Η ίδια ισχυρίζεται πως η ιδέα για τρεις μεγάλες συναυλίες στην καρδιά του χειμώνα προέκυψε από ένα όνειρό της. Δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Κυρίως γιατί η Νατάσσα Μποφίλιου δείχνει να ξέρει πως η σκηνή είναι η αλήθεια και το οξυγόνο της: ένα όνειρο θα ήταν μόνο η αφορμή για να μας αποκαλύψει τον εαυτό της και μαζί και τους δικούς μας. Στο απολύτως μουσικό (δηλαδή ανθρώπινο) πλαίσιο ενός τέτοιου live παρατηρούμε μία μεταμόρφωση των ήχων, του χώρου, των ατόμων. Ήμουν μάρτυρας αυτής της μεταμόρφωσης την Πέμπτη (ευχαριστώ την αξιολάτρευτη φίλη μου για αυτό) και αποφάσισα να γράψω δυο λόγια, σε ύφος σοβαρό -μα όχι σοβαροφανές- για το Εν Λευκώ και, γενικότερα, την αισθητική που εκπροσωπεί.
«Πάω στην Μποφίλιου» είπα στους γονείς μου το απόγευμα της Πέμπτης και είμαι σίγουρος πως το ίδιο ειπώθηκε από τους περισσότερους που ήρθαν στη συναυλία. Βεβαίως, όλοι όσοι ενδιαφερόμαστε αρκετά, γνωρίζουμε πως το Εν Λευκώ είναι έργο μιας τριάδας, της οποίας τη σημαία φέρει η ερμηνεύτρια. Έτσι, το «Πάω στην Μποφίλιου» στην πραγματικότητα αναφέρεται στο τρίδυμο Ευαγγελάτος-Καραμουρατίδης-Μποφίλιου. Γιατί επικρατεί η τελευταία; Πολύ απλά, γιατί ο ρόλος της στη συγκεκριμένη τριάδα είναι να είναι ο φορέας των αισθητικών της αξιών στη συλλογική συνείδηση. Η Μποφίλιου είναι η Νατάσσα, η ερμηνεύτρια που αγαπά και καταλαβαίνει ο κόσμος. Μόνο μέσα από τη δική της ψυχική και σωματική δύναμη και παρουσία μπορεί να «βγει έξω» το πολιτιστικό προϊόν της ομάδας των τριών. Ο Ευαγγελάτος λειτουργεί από πίσω, στον ήσυχο μα θεμελιακό κόσμο του λόγου, ενώ η Μποφίλιου βγαίνει μπροστά, και αναλαμβάνει να επικοινωνήσει αυτόν τον λόγο στους ανθρώπους. Και φυσικά, ο κρίκος αυτών των δύο κόσμων είναι ο Καραμουρατίδης, που με τη μουσική του επιτρέπει στη δυσκολία και το βάρος των λέξεων να τραγουδηθούν με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο από μια πολύ συγκεκριμένη φιγούρα.
Αξίζει να μιλήσουμε για αυτή τη συνεισφορά του Θέμη Καραμουρατίδη. Απ' ό,τι φαίνεται έχουμε να κάνουμε με έναν συνθέτη νέο, στα χρόνια και την ψυχή. Ακούγοντας τις συνθέσεις του από το 2007 και έπειτα στο live του Εν Λευκώ, συνειδητοποίησα μια προσπάθεια για δύο πράγματα: πειραματισμό και διαμόρφωση προσωπικού στυλ. Πράγματι, ο Καραμουρατίδης γράφει σε φόρμες ριζικά διαφορετικές μεταξύ τους, από το αρμονικά minimal «Εν Λευκώ», στα ιδιοσυγκρασιακά του ζεϊμπέκικα, τις «ροκιές», τις λυρικές μπαλάντες, έως και το μοναδικό «Αλεξάνδρας», στο οποίο η μουσική φωτίζει τον λόγο με σπάνιο τρόπο. Σε όλους αυτούς τους μορφικούς πειραματισμούς, βλέπω μια προσπάθεια για την εύρεση ενός προσωπικού στυλ, το οποίο ήδη έχει αναδυθεί. Ένα μουσικό ιδίωμα βαθιά ελληνικό, μα και νέο, αυθεντικό τραγούδι του σήμερα. Η ίδια η ορχήστρα του live απηχεί αυτό το στυλ: ηλεκτρονικά και ελληνικά όργανα, με έναν υπέροχο τσελίστα να συνδέει τον κλασικό κόσμο με τη λαϊκή αυθεντικότητα του μπουζουκιού, και φυσικά το κλασικό πιάνο του συνθέτη να δεσπόζει. Και όλα αυτά να δένουν σε ένα ηχόχρωμα πλούσιο, απλό, αλλά και φανερά δουλεμένο.
