Λήμνος. Το νησί μου****

Λήμνος. Το νησί μου**** Facebook Twitter
0

Απόπλους. Πλώρη για τη Λήμνο. Στο κατάστρωμα είναι η καλύτερη θέση. Να αγναντεύεις το μπλε της θάλασσας, το γαλάζιο του ουρανού και το καφέ της γης. Οι γλάροι πετούν μαζί μας, μας συντροφεύουν. Απλώνω δειλά το χέρι μου με λίγο ψωμί. Πλησιάζουν και το αρπάζουν, τσιμπώντας μαλάκα τα δάχτυλα. Τάισα ένα γλάρο μόλις. Είδα και δελφίνια στα ανοιχτά. Αν δεν μπεις σε καράβι, σε νησί δε φτάνεις.

Στεριά στο βλέμμα. Το εκκλησάκι του Άγιου Νικόλαου μου ανοίγει την πόρτα του νησιού. Τη νύχτα στέκει πάντα εκεί, φωτισμένο, σαν τ' άστρο της Βηθλέεμ. Το πρώτο που αντικρύζει κανείς, ο φάρος. Ξεκινώ πεζή από το λιμάνι για τη χώρα. Περπάτω χέρι-χέρι με τη θάλασσα. Παγκάκια σε όλη τη διαδρομή. Σε κάθε βήμα ο τόπος αλλάζει χρώμα, μυρωδιά και εποχή. Στα αριστερά το Κάστρο της Μύρινας με καλεί να το επισκεφτώ ξανά και ξανά, σαν να έχει πάντα κάτι καινούριο να μου διδάξει. Αυτό μου 'μαθε πως οι πέτρες είναι γεμάτες στοργή όταν οι άνθρωποι σε πληγώνουν. Το κάστρο αυτό δεν είναι παρά μια μήτρα που σε προστατεύει. Ξεκινώ την ανάβαση κάποιες φορές από τα σοκάκια του νησιού και κάποιες από την βόρεια πύλη, πλάι στην ακτή. Από το λευκό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής με την γαλιάζια σκεπή, που δεσπόζει στο Ρωμέικο. Χτυπάω την καμπάνα ελαφρώς και συνεχίζω. Ήχοι. Σε όλο το λόφο υπάρχουν περιττώματα και ίχνη ζώων. Αγριοκάτσικα να ακροβατούν στις ράχες του βουνού και ελάφια να κάνουν ήρεμους περιπάτους. Θα τα συναντήσεις, θα τα γνωρίσεις κι εσύ. Σου δείχνουν την φιλοξενία τους. Είναι εκεί και σε περιμένουν. Γαϊδουράγκαθα. Πιο τρυφερά και από κόκκινα τριαντάφυλλα. Τα κοιτάζω και εισπράττω την έγνοια τους. Μικροί άνθρωποι, μας μοιάζουν. Μονοπάτια που πήραν σχήμα και μορφή από τον χρόνο. Τα ακολουθώ μέχρι τους ψηλούς πέτρινους πύργους του κάστρου. Λίγο νερό χρειάζεσαι μόνο. Να πίνεις νερό. Αυτή είναι η μόνη αληθινή συμβουλή. Κάθομαι σε κάποια πέτρα βλέποντας το νησί από ψηλά. Τώρα πια καταλαβαίνω γιατί πάντα χανόμουν ανάμεσα στους δυο γυαλούς, τον Τούρκικο και τον Ρωμέικο. Στα πόδια μου τώρα απλώνονται δυο κόλποι. Και ανάμεσα η χώρα. Το νησί και η χώρα. Δεν χρειάζονται ονομασίες για αυτόν τον τόπο.

Θέλω να πάω στη θάλασσα. Να γευτώ το Βορειοανατολικό Αιγαίο και το αλάτι του. Όλες οι παραλίες καθαρές με ανοιχτοπράσινα διαυγή νερά. Η άμμος ένα χαλί. Βουτάω. Το νησί μου έχει όμορφες θάλασσες, αλμυρές, δροσερές. Έχει ήλιο και φως.


