ΚΙΝΗΣΗ

Αϋπνίες

Αϋπνίες Facebook Twitter
1

Αϋπνίες Facebook Twitter

 

Ένας παλιός μου συμφοιτητής μού πρότεινε να αγνοήσω το νευρολόγο και να κοιταχτώ σε κοινωνιολόγο. Εκείνος, αφού με εξέτασε, μου διέγνωσε στρες πλήρους απασχόλησης – καθότι είμαι ο μοναδικός κανονικός εργαζόμενος στο οικοδομικό τετράγωνο, γι' αυτό κι έχω φωτογραφηθεί για τρία περιοδικά. Παράλληλα έπασχα κι από μια περιστασιακή αλλεργία στην αδράνεια μεταμφιεσμένη σε ηθικολογία. Σαν θεραπεία μού έγραψε μερικά βιβλία, κυρίως Μπουρντιέ, κι ένα παζλ με κάτι ελβετικά λιβάδια.

 

Πιο αποτελεσματική πάντως στάθηκε η συμβουλή ενός άλλου φίλου, φούρναρη στο επάγγελμα, που μου σύστησε τη «Φαινομενολογία του πνεύματος» του Χέγκελ. Ο ίδιος τρία χρόνια την διάβαζε και ήταν ακόμα στην 6η σελίδα. Το βιβλίο το βρήκα στη δημοτική βιβλιοθήκη στην προθήκη «Εναλλακτικές θεραπείες». Του έριξα μια ματιά και με ξύπνησαν δύο ώρες μετά στο αναγνωστήριο. Πήρα έπειτα το λεωφορείο για το σπίτι και με ξύπνησε ο οδηγός κάπου στη λήξη της βάρδιας. Πάντα μου το έλεγε η μάνα μου ότι δεν έμοιασα καθόλου στον αδερφό της, ο οποίος ήταν διακεκριμένος καθηγητής στη φιλοσοφική της Χαϊδελβέργης. Μας άφησε δυστυχώς νωρίς και φαίνεται πως κάτι θα του είχε πει η μάνα μου, γιατί μου κληροδότησε μέρος της προσωπικής του βιβλιοθήκης. Ένας ολόκληρος θησαυρός από βιβλία, ιστορικά, φιλοσοφικά, θεολογικά, λαογραφικά και ό,τι άλλο επιστημονικό μπορεί να φανταστεί κανείς. Τα άλλα μου ξαδέρφια που είχαν βυθιστεί στην άβυσσο της αμάθειας, βγάζοντας με το ζόρι ένα γυμνάσιο, κληρονόμησαν εξ αδιαιρέτου ό,τι ξέμεινε από την υπόλοιπη περιουσία του θείου: κάτι μεζονέτες στη Χαλκιδική, ένα τεσσάρι στο Παλαιό Ψυχικό και δέκα στρέμματα στην Αμφίπολη. Όπως έλεγε μάλιστα και ένας φίλος μου, «ο καθένας παίρνει ό,τι του αξίζει» - και μετά εξαφανίστηκε στη Λατινική Αμερική με κάτι περίεργες βαλίτσες.

Η αλήθεια είναι ότι ο τόπος ήταν κατά μία έννοια παράδεισος, αλλά ούτε εγώ ούτε πολλοί από τους εκπαιδευτικούς ήμασταν έτοιμοι να μας δεχτεί. Η Στέλλα πάλι επέμενε να φοράει τις γόβες της στα λιθόστρωτα σοκάκια, της έσπασε το τακούνι, οι στριγκλιές της ακούστηκαν μέχρι τη Νάξο και την παρέλαβε ελικόπτερο του ΕΚΑΒ.


Σύντομα έφτασαν οι πρώτες κούτες της κληρονομιάς που περιείχαν βιβλία θεολογικά, λειτουργικής, δογματικής, πατρολογίας και πολλά μηνολόγια με βίους αγίων. Ενδιαφέρουσες και διδακτικές οι ιστορίες τους και μάλιστα μπορείς να μάθεις ποιον άγιο να επικαλεστείς σε κάθε δύσκολη περίσταση. Κάποτε υποχρεώθηκα να κάνω τάμα στον Άγιο Φανούριο, όταν έχασα για μέρες τη Στέλλα μέσα σε ένα εμπορικό κέντρο. Μέσα στο χώρο είχε ανοίξει ένα τεράστιο μαγαζί με γυναικεία παπούτσια, από το οποίο έλειπαν παράθυρα και ρολόγια, λειτουργούσε συνεχόμενο 24ωρο, το ποντάρισμα στα νούμερα 35 έως 41 έδινε κι έπαιρνε, ενώ στην είσοδο είχαν στήσει και ένα ΑΤΜ για τις ανάγκες της πελατείας. Ευτυχώς που είχα προλάβει και συνεννοήθηκα με την τράπεζα, ώστε να περιορίσει το πιστωτικό όριο της Στέλλας στα δύο ζευγάρια ψηλοτάκουνα.