Αυτός ο αρμονικός και μελωδικός πλούτος, με τη μορφολογική ποικιλία και την αίσθηση του καινούργιου, προσφέρει την κατάλληλη στήριξη σε όσα εκφράζει ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος, ο οποίος με τη σειρά του έχει καταφέρει να εδραιώσει ένα προσωπικό στυλ. Ακούγοντας τον λόγο του τραγουδημένο στο Εν Λευκώ, συνειδητοποίησα πως είναι όντως ο στιχουργός των γενεών των δύο τελευταίων δεκαετιών. Παράγει λόγο δύσκολο, αστικό, συναισθηματικό, μα που όσο περνούν τα χρόνια γίνεται όλο και πιο ώριμος. Ναι, υπάρχει εξέλιξη: έχει κατακτήσει μια ποιητική αφαίρεση που δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς. Για παράδειγμα, στο «Αλεξάνδρας», η εικονοποιία του είναι τόσο λιτή και πυκνή ταυτόχρονα, ώστε το τραγούδι να μας αγγίζει σα λεπίδα που δεν καταλαβαίνουμε καλά-καλά πώς ήρθε, μας χάραξε, και εξαφανίστηκε. Είναι στο ίδιο τραγούδι που ακούμε για ένα «αρχαίο πούλμαν μπλε-πορτοκαλί», έναν τόσο μοναδικό στίχο που η αινιγματική του δομή θυμίζει τον Εμπειρίκο. Αυτή η αφαίρεση μας δίνει ένα πεδίο για την ανακάλυψη του εαυτού μας. Ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος λέει τόσο πολλά και, όμως, καταρχήν παραμένει σιωπηλός: μας προσφέρει ένα δίχτυ εννοιών έτσι ώστε να προβάλλουμε το ποιοι είμαστε και τι νιώθουμε.
Και αυτός ο υπέροχα ωριμασμένος ιστός ήχων και εννοιών πλαισιώνεται από τον κύριο φορέα τους, τη Νατάσσα Μποφίλιου. Στο live της Πέμπτης θυμήθηκα για μια ακόμη φορά τι σημαίνει «ερμηνεύτρια» στην ολότητά της. Όχι μόνο δεν εκτελεί. Όχι μόνο ζει τα τραγούδια. Αλλά κάνει και το κοινό της να ζήσει όσα τραγουδά. Λέγοντας «Εγώ εσένα αγάπη μου σε κλαίω στα μεθύσια» σε κάνει να νιώθεις ερωτευμένος ακόμη και αν δεν έχεις ούτε ντέρτια ούτε έχεις μεθύσει ποτέ στη ζωή σου. Ή, ακόμη, τραγουδάει τις «Μέρες του Φωτός» και μπαίνεις στην ψυχολογία των 30 (στο Εν Λευκώ ακούσαμε και παραλλαγή με 40) παρόλο που είσαι 19 χρονών. Αυτή η ταύτιση δε θα μπορούσε να λάβει χωρά χωρίς τη φιγούρα της Νατάσσας Μποφίλιου. Τα δύσκολα νοήματα των στίχων, καθώς και το ευρύ φάσμα του μουσικού ιδιώματος, ενοποιούνται από εκείνη και την ενέργειά της. Αυτή η σκηνική ενέργεια αντανακλά ένα λορκικό duende, την έκφραση των πλέον γήινων ανθρώπινων τάσεων με αισθητικά μέσα. Στο Εν Λευκώ την είδαμε στην ολότητά της, με μια Νατάσσα με φωνή λυτρωτική και χέρια ηλεκτρισμένα να χορεύει, να παίζει με το κοινό, να σε κρατάει 3 ώρες στα χείλη της· και στο τέλος, έχοντας δώσει τα πάντα στην τέχνη της, να λέει εξουθενωμένη «Θεέ μου...».
Ο καθένας από τους τρεις προσφέρει κάτι αναπόσπαστο στο τελικό έργο. Η φετινή σειρά συναυλιών Εν Λευκώ είναι το μανιφέστο τους. Και, φυσικά, αυτό δε σημαίνει πως μένουν στάσιμοι. Τελευταία, και στην ίδια συναυλία, παρατηρούμε μια πολιτική ανησυχία στο έργο τους. Κρίνοντας από την ώριμη και φιλοσοφική ματιά της «Βαβέλ», δεν ανησυχώ καθόλου για το αν η ερωτική διάσταση της τέχνης τους μπορεί να διατηρηθεί και στην ενασχόλησή τους με το πολιτικό τραγούδι. Αρκεί μόνο να μείνουν συνεπείς με το στυλ και τους εαυτούς τους, όπως έχουν κάνει όλα αυτά τα χρόνια.
Έγραψα τα παραπάνω γιατί ένιωσα την ανάγκη να ειπωθούν. Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες δε μιλούν πολύ για την τέχνη τους. Αυτό αφήνει χώρο στους άλλους να μιλήσουν, κυρίως στο κοινό τους. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω πόσα από τα παραπάνω, πολύπλοκα νοήματα συνειδητοποιεί το κοινό που βρέθηκε στο Εν Λευκώ. Ίσως πολύ λίγα, ίσως και κανένα. Αλλά και μόνο η ύπαρξη και η παρουσία των αξιών αυτών είναι σημαντική για την πολιτιστική μας ζωή. Πολλοί κρίνουν την τριάδα έξωθεν, με βάση το περικείμενο: ακούμε ρηχά σχόλια που ειρωνικά ταυτίζουν την «Μποφίλιου» με κλάματα, καταθλιπτικές τάσεις, κτλ. Καλό θα ήταν να παραμερίζουμε την τάση μας να κρίνουμε τόσο εύκολα. Κάποτε πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα με τη λογική, έτσι ώστε μετά να μπορέσει να ανθίσει το συναίσθημα. Άλλωστε, αυτός ο χορός λόγου-πάθους είναι εκείνο που κάνει το Εν Λευκώ τόσο αληθινό, όμορφο, και ελπιδοφόρο.