Θεσσαλονίκη. Σάββατο απόγευμα.
Μερικά γρήγορα βήματα μακριά από την πολύβουη παραλία, ανάμεσα σε κλειστες αποθήκες.
Φυσάει.
Κάνει κρυο.
Κρυώνω αλλά δεν προλαβαίνω να κουμπωθώ.
Βιάζομαι.
Πρώτη φορά εδώ σε αυτή τη γωνιά της πόλης.
Μόνο το χρώμα του ουρανού με οδηγά.
Κάθε μου βήμα, σκέψη:
"Πάω καλά άραγε; Θα φαίνεται από εκεί;"
"Λες να φτάσω στην άκρη και τελικά να μην μπορώ να το δω;"
"Γρήγορα... Δεν θα προλάβεις..."
"Θα είναι κρίμα να φτάσεις τη στιγμή που έχει χαθεί...βιάσου"
Φτάνω.
Μια μικρή προβλήτα. Λίγος κόσμος.
Δυο άντρες με τα καλάμια τους. Ψαρεύουν..
Μερικά ζευγαράκια. Αγκαλισμένα. Περιμένουν.
2 κοπέλες δίπλα σε ένα ποδήλατο. Έχουν απορροφηθεί από τη συζήτηση.
Ένας σνομπ σκύλος. Αραγμένος, κοιτάζει στην αντίθετη πλευρά.
Ξαφνικά το βλέμμα μου τραβάει ένας γεράκος.
Κάτι βαρύ κουβαλάει και προχωράει.
"Τι κρίμα να πρέπει να δουλεύει μέσα στο κρύο σε αυτή την ηλικία,
τέτοια μέρα, τέτοια ώρα, τέτοια δουλειά... Κρίμα"
Σηκώνω τη μηχανή.
σχόλια