Από τότε που την γνώρισα τη Στέλλα έχει πάρει τουλάχιστον 20 πόντους. Και δε με νοιάζει που φοράει τους τεράστιους κοθόρνους και φαίνομαι σαν γιος της όσο ότι πρέπει να στηρίζεται επάνω μου για ισορροπία και δεν μπορώ ούτε στιγμή να ξεμακρύνω. Τις προάλλες που βγήκαμε βόλτα βρήκα μπροστά μου ένα πεσμένο 20ευρω και δεν μπορούσα να σκύψω για να μη την ρίξω χάμου.


Τον πρώτο καιρό που την γνώρισα βέβαια ούτε που λογάριαζα τέτοια πράγματα. Νεαροί και οι δύο, μαθητές σε επιδοτούμενα προγράμματα επιμόρφωσης – κάτι για επιχειρηματικές ευκαιρίες στη Μολδαβία με τους επιμορφωτές άφαντους – το μόνο που μας ένοιαζε ήταν να καθόμαστε ο ένας πλάι στον άλλον, πιασμένοι χέρι-χέρι και να κοιτάμε τον Όλυμπο αντίκρυ. Ακόμα κι όταν τις έφαγα από τον πρώην της μέσα στον ΟΑΕΔ ούτε που με ένοιαξε, αρκεί που μου φίλησε έπειτα τις μελανιές (η Στέλλα, όχι ο πρώην) κι έπειτα μου έφτιαξε την ωραιότερη άθλια μακαρονάδα της ζωής μου.
Το πρώτο μας καλοκαίρι προμήνυε πως θα το περνούσαμε χώρια και πως μονάχα με ένα οικονομικό θαύμα θα απέφευγα το τροχόσπιτο με τους γονείς μου. Φαίνεται όμως πως συνωμότησε για μας όλο το σύμπαν και ο κουνιάδος του αδερφού μου, που μας ενημέρωσε για κάτι περισσευούμενα κουπόνια κοινωνικού τουρισμού. Τα κουπόνια αφορούσαν ολιγοσύχναστο τουριστικό θέρετρο σε νησί και ίσχυαν για το Δεκέμβρη. Δεν έμενε παρά να κάνουμε λίγους μήνες υπομονή και όταν έφτασε η μεγάλη στιγμή, πήραμε το μεγάλο καράβι για το μεγάλο νησί του Αιγαίου. Από εκεί, εν μέσω φουρτούνας, επιβιβαστήκαμε στο γνωστό μικρό ναζιάρικο καράβι με προορισμό κάποιο κοντινό νησάκι, δε θυμάμαι πού, μπορεί και δέκα μίλια μακριά μπορεί και πεντακόσια, όλα σβούριζαν γύρω μου, η θάλασσα ξέβραζε ολόγυρα φωτιές, καταχθόνια τέρατα μας περικύκλωναν, οι επιβάτες έβγαλαν γαμψά νύχια, οι καμαρότοι κέρατα και μυτερές ουρές και η Στέλλα ένα μπούστο τεράστιο σαν της Ζήνα.


Φτάσαμε στον προορισμό μας οριζόντιοι. Μόλις πήραμε το εξιτήριο από το αγροτικό ιατρείο, ξεκινήσαμε την περιήγηση του νησιού. Την ολοκληρώσαμε σε 2 ώρες και με τρόμο διαπιστώσαμε ότι μας απέμεναν άλλες 190 μέχρι την αναχώρησή μας. Αποφασίσαμε να κάνουμε υπομονή και να χαρούμε τουλάχιστον όσο μπορούμε τον έρωτά μας, παρόλο που δε μας είχαν απομείνει και πολλές προφυλάξεις – τις περισσότερες τις πούλησα προς ένα χιλιάρικο τη μία, γιατί το νησί υπέφερε από ελλείψεις. Έπειτα η Στέλλα τρόμαζε από το θόρυβο που έκανε ο αέρας έξω από το δωμάτιο και μου έκοβε διαρκώς την έμπνευση. Για να μην πω για τον Χέγκελ που τον ξέχασα στο καράβι και δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου από την αϋπνία. Τέλος πάντων μ' αυτά και μ' αυτά η σχέση μας δοκιμάστηκε, φτάσαμε πλέον στο σημείο να μιλιόμαστε σπάνια, γιατί με τόσον αέρα δεν άκουγε ο ένας τον άλλον.


