Μια ξεχαρβαλωμένη πρίζα στην άκρη του δωματίου, ένα σηκωμένο ακουστικό τηλεφώνου γιατί ο ήχος του με κούρασε, μια λάμπα που τρεμοπαίζει στο σαλόνι, κι εγώ σκέφτομαι εσάς.
Είναι Οκτώβριος, βγαίνουμε μία και μοναδική φορά και ύστερα ποτέ ξανά. Με συλλογιέσαι άραγε γνωστέ-άγνωστε όπως εγώ; Έχεις ακόμα στο νου σου όλα όσα σου έλεγα στην πεντάωρη έξοδό μας ή σκεφτόσουν πόσο φλυαρούσα και περίμενες να πάει περασμένη η ώρα και να με καλέσεις σπίτι σου; Όχι, όχι για να δούμε το τρίτο επεισόδιο του δεύτερου κύκλου της αγαπημένης μας σειράς με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί, αλλά για να με ρίξεις στο κρεβάτι σου. Άραγε τόσους μήνες μετά με θυμάσαι ακόμα όπως εγώ; Ναι, δεν ξεχνάω την ηρεμία της φωνής σου και των κινήσεών σου, το πάθος σου για τη ζωγραφική και τη φωτογραφία και τα όνειρά σου για τα μεταπτυχιακά στη Νορβηγία, το θέμα της διπλωματικής σου-ευτυχώς που το πήρες με το Μιχάλη που ξέρει και πέντε πράγματα παραπάνω. Την αγάπη σου για τα παιδιά που προπονείς, το αδιάβροχο σακίδιό σου ''ιδανικό για σήμερα που ανοίξαν οι ουρανοί''. Δε σε ερωτεύτηκα ποτέ, δε σε ξαναείδα από τότε, αλλά σε θυμάμαι.
Αγαπημένοι μου μήνες, δε με νοιάζει αν με θυμάστε. Με πληγώνει που σας άφησα να με βάλετε στην ίδια κατηγορία με άλλες τόσες κατακτήσεις σας, άξεστες και κενές. Εκείνο όμως που με πληγώνει περισσότερο είναι που σας θυμάμαι εγώ.
Είναι Μάρτιος, τότε σε γνώρισα σε μια πλατεία του κέντρου. Λίγες μέρες μετά ακολούθησε μια τετράωρη έξοδος. Από εκείνες που δε θέλεις να ξημερώσει και ξέρεις ότι ούτε ο άλλος θέλει. Αλλά όπως με κάθε χαραυγή το όνειρο σβήνει, έτσι κι εσύ εξαφανίστηκες για πάντα. Όπως ο Οκτώβριος και ο Αύγουστος και ο Μάης άλλωστε. Αλλά κι εσένα σε θυμάμαι, που όταν καθόσουν κούναγες τα πόδια σου σα μωρό κι ας ήσουν 28. Θυμάμαι τον ολλανδικό καπνό που κάπνιζες που δε μύριζε σαν όλους τους άλλους. Το γαμημένο σαξόφωνο που έπαιζες και γούσταρα και τα καρό πουκάμισα που κούμπωνες σα φλώρος στον καρπό και μου την έδινες στα νεύρα. Ναι μην πέφτεις από τα σύννεφα, τα θυμάμαι όλα. Εσύ; Σου λέει τίποτα το κορίτσι που σιχτίριζε το συνωστισμό στα ΜΜΜ; Που έπαιζε πιάνο και άκουγε Smiths; Θυμάσαι άραγε ότι τώρα λατρεύει τα Ξύλινα Σπαθιά αλλά κάποτε δεν μπορούσε ούτε να τον ακούει τον Παύλο; Θυμάσαι ότι δεν είχε δει το Pulp Fiction και είχες μείνει παγοκολώνα να την κοιτάς για κανα δίλεπτο; Ε τελικά το είδε, έτσι για την ιστορία. Λοιπόν; Σου θυμίζουν κάτι όλα αυτά ή κι εσύ ονειρευόσουν τα όργια στο αμάξι σου με το καυλο-ερωτιάρικο βλέμμα που με κοιτούσες; Ούτε εσένα σε ερωτεύτηκα, ούτε σε ξαναείδα, ούτε και θέλω. Μόνο σε θυμάμαι.
Ξέρω Οκτώβριε, αμυδρά θυμάσαι τη μορφή μου και το όνομά μου με δυσκολία. Ξέρω ότι το υπέροχο χαμόγελο για το οποίο μιλούσες και τις πέντε ώρες, αν το δεις τυχαία στο δρόμο ούτε που θα το αναγνωρίσεις. Κι εσύ Δεκέμβριε, ξέρω ότι το λαστιχάκι των μαλλιών μου δεν άξιζε στα χέρια σου, γι'αυτό δε σε άφησα να το πάρεις. Γιατί τώρα θα είχε γίνει ήδη παιχνιδάκι του Ρίκι, του γάτου σου-ναι και αυτό το θυμάμαι. Ξέρω επίσης πόσο γαμάτος και γαμιάς ένιωσες μαζί μου γιατί σου έδειξα παραπάνω αξία και θαυμασμό από αυτό που πραγματικά σου άξιζε.
Αγαπημένοι μου μήνες, δε με νοιάζει αν με θυμάστε. Με πληγώνει που σας άφησα να με βάλετε στην ίδια κατηγορία με άλλες τόσες κατακτήσεις σας, άξεστες και κενές. Εκείνο όμως που με πληγώνει περισσότερο είναι που σας θυμάμαι εγώ. Εγώ που σας έδωσα ένα πολύτιμο κομμάτι του εαυτού μου για να το ξεχάσετε στο πρώτο ξημέρωμα. Για μένα όμως η θύμισή σας δεν έσβησε λίγες ώρες μετά, γιατί εγώ δεν ξεχνάω εύκολα. Γαμώτο!
σχόλια