Ιφιγένεια Τέκου: Απόντες στα Όνειρα
Τα διηγήματα της Ιφιγένειας Τέκου τραγουδούν την απώλεια στη διαπασών.
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου γράφει για τον Μυστικό Δείπνο του Λεονάρδου πως εκείνοι οι μαθητές δεν αποτελούν παρά δώδεκα συνειδήσεις που καίγονται, που επικοινωνούν το δράμα τους, με τη στάση του κορμιού τους, τους μυώνες, τις συσπάσεις των προσώπων και όσα για πάντα σώθηκαν.
Είναι το πένθος, το μυστικό, το ανομολόγητο, το μεγάλο φορτίο της μέρας και της νύχτας μας που μας καθιστά κάτι κοντά σ΄αυτά τα πρότυπα. Μάρτυρες σιωπηροί μιας τραγικής ιστορίας που γεννιέται παντού, που υπάρχει έξω και πέρα απ΄τα σύμβολά της. Είναι το πένθος που τρέφει τους ποιητές και μια μικρή, ατίθαση φαντασία που δεν καταστράφηκε για χάρη όλων μας.
Κάπως έτσι προσδιορίζονται τα πρόσωπα στα δώδεκα διηγήματα της Ιφιγένειας Τέκου που συνθέτουν το περιεχόμενο των Απόντων στα Όνειρα, όπως τιτλοφορείται το βιβλίο των εκδόσεων Βακχικόν. Σκηνογραφίες της πόλης, με το θετικό πρόσημο της αναγωγής στα πιο οικεία περιβάλλοντα, προσωπικές μυθολογίες που διασταυρώνονται μες στις ατέλειωτες περιπέτειες. Κατεστραμένα εκμαγεία, σπασμένες καρδιές, κορίτσια κάτω από βιενέζικα φώτα, ψυχές αδέσποτες όπως η Ηρώ, μυστικοί φιλόσοφοι των δρόμων που ΄χουν σήματα για να τους γνωρίζουν οι ποιητές και οι δαιμονισμένοι.
Αυτοί είναι οι φίλοι της Ιφιγένειας που τραγουδά για την θυσία, όπως πρέπει στο παράξενο που υφαίνει τη μοίρα και χαρίζει τα ονόματα. Σκηνές που στήθηκαν μ΄ευλάβεια πάνω σ΄ανθρώπινα συντρίμια, σκηνές από μια νεοελληνική εποποιία που χτίστηκε πάνω σε κλίμακες λαϊκές, ιστορίες αδιάφορες και πνιγμένα άστρα.
Και εκεί μες στον φόβο και τον οίκτο που έτσι απλόχερα γεννιούνται στις σελίδες των Απόντων, σαν ένα ανάλογο της παραδοξότητας μιας τραγωδίας, οι ιστορίες της Ιφιγένειας γοητεύουν. Κάπου δίπλα σου, κάποιος δοκιμάζεται, ένα ετοιμόρροπο πλοίο κάπου δίπλα σου, μες στα δάση απ΄τους εξώστες, στην καρδιά του ανθρώπινου κοπαδιού που κατακτά τους καιρούς, υπάρχει ξανά η Ηρώ και απ΄την αρχή τ΄αδιάκοπο, τρυφερό της βλέμμα.
Στις σπάνιες αναγωγές της ένας στίχος του Ντίνου Χριστιανόπουλου, μια εκφορά ενός απ΄τα χιλιάδες πρόσωπα του Πεσσόα εξομολογούνται τα λατομεία που η Ιφιγένεια Τέκου γύρεψε τα υλικά της. Και τούτο δεν εξαργυρώνεται με στείρες μιμήσεις, μα με την υπόνοια ενός ποιήματος που γνέφει μ΄αύρα παιδική πίσω απ΄τις λέξεις.
Δεν είναι μορφές ανθρώπινες τα πρόσωπα των Απόντων. Είναι διάτοντες αστέρες της ζωής, τ΄άστρα που συντρίβονται για να κάνουμε εμείς μια ευχές, για να ψιθυρίσουμε εμείς τις προσευχές, εμείς να νιώσουμε το πώς και το γιατί ενός τραγουδιού.
Η σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή έχει να παρουσιάσει ένα πλήθος, εξαιρετικών συλλογών διηγημάτων. Μια νέα γραφή, αντίστοιχη της έξαλλης, σταθερής μας τροχιάς γεννιέται μες στους κόλπους των νέων δημιουργών.
Ο τρόπος που διαβάζουν την εποχή τους, η επάρκεια με την οποία οι νέοι κώδικες διαμορφώνουν και μεταφέρουν το κλίμα και το ήθος, η ακρίβεια της αίσθησης για την Ελλάδα του καινούριου, αυτοκαταστροφικού μας αιώνα αναδεικνύουν το είδος στην πρωτοπορία της συγγραφικής δραστηριότητας. Ωστόσο υπάρχουν ιστορίες που δίχως να προφασίζονται το βάθος κατέχουν το αισθητήριο για να περιγράψουν τις ψυχικές ιδιαιτερότητες που μας οδηγούν.
Τέτοια είναι και τα διηγήματα της Ιφιγένειας Τέκου που τραγουδούν την απώλεια στη διαπασών, που ζωγραφίζουν τη συντριβή, αφήνοντας ανάμεσα στις γραμμές το μυστικό της λύτρωσης.
Μες στα φώτα της εποχής, κάτω απ΄τις μαρκίζες των καταστημάτων, την ώρα που γεννιέται ο μικρός, καλός θεός μας, είναι κάτι κορίτσια με τατουάζ από μωρά, παπαρούνες και μια εκκλησιά, κάτι κορίτσια γωνία Ζαχαρίτσα και Μάρκου Μπότσαρη που ακολουθούν το πέταγμα των πουλιών.
Κάτι κορίτσια από καμμένα στρας, που γυρεύουν φωτιά στους υπόγειους και άντρες που κρατούν σαν δεκανίκι μια ολόγιωμη λύπη. Είναι το σώμα που πενθεί, είναι η αίσθηση που θυμάται και γερνά. Είναι μια ανυπόμονη στιγμή που μια Ισμήνη προσπερνά τους φθονερούς φρουρούς που φυλάνε τα σύνορα του αληθινού, καβαλά μια λευκή φτερούγα , που ακέφαλη αιωρείται στον ταξιδιώτη άβεμο και ορμά ενθουσιασμένη σε νέες περιπέτειες.
Είναι πολλά τα μικρά θέατρα που στήνει η Ιφιγένεια Τέκου στα μαρτυρικά της διηγήματα. Και είναι αμέτρητα τα ταπεινά εικονοστάσια που προσμένουν ένα νεύμα εκεί σε μια νησίδα κάτω από φώτα και απαγορεύσεις. Γι΄αυτά τα σπάνια είδη γράφει η Ιφιγένεια Τέκου στους Απόντες στα Όνειρα. Για πράγματα με δική τους θέληση, που ψηλαφίζουν επίμονα το πρόσωπό σου.