Η ''εκδίκηση'' του άστεγου

Η ''εκδίκηση'' του άστεγου Facebook Twitter
1

Ξυπνάω με το πρώτο φως της ημέρας, πως αλλιώς. Ο θόρυβος τρομαχτικός, αλλά και αυτό το συνηθίζεις με τον καιρό. Όλα τα συνήθισα το κρύο, τη ζέστη, την έλλειψη φαγητού, την απουσία συντροφιάς, όλα. Ευτυχώς δε ξέμεινα από τσιγάρο. Βλέπεις οι Αθηναίοι σου δίνουν ακόμη τσιγάρο. Όχι πως σε πλησιάζουν βέβαια, αυτό απαγορεύεται. Στο πετάνε ή στην καλύτερη περίπτωση το πιάνουν από την μια άκρη και την άλλη τη στρέφουν με βιάση στο μέρος μου. Ούτε ευχαριστώ δεν προλαβαίνω να τους πω. Δεν τους κατηγορώ πίστεψέ με. Ίσως και εγώ το ίδιο να έκανα στη θέση τους. Ποιος θέλει επαφή με έναν άνθρωπο που βρωμάει και είναι γεμάτος εξανθήματα; Ίσα – ίσα που αυτά τους δείχνω γυρεύοντας κανά φράγκο αλλά μάλλον πρέπει να βρω άλλο τρόπο γιατί τους αηδιάζω τελικά.

Βέβαια όλα αυτά συνέβαιναν φίλε μου... έχουν αλλάξει τα πράγματα πίστεψέ με. Ξέρω τι σου λέω. Δεν υπάρχει καλύτερος παρατηρητής από μένα. Σε όλους τους δρόμους της Αθήνας έχω κοιμηθεί. Σε λίγο δε θα υπάρχουν άνθρωποι τα βράδια στους δρόμους. Μόνο το Σάββατο κάτι κινείται. Αλλά και αυτοί, πιτσιρικάδες οι περισσότεροι, δίχως τσιγάρα. Όλο με αυτούς τους διαβόλους τα κινητά τριγυρνάνε. Ξέρεις πόσους έχω δει να σκοντάφτουν γιατί την ώρα που περπατάνε παίζουν με το κινητό; Αλλά και το πρωί φίλε μου εκατοντάδες, χιλιάδες αυτοί που περνούν μπροστά μου και μου φαίνονται διαφορετικοί. Σα χαμένοι δε ξέρουν που πάνε ή που θέλουν να πάνε. Σα κυνηγημένοι τριγυρνάνε. Και τα μάτια τους αυτά που κάποτε με κοίταζαν σχεδόν με αηδία τώρα μου φαίνονται διαφορετικά. Έχουν κάτι τα μάτια τους σου λέω. Φόβο.


- Φόβο;
- Ναι φόβο σου λέω. Και ξέρεις γιατί; Σκέφτονται μήπως καταλήξουν σαν και μένα. Και τι νομίζεις; Γεννήθηκα άστεγος; Έχω τελειώσει το γυμνάσιο εγώ. Εκείνη την εποχή όποιος τελείωνε το γυμνάσιο έβρισκε δουλειά. Είχα και εγώ δουλειά και σπίτι είχα. Μην κοιτάς τώρα. Θα δώσεις ένα τσιγάρο ακόμα;


Έβγαλα το πακέτο από την τσέπη του σακακιού.
- Παρ' το έχω και άλλο του είπα.
- Ευχαριστώ μου απάντησε και ίσως ήταν το πιο ειλικρινές ευχαριστώ που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια.
- Θα μου λείψει και αυτό σε λίγο καιρό. Αλλά θα το συνηθίσω. Όλα τα συνηθίζεις φίλε μου. Και αυτοί που τώρα φοβούνται θα συνηθίσουν. Θα καταλάβουν πως η ζωή είναι με τα πάνω της και τα κάτω της. Δε θέλω όμως να γίνουμε περισσότεροι. Δε θέλω.

Τα τελευταία λόγια ακούστηκαν ακόμα πιο ειλικρινά. Ίσως γιατί τα συνόδευσε μια απότομη αλλαγή στη ματιά αυτού του ανθρώπου. Κάτι σαν υποψία δακρύων. Σταμάτησε να μου μιλάει το ίδιο απότομα όπως άνοιξε τη συζήτηση, Τρίτη βράδυ στην οδό Κολοκοτρώνη, εκεί που εμείς εννοείται πως διασκεδάζουμε σε κάποιο μπαράκι του κέντρου. Έστρεψα κορμί και μάτια στη δική μου πλέον κατεύθυνση, στο δικό μου δρόμο για το γκαράζ που είχα αράξει το δικό μου αυτοκίνητο για να πάω στο δικό μου σπίτι. Λίγο πριν γυρίσω τη μίζα, λίγο πριν ανάψω το δικό μου τσιγάρο μια ερώτηση εισβάλλει ξαφνικά στο μυαλό.
Δικό μου;

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