Το σχέδιο είναι απλό. Ο σχετικά αδύνατος κύριος αντί να πιεί το ρόφημά του, θα το λουστεί. Εγώ τότε θα του ζητήσω πολλές φορές συγγνώμη. Θα θελήσει να πάει στο μπάνιο να πλυθεί. Θα φύγει. Η Χριστίνα θα σηκώσει όλα τα πράγματα από το τραπέζι
Ζέστη. Αφόρητη ζέστη. Τρέχω πανικόβλητη να μοιράσω σ' όλα ανεξαιρέτως τα τραπέζια κανάτες νερού με πάγο, με πάρα πολύ πάγο. Τόσο πάγο ώστε η ονομασία τους να μεταβληθεί σε κανάτες πάγου. Η κατάσταση επιβάλλει κοντό σορτσάκι, αμάνικο μπλουζάκι. Τα αθλητικά παπούτσια παραμένουν ως έχουν μιας και δεν μπορούν να χαρίσουν τη θέση τους σε κάτι τύπου σαγιονάρα αφού το έδαφος δεν ενδείκνυται. Όσο πηγαινοέρχομαι στην αυλή του μαγαζιού αισθάνομαι πως βρίσκομαι σε ηφαίστειο με κλειστή οροφή, ευτυχώς που ορισμένες φορές επιβάλλεται να μπω στο εσωτερικό του μαγαζιού με το air condition στους 18 C. Όταν περνάω την πόρτα νομίζω πως πρέπει να υποκλιθώ, να ευχαριστήσω το σωτήρα μου. Το mixer έχει γίνει η προέκταση του χεριού του καημένου του μπουφετζή, αφού όλος ο καλός ο κόσμος είχε την ανάγκη για παγωμένα milkshakes διαφόρων γεύσεων. Μια μητέρα, ανίδεη, ζήτησε για το πιτσιρίκι της milkshake μπανάνα - σταφίδα cheesecake! Λες και τα παιδιά αρέσκονται σε τέτοιου είδους γευσιλόγιο. Mamma mia!
Βρίσκομαι πίσω από το μπαρ και αγναντεύω το πολυπληθές μαγαζί που εξυπηρετώ αυτή τη στιγμή. Ακούω το ρολόι να χτυπάει 12 σπαστικές φορές. Αγχώνομαι. «Θα έπρεπε να ήταν εδώ», λέω στον εαυτό μου. «Κάτι θα πήγε στραβά», συνεχίζω. Αρχίζω να ιδρώνω, όχι από τη ζέστη αλλά από το άγχος. Εξάλλου αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε ένα χώρο 45τμ με το air condition στο φουλ. Η Χριστίνα κάτι δεν θα έκανε καλά, θα ήπιε πάλι και δεν θα θυμάται ούτε πως τη λένε, ούτε πού πρέπει να έρθει, ούτε και με ποιον! Καταστράφηκα, ευχαριστώ, καταστράφηκα. Αυτοί οι εσωτερικοί μονόλογοι μου αρέσουν, κατά κάποιο τρόπο, πολύ μικρό βέβαια, με ηρεμούν. Πάω να την πάρω τηλέφωνο. Πληκτρολογώ αλλά, ''Το υπόλοιπο του χρόνου ομιλίας σας δεν επαρκεί για να πραγματοποιήσετε αυτή την κλήση''. Δεν προλαβαίνουν να περάσουν 6'' και ευχαριστώ το αφεντικό που δεν με πληρώνει, συνεπώς δεν έχω λεφτά για να βάλω κάρτα γιατί μπορεί και να καταστρεφόταν το σχέδιο.
Τρεις καινούριοι πελάτες. Δυο άνδρες, μια κοπέλα. Χοντρός, πουκάμισο, ζώνη φαρδιά όσο τα χέρια του, φαλακρός. Σχετικά αδύνατος με κοιλίτσα, μελαχρινός, μούσι, βερμούδα, σταράκια. Καστανή, αδύνατη, με ηχηρό γέλιο που το ακούω μέχρι μέσα, Θεέ μου. Η Χριστίνα. Ωραία. Κάθονται στο τραπέζι που κανονίσαμε, όλα καλά. Δεν έχει πιεί, οπότε συνεχίζουμε. Γεμίζω τρία ποτήρια πάγο με νερό, παίρνω ένα τασάκι, βγαίνω και φτάνω.