Η νυχτερινή ζωή δεν ήταν τίποτε σπουδαίο, μόνο ένας μικρός καφενές κι ένα βραδινό μπαράκι για τα άφτερ, μετά δηλαδή τις έξι το απόγευμα. Κόσμος πολύς έξω δεν κυκλοφορούσε μετά το σούρουπο. Το μόνο άτομο που συναντήσαμε ήταν μια νεαρή κοπέλα που γέμιζε ένα μπετόνι στην πηγή του χωριού. Αρχικά τρόμαξε στη θέα μας, δύο αγνώστων στο νησί, η Στέλλα όμως κατάφερε να την καθησυχάσει και να της πιάσει κουβέντα. Την έλεγαν Σούζυ, έμενε δέκα χρόνια στο νησί και ήταν η καθηγήτρια αγγλικών του γυμνασίου. Μας κάλεσε μάλιστα στο μπαράκι, όπου οι καθηγητές διοργάνωναν για εικοστή φορά φέτος πάρτι γνωριμίας με τους ντόπιους.


Αποδεχτήκαμε ευχαρίστως την πρόσκληση, φορέσαμε τα καλά μας και πήγαμε στο μαγαζί. Ντόπιος μέσα δεν υπήρχε ούτε για δείγμα, μονάχα εκπρόσωποι της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Τη μουσική διάλεγε ο γυμνασιάρχης και ήταν εξαιρετική, αν και στη διαπασών, για να ακούγεται από τον αέρα έξω. Η ωρομίσθια οικιακής οικονομίας που μας σέρβιρε ήταν ευγενέστατη, ενώ και οι υπόλοιποι εκπαιδευτικοί μάς συμπεριφέρθηκαν πολύ φιλικά. Στην αρχή βέβαια κανείς τους δε μας πλησίαζε, γιατί είχαν καιρό να δουν στο νησί ξένο άνθρωπο. Σιγά σιγά αρχίσαμε να κερδίζουμε την εμπιστοσύνη τους – στην αρχή κάνα δύο μας μύρισαν, ο πληροφορικάριος μας άγγιξε για να βεβαιωθεί ότι είμαστε πραγματικοί και η γαλλικού μας αγκάλιασε κλαίγοντας. Η βραδιά κύλισε σχετικά ευχάριστα, μας βγάλανε από το ψυγείο τρεις μπύρες – τις υπόλοιπες τις φύλαξαν για τα Χριστούγεννα – ενώ η κουβέντα κύλησε γύρω από τα συνηθισμένα θέματα, όπως ότι η Β΄ γυμνασίου έκανε ομαδική κοπάνα την 6η ώρα, ότι χάλασε η καφετιέρα του γραφείου και έβγαζε παγωτό μόκα, ότι ο Ρούσσος πάτωσε στο διαγώνισμα, ο Γαβαλάς έφαγε ωριαία αποβολή, ο Συνοδινός χούφτωσε τον πισινό της Νομικού κλπ.


Οι επόμενες μέρες στο μικρό νησί κύλησαν ήρεμα. Η αλήθεια είναι ότι ο τόπος ήταν κατά μία έννοια παράδεισος, αλλά ούτε εγώ ούτε πολλοί από τους εκπαιδευτικούς ήμασταν έτοιμοι να μας δεχτεί. Η Στέλλα πάλι επέμενε να φοράει τις γόβες της στα λιθόστρωτα σοκάκια, της έσπασε το τακούνι, οι στριγκλιές της ακούστηκαν μέχρι τη Νάξο και την παρέλαβε ελικόπτερο του ΕΚΑΒ.


Από τη μεριά μου προσπάθησα όσο μπορούσα να προσαρμοστώ στη ζωή του νησιού στις έξι εβδομάδες που παρέμεινα λόγω παρατεταμένης φουρτούνας. Με το δωμάτιο δεν υπήρχε πρόβλημα, γιατί ο ιδιοκτήτης είχε να φανεί από τον Ιούλιο. Ακόμα και το πρόβλημα με την αϋπνία το ξεπέρασα. Μετρούσα κάθε μέρα από το παράθυρο γίδες και τις νύχτες τις αναμόχλευα στο νου μου κάνοντας επανακαταμέτρηση και στατιστικά. Για να βγάλω κάποιο χαρτζιλίκι, ξεκίνησα να διδάσκω τα βράδια επιχειρηματικότητα στους εκπαιδευτικούς και σε κάποιους ντόπιους. Σκεφτήκαμε μάλιστα να εισάγουμε το τυροκομείο στο χρηματιστήριο, αλλά την τελευταία στιγμή το ακυρώσαμε, διότι πολλά funds ρευστοποίησαν τις μετοχές τους στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κόνγκ και επήλθε μια κάποια κρίση στην νοτιοανατολική Ασία επηρεάζοντας την παγκόσμια οικονομία και προφανώς τους οίκους αξιολόγησης, ο οποίοι, αφού επανεκτίμησαν την πιστοληπτική ικανότητα της ευρύτερης περιοχής, υποβάθμισαν τις προβατίνες μας στην κατηγορία BeBeBe–.

1

ΚΙΝΗΣΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια