Επένδυε πάνω του χωρίς να της έχει δώσει το παραμικρό δείγμα οτι θα τον έχει σε αποκλειστικότητα, αλλά τι να κάνεις που έπεσε στην κλασική γυναικεία παγίδα του "Εγώ θα τον αλλάξω". Δεν έχω χειρότερο, ειλικρινά. Νούμερο ένα στο top 10 των γυναικείων εγκληματικών ψευδαισθήσεων.
Είναι αυτό το ανυπέρβλητο συναίσθημα της λύτρωσης οτι πλέον "μου πέρασες"... Κάποτε τον έβλεπε και σε χρόνο αστραπή έβγαζε το κινητό της απο την τσάντα να καθρεφτιστεί (πάντα έχουμε εναλλακτική αντί για καθρεφτάκι, τι μας περάσατε;), έπρηζε την κολλητή της με το κλασικό "ήμουν καλή;" και πήγαινε δυο τρείς φορές στην τουαλέτα να τσεκάρει το μακιγιάζ (αν ξέφυγε το μολύβι και σε είδε έτσι, μην χολοσκάς, δεν το προσέχουν).
Τα ίδια μάτια που τον έβλεπαν τότε τον βλέπουν και τώρα... Εδώ κολλάει το άσμα "Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο τρόπο να κοιτάνε". Έτσι και τα δικά της. Κάτι έσπασε μέσα της. Συνήθως αυτό δεν συμβαίνει επειδή ο άλλος άλλαζει αλλά επειδή εμείς αρχίζουμε να βλέπουμε με ξεκάθαρο μυαλό αν η δική μας καρδιά συντονίζεται όντως με τους παλμούς της δικής του (ωραία, τον γύρισα σε βαρύ λαϊκό τον στίχο, δεν κρατήθηκα). Της μιλούσε και τον άκουγε σαν υπνωτισμένη... Είχε πάντα μια περίεργη επίδραση επάνω της... Οι φίλες της, της έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου "Μαζί του χάνεσαι και δεν το αξίζει", της έλεγαν συνέχεια. Εκείνη όμως εκεί... Ήξερε οτι δεν θα κερδίσει τίποτα απο αυτή την ιστορία. Είχε μπει σε έναν λαβύρινθο, δεμένη με σκοινί για να μην χαθεί και παρ' όλα αυτά συνέχιζε να προχωράει ενώ ήξερε οτι το σκοινί τεντώνει και δεν έχει περιθώρια. Εκείνη τη στιγμή άραγε τι κάνεις; Είτε κόβεις το σκοινί και χάνεσαι μέσα στην παράνοια της ιστορίας σου είτε βρίσκεις την δύναμη να παραδεχτείς οτι μέχρι εκεί έφτανε το πράγμα, πήρες ότι πήρες και η λογική κερδίζει θριαμβευτικά.
Εκείνος γύρω στα 35, φανατικός εργένης με μηδενικά δείγματα συμμόρφωσης και μονογαμίας. Εκείνη 23 πάνω στα ντουζένια της μεταφοιτητικής ζωής, πάνω εκεί που αρχίζει η ανάγκη να στηριχτείς σιγά σιγά στα πόδια σου και να αρπάξεις την ζωή απ'τα μαλλιά. Επένδυε πάνω του χωρίς να της έχει δώσει το παραμικρό δείγμα οτι θα τον έχει σε αποκλειστικότητα, αλλά τι να κάνεις που έπεσε στην κλασική γυναικεία παγίδα του "Εγώ θα τον αλλάξω". Δεν έχω χειρότερο, ειλικρινά. Νούμερο ένα στο top 10 των γυναικείων εγκληματικών ψευδαισθήσεων.
Χανόταν, είχαν δίκιο οι φίλες της. Έχασε τον εαυτό της προσπαθώντας να του δείξει άλλη απο αυτή που είναι, έχασε τον χρόνο της αφιερώνοντάς του σε ανοιχτή 24ωρη γραμμή τον εαυτό της και τον έρωτά της που ξεπουλούσε όσο όσο, μέχρι να τον βρει σε τιμή ευκαιρίας εκείνος και να τον αγοράσει με τα πενιχρά του συναισθήματα. Όλα της τα έδινε στο "λίγο". Λίγο χρόνο, λίγη αγάπη, λίγο χώρο στο πρόγραμμά του και καθόλου χώρο στην ζωή του.
Έρχεται όμως η ώρα που γίνεται εκείνο το ευλογημένο κλίκ. Αυτό που σε πριζώνει, σε βάζει μπροστά στον καθρέφτη και σε ρωτάει "Έτσι σε θυμάσαι;". Αυτό που σου σιδερώνει τον τσαλακωμένο εγωισμό, σου ρίχνει μια σφαλιάρα για να έρθει το μυαλό στην θέση του και έτσι κι εκείνη την έσπρωξε να σηκώσει το τηλέφωνο που χτύπαγε αδιάκοπα απο ώρα (είναι η ώρα του προεόρτιου για σαχλοέξοδο μετ' επιστροφής χωρίς ούτε μισό όνειρο για καβάτζα, τηλεφώνημα) και με μια συγκλονιστική χαλαρότητα του είπε τη φράση, όρισε και το τέλος του καρναβαλιού που ζούσε: "Ήθελα να μοιραστώ ζωή, όχι απλά ένα κρεβάτι. Αντίο." Δεν πρόλαβε να ακούσει αν εκείνος ψέλλισε κάτι, αλλά δεν την ένοιαζε. Την ένοιαζε που ξανάνιωσε ελεύθερη, που ξαναβρήκε τους φίλους της, τον κόσμο της και κυρίως τον εαυτό της. Έσπασε το γυάλινο κλουβί που είχε εγκλωβίσει την ψυχή της και απο τα κομμάτια πήρε ένα μεγάλο μάθημα...
Να δίνεις, να μην δίνεσαι...