Για μένα οι Κυριακές είναι διαδρομές

Για μένα οι Κυριακές είναι διαδρομές Facebook Twitter
1

Πρωινό στο πόδι και ξύπνημα μετά βασάνων, από το χθεσινό ξενύχτι για να πάμε στην γιαγιά. Κάποιος καθυστερεί, κάποιος άλλος τρέχει και μαζεύει τα πιάτα του πρωινού –που όσο γρήγορο και να ταν κατάφερε να αναστατώσει την κουζίνα – και ο μπαμπάς μας περιμένει στο αυτοκίνητο.


Και όλοι μαζί ξεκινάμε. Ακούμε μουσικές , τραγουδάμε πότε –πότε ή συζητάμε για το τάδε περιστατικό και άλλες φορές δεν μιλάει κανείς και απλά ακολουθούμε τη διαδρομή εώς το Παγκράτι. Το εξοχικό Παγκράτι που λέει πάντα ειρωνευόμενη η μαμά. Που με στο γκρίζο και τις ψηλές πολυκατοικίες κατάφεραν να μας κάνουν να το αγαπήσουμε, οι αναμνήσεις και τα χρώματα που φώτιζαν την παιδική μας ηλικία. Στο φανάρι της Φρύνης κατεβαίνουμε και ο οδηγός ψάχνει να παρκάρει. Ανεβαίνουμε με τον ανσανσέρ ανά δύο. Και ο κάθε όροφος είναι ένα διαφορετικό ξεχωριστό κυριακάτικο τραπέζι.


Η γιαγιά ανοίγει την πόρτα και φωνάζει «Καλώς τα» και το σπίτι μυρίζει όμορφα και οικεία. Η τηλεόραση ανοιχτή παίζει διαφημίσεις και διαφωνούμε εμείς οι μικροί για τα κανάλια μέχρι να ρθει ο παππούς και να επιβάλλει με τον τρόπο του να την κλείσουμε. Το τραπέζι είναι φωτεινό και γεμάτο πολύχρωμα πιάτα. Ο παππούς έχει φτιάξει την σαλάτα, έχει κόψει το ψωμί και ο καθένας παίρνει την θέση του. Όλοι εκτός από μένα και την γιαγιά. Εγώ πηγαίνω τα πιάτα και όταν η γιαγιά τελειώσει και κάθεται να φάει εμείς πάντα έχουμε σχεδόν τελειώσει το φαγητό. Αλλά πια έχω καταλάβει πως έτσι το απολαμβάνει , ακούγοντας τους επαίνους και τις προτάσεις μας για την επόμενη μέρα « Τί λέτε να φτιάξω αύριο». Και τα θέματα προκύπτουν και εν τη γεννέση τους γεμίζουν το τραπέζι μας ένταση και πάθος . Ο παππούς σίγουρα θα βρει να γκρινιάξει για κάτι «Μου κόβουν κι άλλο την σύνταξη οι αλήτες» και παράλληλα σου προσφέρει κατιτί που κατά την γνώμη του δεν είχες προσέξει « Πάρε κουλουράκι είναι φρέσκο, Θεσσαλονίκης».

Ο μπαμπάς σχεδόν ποτέ δεν μιλάει, κρατά την γνώμη του στο τέλος. Τότε έχουμε όλοι κουραστεί και την ακούμε πιο ευχάριστα. Τα παραδείγματα της γιαγιάς είναι μακρόσυρτα και παρεμβάλλονται εντός αυτών οι πιο ανούσιες και ταυτόχρονα ενδιαφέρουσες ιστορίες μιας άλλης εποχής. Και ο παππούς επιμένει για τους αλήτες. Ο μικρός φωνάζει τα δικά του «όλοι στο κατάστρωμα» . Και το φαγητό τελειώνει . Ο μπαμπάς κάθεται στο σαλόνι τα αγόρια επίσης και με μαγικές κινήσεις αδειάζει το τραπέζι και ετοιμάζεται για τον καφέ και το γλυκό. Ο πάππους αναλαμβάνει τους καφέδες που ψήνονται και μελετώνται και ύστερα η γιαγιά τους διαβάζει για να μας πει. Πάντα της αρέσει να την παρακαλάς. «Έλα βρε γιαγιά έχεις καιρό να μου πεις » και με λίγη πίεση λέει το πολυπόθητο ναι. – Μα τα βρίσκει όλα!- . Και καθόμαστε. Παράλληλα διαβάζονται οι εφημερίδες και τα περιοδικά των, ή ξεφυλλίζονται και ξεχωρίζουν εξ αυτών τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα κατά την άποψη του καθένα. Και η γιορτή του καφέ ξεκινά, ονόματα γράμματα περιστάσεις και μελλοντικά γεγονότα έρχονται να ταράξουν την φαινομενική ηρεμία μας. Και όλοι λένε για τα προσωπικά του καθενός. Και τρώμε το γλυκό και η γιαγιά ξεκινά το παράπονο για την ακαταστασία που προκαλέσαμε με την άφιξη μας στο διαμέρισμα της, για τα πόδια της που την πονούν και για τον παππού που όλη μέρα βρίζει τους «αλήτες που του κόβουν την σύνταξη».