Συνεχίζω την πορεία προς την κορυφή. Μέσα στο κάστρο υπάρχει δροσιά. Πέτρες με ευχάριστη θερμοκρασία και υφή. Μέσα από κάποιες ξεπηδούν φυτά, καταπράσινα. Αναρωτιέμαι από που ρουφάνε ήλιο και νερό. Είναι ευτυχισμένα. Έργο τέχνης κάθε στοίβα. Σκαλίζω το όνομα μου σε μια πέτρα. Τη βαφτίζω, Κυριακή. Δίπλα της υπάρχει μια ολοστρόγγυλη, μια πέτρα σημάδι. Οι παλάμες μου είναι λερωμένες, σαν ενός παιδιού. Όλη η γη στα χέρια μου.


Όταν πια βρεθώ στο ύψωμα, τα ανοίγω διάπλατα. Είναι φανερό, αυτό το νησί χωράει στην αγκαλιά μου.


Θέλω να πάω στη θάλασσα. Να γευτώ το Βορειοανατολικό Αιγαίο και το αλάτι του. Όλες οι παραλίες καθαρές με ανοιχτοπράσινα διαυγή νερά. Η άμμος ένα χαλί. Βουτάω. Το νησί μου έχει όμορφες θάλασσες, αλμυρές, δροσερές. Έχει ήλιο και φως. Επιπλέω στο νερό με κλειστά μάτια. Σιγοτραγουδάω. Τα αυτιά μου είναι μέσα στο νερό και η ακοή μου παραμορφωμένη. Σκέφτομαι αν με ακούν τα ψάρια.


Βγαίνω στην παραλία και κοιτάζω το μέρος σχολαστικά, σαν να είμαι σε Μουσείο. Μαζεύω κοχύλια, βότσαλα και άμμο. Η ευτυχία στην απλότητα.


Ο ουρανός έχει αρχίσει να γίνεται μωβ. Συνειδητοποιείς πόση αγάπη τρέφεις για ένα μέρος όταν ξέρεις από ποια άκρη θα δεις την ανατολή και από ποια το λιόγερμα. Είναι η ώρα ηλιοβασίλεμα. Κάθομαι στο τσιμέντο, στο Ρωμέικο γυαλό. Στο τσιμέντο. Από κάτω, λίγα εκατοστά ακτή και έπειτα θάλασσα. Στο βάθος το όρος Άθως. Τώρα ο ήλιος βουλιάζει στο νερό σαν κόκκινη βαρυά μπάλα. Όσο βυθίζεται τόσο περισσότερο κοκκινίζει. Μια σκηνή, μια στιγμή. Σιωπή. Κάθε τι που σβήνει αφήνει μια πικρία. Ανασκουμπώνομαι και κατευθύνομαι στον Τούρκικο γυαλό. Εκεί υπάρχει ένα ρολόι για να συναντιούνται οι ερωτευμένοι. Στο ρολόι, η ώρα τώρα. Πιο πάνω το φεγγάρι. Και ένα παγκάκι με μια καρδιά χαραγμένη, παρακαταθήκη.


Η νύχτα έχει κατακαθίσει. Λευκό κρασί από σταφύλια που περιποιήθηκαν στο ηφαιστειογενές έδαφος και εκλεκτά τυριά. Καλαθάκι, κασκαβάλι, μελίχλωρο. Γεύση. Εδώ ανακάλυψα τις φούσκες ένα μεσημέρι. Φρέσκια ψάρια σε κάθε πιάτο. Η Λήμνος είναι γενναιόδωρη και σου τα προσφέρει όλα στο πιάτο.

Το νησί μου. Έχει το στίγμα της εξορίας. Κι όμως, περί λύτρωσης πρόκειται. Η αγάπη υπάρχει σε αυτό το χώμα που το ραίνει από παντού η θάλασσα. Ο κόσμος είναι όμορφος.


Φεύγω. Στη βαλίτσα μου έχω ένα σφουγγάρι βγαλμένο απ' το βυθό του νησιού. Να ρουφάει ό,τι χρειάζομαι και να αποβάλλει τα περιττά.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