-Γεια σας.
Αφήνω τα ποτήρια και το τασάκι.
-Είστε έτοιμοι ή χρειάζεστε κατάλογο;
Τους δίνω λίγο χρόνο να ανταλλάξουν βλέμματα και αφού μου λένε τι γεύσεις προτιμούν να έχουν τα milkshakes τους, φεύγω. Όση ώρα περιποιούμαι τους άλλους νεροφίδες πελάτες και μέχρι να ετοιμαστεί η παραγγελία τους, προσπαθώ να κάνω focus στον σχετικά αδύνατο κύριο. Το σχέδιο είναι απλό. Ο σχετικά αδύνατος κύριος αντί να πιεί το ρόφημά του, θα το λουστεί. Εγώ τότε θα του ζητήσω πολλές φορές συγγνώμη. Θα θελήσει να πάει στο μπάνιο να πλυθεί. Θα φύγει. Η Χριστίνα θα σηκώσει όλα τα πράγματα από το τραπέζι για να το καθαρίσω, μιας και από την ταραχή μου θα πέσουν και τα άλλα δύο. Ο χοντρούλης θα τα έχει χαμένα. Η Χριστίνα θα κρατήσει το κλειδί του αμαξιού τους στην τσέπη της και θα μου το φέρει όταν πάει, δήθεν, τουαλέτα.
Εγώ θα τους πάω τρία καινούρια παγωτά αναμειγμένα με γάλα και χτυπημένα στο mixer και στη συνέχεια θα κατευθυνθώ προς το αμάξι τους. Θα το ανοίξω, θα πάρω τις κούτες με τα tablets αξίας χιλίων ευρώ το καθένα, θα τα βάλω στο αυτοκίνητό μου. Ύστερα θα έρθει η Χριστίνα μέσα να μου ζητήσει κάτι, θα πάρει το κλειδί και θα το ρίξει προσεκτικά κάτω, δίπλα στις καρέκλες τους. Θα το βρουν φεύγοντας στο τέλος.
Ξεκινάω τον αγώνα. Βγαίνω έχοντας τρία milkshakes στο δίσκο. Φτάνω. Μου μένουν δύο. Ζητάω πολλές φορές συγγνώμη και αφήνω να κυλήσει κι ένα δάκρυ για να γίνω πιο πειστική. Τώρα δεν έχω κανένα milkshake στο δίσκο παρά μόνο ένα wettex γεμάτο λιωμένο παγωτό. Ο κύριος πάει τουαλέτα και η Χριστίνα μπαίνει στο δροσερό μέρος του μαγαζιού. Εγώ βγαίνω με την καινούρια παραγγελία και συνεχίζω για το παρκινγκ. Ανοίγω το αυτοκίνητο. Mercedes 2013, ο τύπος πεινάει. Ανοίγω το δικό μου, μοντέλο 1988, εγώ όντως πεινάω.
Βρίσκομαι στο μαγαζί, συναντώ πάλι τη Χριστίνα. Με πληρώνουν και φεύγουν.
Την επόμενη μέρα κάτι ακούστηκε στις τοπικές εφημερίδες για κλοπή tablets αξίας εκατό χιλιάδων ευρώ, αλλά δεν έδωσα σημασία μιας και το θέμα αποτελούσε δημιούργημά μου και δεν μπορώ τις επαναλήψεις. Το έζησα, δεν θα το διαβάσω κιόλας. Ο τύπος που πεινάει κλαίγεται, η Χριστίνα τον παρηγορεί και εγώ σερβίρω πάγο με νερό σε όμορφες κανάτες. Τα tablets γίνονται ανάρπαστα. Θα κρατήσω δύο να δώσω το ένα στη γιαγιά μου να το κάνει σουπλά.