« Μα βρε παππού ποιος τους ψήφισε » του πα μια φορά , απάντηση επί της ουσίας δεν έλαβα . Μόνον κάτι σχόλια για την νεολαία και το «αισχρό κόμμα» . Οι ιστορίες δεν έχουν τελειωμό και οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν εώς ότου να πει η γιαγιά « Μα πολύ δεν καθήσατε παιδάκι μου άντε στο σπίτι σας » Και η μαμά θυμώνει λίγο τότε για την αναποφασιστικότητα της μητέρας της που μέχρι να πάμε μας τηλεφωνεί ακαταπαύστως και ανυπομονεί και που όταν πάμε θέλει να ρθει η ώρα να μας διώξει . « Δεν θα ξαναρθουμε » απειλεί και όταν φτάνουμε στο δικό μας σπίτι και τηλεφωνούνται κανονίζουν της άλλης Κυριακής τα πράμματα. Και γυρνάμε σπίτι και τακτοποιούμαστε. Πιο παλιά μετά την γιαγιά διάβαζα για το σχολείο και ας είχα υποσχεθεί πως θα τα κανα από την Παρασκευή. Τώρα γυρίζω και σκέπτομαι αυτά που συμβαίνουν. Πως έτσι που κυλά η ρόδα πρέπει να εκτιμούμε και την παραμικρή λεπτομέρεια της Κυριακής και της κάθε μέρας. Παρατηρώ λοιπόν την διαδρομή, τους ανθρώπους που κάθονται στις στάσεις των λεωφορείων και τους επιβάτες αυτών, τις βιτρίνες των μαγαζιών – να μια διαφορά με το παλιά , ήταν γεμάτες – τις συμπεριφορές των δικών μου και πως αλλάζουν πως η τριβή της μετατρέπει, τον καιρό που έχει πάντα κάτι να προσθέσει, και τις συγκυρίες. Οι διαδρομές μας, και οι συζητήσεις μας είναι ίδιες πάντα, κινούμενες στην ίδια βάση και κάθε φορά άλλες αναπτυσσόμενες πάνω σε νέα γεγονότα και σε νέα δεδομένα. Οι Κυριακές μας έτσι είναι η παράδοσή μας, και το άρωμα του τριμμένου καφέ είναι ο παππούς και το τηλέφωνο που χτυπά ανεβαίνοντας τις σκάλες η ανυπομονησία της γιαγιάς να φτάσεις..

Αυτά όλα τα μικρά που πιο παλιά ήταν αδιάφορα. Και αναρωτιέσαι τι σε έκανε να τα προσέξεις και περισσότερο να τα εκτιμήσεις; Το ότι ωρίμασες ή όλη αυτή η κρίση που καίει την χώρα αργά και βασανιστικά; Ή το ένα είναι συνεπακόλουθο του άλλου και δεν μπορώ να τα διαχωρίσω εγώ; Εν τέλει οι Κυριακές είναι αυτό ίσως. Η ανάγκη να σκεφτείς και να απορρίσεις για αυτά όλα, η πεμπτουσία της εβδομάδας, - και η ροή της άλλωστε από την Κυριακή φαίνεται- και η παράδοση που αλλάζει ολο εν με του καιρού τα προστάγματα και εμείς καλούμαστε να την κρατήσουμε εκεί : Κυριακή.

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια
ανεκτίμητες αυτές οι Κυριακές... Θυμάμαι το κυριακάτικο τραπέζι με τον παππού και τη γιαγιά το έβλεπα λίγο αγγαρεία - προτιμούσα να πάω για καφέ, φαγήτό κλπ με την παρέα μου. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που τους χάσαμε και θα έδινα τα πάντα για να μαζευόμασταν πάλι όλοι μαζί στο τραπέζι...