Η συνέντευξη για την οποία γράφω παρακάτω, δύσκολα μπορεί να μπει κάτω από τον τίτλο «Η πιο ενδιαφέρουσα που πήρα ποτέ». Ωστόσο, όσο ανούσια κι αν κατέληξε, έχει πολλή ιστορία από πίσω. Μια ιστορία που θυμάμαι με ανάμεικτα συναισθήματα, αφενός υπερηφάνειας που έφτασα στην πηγή και αφετέρου ντροπής γιατί είχα την ευκαιρία για μία πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με έναν «Θεό» στο είδος του και την έχασα λόγω ηλικίας (ήμουν μόλις 20 χρονών) και απειρίας.
Πάμε πίσω στο εξωτικό 1996. Είναι η χρονιά που έχει ανοίξει το καζίνο Hyatt στη Θεσσαλονίκη και η πόλη δεν μιλάει για τίποτα άλλο εκτός από αυτό. Την ίδια χρονιά, έχει αρχίσει, επίσης, να εκδίδεται η εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», στην οποία δούλευα παράλληλα με το ραδιόφωνο του Antenna 97,5. Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1996, λοιπόν, την ημέρα των εγκαινίων της ΔΕΘ από τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, αλλά και την επομένη, θα δίνονταν δύο μοναδικές παραστάσεις από τον παγκοσμίου φήμης τενόρο, Χοσέ Καρέρας στο καζίνο.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των συναυλιών του, κυκλοφόρησε και η πληροφορία ότι δεν πρόκειται να δώσει καμμία συνέντευξη σε κανένα έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο. Ήταν η εποχή που ο Χοσέ Καρέρας είχε διαγνωστεί με λευχαιμία, έκανε θεραπεία και απέφευγε τη δημοσιότητα για να μην αναγκαστεί να μιλήσει για το πρόβλημά του.
Φυσικά, την εφημερίδα λίγο την ενδιέφερε αυτή η μικρή λεπτομέρεια και μου ανέθεσε να βρω τον Καρέρας –αδιάφορο πώς- και να του πάρω δύο δηλώσεις για το φύλλο της Δευτέρας.
Ήταν Σάββατο μεσημέρι, θυμάμαι, με πολύ ήλιο και στα καφέ του κέντρου το πλήθος οργίαζε. Έξω ο κακός χαμός κι εμείς, μαζί με τη συνάδελφο βάρδιας, να είμαστε κλεισμένες στα πρώτα γραφεία του «Αγγελιόφορου» στη Μητροπόλεως και να τηλεφωνούμε σαν παλαβές, και ολίγον απελπισμένες, σε όλα τα μεγάλα ξενοδοχεία της πόλης. Η ιδέα είχε ως εξής: Κάνουμε ότι γνωρίζουμε ότι θα μείνει στο ξενοδοχείο τους ο Καρέρας και απλά ρωτάμε την ακριβή ώρα της άφιξής του γιατί –και καλά- έχει αλλάξει. Δηλαδή, ρίχνουμε άδεια για να πιάσουμε γεμάτα και αναλόγως τις αντιδράσεις των ρεσεψιονίστ να καταλάβουμε που θα διέμενε ο διάσημος τενόρος. Τελικά, το κόλπο πιάνει. Ανακαλύπτουμε ότι περιμένουν τον Χοσέ Καρέρας στο «Ηλέκτρα Παλλάς» της Πλατείας Αριστοτέλους γύρω στις 6 το απόγευμα.
Αγκαζέ με το φωτογράφο, φτάνουμε έξω από το «Ηλέκτρα Παλλάς» –που ήταν δυο βήματα από το γραφείο- και καθόμαστε στη βάση μιας από τις μεγάλες κολώνες του ξενοδοχείου. Και περιμένουμε.
Στις 6 και μισή σταματάει στην είσοδο ένα μεγάλο αυτοκίνητο από το οποίο βγαίνουν με τη σειρά, μία κυριούλα ντυμένη με το πιο απίθανο πορτοκαλί συνολάκι με μοβ (!) βούλες και ασορτί πορτοκαλί κορδέλα στα μαλλιά, ένας ξινός άγγλος με αυταρχικό ύφος και πίσω τους, υπέροκομψος ο Χοσέ Καρέρας με μπεζ μπουφάν και μαύρο μαντήλι με λαχούρια στο λαιμό.
Ορμάω πάνω του με το μάτι της groupie που γυαλίζει και αρχίζω τα «I ‘m a huge fan... etc» και εκλιπαρώ για δυο λόγια του για το μέσον που εργάζομαι, ενώ ο φωτογράφος τραβάει ασταμάτητα. Ο αυταρχικός άγγλος –που ήταν τελικά ο μάνατζέρ του- μπαίνει ανάμεσά μας για να με διαολοστείλει, αλλά ο κ. Καρέρας, του λέει «it’s ok» και δέχεται να μου μιλήσει για δύο λεπτά!
Και τι ρωτάω η ηλίθια τον μεγαλύτερο εν ζωή τενόρο που τον έχω μπροστά μου, αποκλειστικά και μόνο εγώ; «Πώς σας φαίνεται η Θεσσαλονίκη;». Πώς σας φαίνεται η Θεσσαλονίκη! Από όλες τις ερωτήσεις του κόσμου, που θα μπορούσα να του κάνω εγώ τον ρωτάω –ως γνήσια τοπικίστρια, βέβαια, μικροαστικής νοοτροπίας- πώς του φαίνεται η πόλη μου. Απάντησε, βέβαια, ο άνθρωπος «πολύ ωραία», «σαν τη Βαρκελώνη», «ότι θα ξανάρθει για να την ευχαριστηθεί» κλπ, αλλά τα δύο λεπτά είχαν περάσει.
Το χειρότερο δε, είναι ότι δεν αντιλήφθηκα εκείνη τη στιγμή τη χαμένη ευκαιρία, γιατί θεωρούσα επιτυχία και μόνο το γεγονός ότι μου μίλησε. Φυσικά, η χαρά κράτησε λίγο. Αφού αποσύρθηκε ο Καρέρας στο δωμάτιό του, έρχεται δίπλα μου ο άγγλος μάνατζερ και μου λέει με πολύ κακιασμένο ύφος και άψογη προφορά «Είχες στη διάθεσή σου τον Χοσέ Καρέρας για μία αποκλειστική συνέντευξη και το μόνο που βρήκες να τον ρωτήσεις ήταν για τη Θεσσαλονίκη; Αυτό είναι κακή δημοσιογραφία. Bad journalism! Very bad!».
Παρ’ όλα αυτά, το ρεπορτάζ θεωρήθηκε μεγάλη επιτυχία της εφημερίδας και έγινε «χτύπημα» με τη φωτογραφία μας στην πρώτη σελίδα. Όσο για μένα, φρόντισα να κάνω και νομίζω ότι έκανα πολλές ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις από τότε. Αυτή, όμως, ήταν η πιο καθοριστική.
σχόλια