόνης: μια νεαρή επαρχιώτισσα ζει μια χαριτωμένη ζωή στο αστικό κέντρο, με μια σταθερή δουλειά και έναν τρυφερό αρραβωνιαστικό. Η εύθυμη ρουτίνα της θα ανατραπεί σύντομα, όταν τα φαντάσματα του παρελθόντος της θα πάρουν σάρκα και οστά και θα την επισκεφθούν για να θυμηθούν τα παλιά και να πιούν εις μνήμην τους. Για την ακρίβεια, όμως, δεν πρόκειται για φαντάσματα. Ούτε και για εορταστικό συμπόσιο. Ο ένας από τους τρεις βιαστές της (ο λόγος δηλαδή που έφυγε από την γενέτειρά της) την επισκέπτεται θέλοντας δεύτερη γύρα εκείνης της συναρπαστικής εμπειρίας, ενώ σύντομα θα καταφθάσουν και οι άλλοι δύο για την αναμνηστική φωτογραφία. Άκυρο, όχι φωτογραφία, όργιο. Η διαμονή του συνοδεύεται με ένα σωρό απειλές που σκοπεύουν να ταράξουν την καθημερινότητά της σε περίπτωση που η νεαρή δε συμμορφωθεί με το σχέδιο. Και έτσι αναγκάζεται να κάνει δύο πράγματα. 1) να επιβιώσει μέσα στο όλο κλίμα και 2) να ξεφορτωθεί την έρπουσα απειλή.
Ο τρόμος στην εν λόγω ταινία δεν συμβαδίζει με το υπερφυσικό, αλλά με το επίγειο, την άρρωστη φύση του ανθρώπου, που προσπαθεί να πατήσει το λαιμό των αδυνάτων και να τον εκμεταλλευτεί στο έπακρον, έστω και αν αυτό σημάνει έναν δια βίου ψυχικό τραυματισμό. Όταν όμως η τίσις θα επέλθει με την αντίδραση των ειλώτων, αυτή δε θα έχει σε καμία περίπτωση αντιστοιχία με τους επικούς/ηρωικούς ξεσηκωμούς του Eisenstein. Θα κοιτάξει με μια πιο διεστραμμένη ματιά προς τον ιταλικό νεορεαλισμό (χωρίς αυτό να εξισώνει την ταινία σε ποιότητα με κάποιον από τους εκπροσώπους του ιδιώματος), εκεί όπου δεν υπάρχει καλός ή κακός. Οι πάντες είναι αδικημένοι και η μόνη δυαδικότητα υφίσταται στο κακό που προξενεί ο ένας στον άλλον. Βιαστές οι μεν, στυγερή δολοφόνος η δε. Καμία λύτρωση, καμία διέξοδος. Το κακό μόνο κακό προξενεί και αυτό το στηλιτεύει ο Ishii.
Τώρα, αν αυτή η ερμηνεία είναι δική μου ή ήταν εξαρχής σκοπός του σκηνοθέτη, δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω. Όσοι πάντως θέλετε μια πιο «γήινη» περιγραφή της ταινίας, σε αυτή θα δείτε έντονες φωτοσκιάσεις, γρήγορες και αργές κινήσεις της κάμερας ανάλογα με το περιεχόμενο της σκηνής, κυκλικότητα ανάλογη με αυτή του “I Spit On Your Grave” χωρίς, ίσως, την ίδια μνημειακότητα στο περιεχόμενό της, και βια διάχυτη, τόσο σε ψυχολογική όσο και σε φυσική μορφή. Ταινία προς αποφυγήν για τους αντιφρονούντες του ιδιώματος και πικάντικο must για λάτρεις και καλοθελητές.
Γεγονός, πάντως, ότι αυτή η ταινία σοκάρει τον οποιονδήποτε με χαρακτηριστική ευκολία, μεταφέροντας άμεσα το απεικονιζόμενο κλίμα ως έχει, χωρίς υπερβολή ή ωραιοποίηση σε οτιδήποτε περιλαμβάνεται στις κοντά δύο ώρες διάρκειάς της και, κυρίως, χωρίς να κουράζει. Όσοι πιστοί, στα Videoclubs που ακολουθούν ευλαβικά τον κατάλογο της New Star.
σχόλια