Το πρώτο βήμα ήταν ένα μάτσο κούτες. Χαρτόκουτα που με τόση αγωνία ψάχνεις, μήπως και δεν είσαι έτοιμος όταν η μεταφορική θα είναι εδώ. Πακετάρεις τόσο γρήγορα, που δεν σκέφτεσαι τι βάζεις σε κάθε κούτα. Σπάνια σταματάς κρατώντας κάτι που σου θυμίζει πολλά. Από μια φωτογραφία, ή μια κούπα- που κάποτε ζήτησες από ένα μαγαζί που τόσο σου άρεσε, μέχρι ένα ραβδάκι που θα γινόταν και καλά, μαγικό, για να πραγματοποιήσει τα μελλοντικά σου όνειρα- ξεχασμένο δώρο ορκωμοσίας. Τα πράγματα μαζεύονται, οι κούτες γίνονται σωρός στο σαλόνι, όμως δεν θέλεις να σκεφτείς τίποτα παραπάνω, η απόφαση πάρθηκε, και φαίνεται η πιο λογική.
Μόνο όταν πια κάθεσαι οκλαδόν στο ξύλινο πάτωμα, γύρο από τέσσερις αφοπλιστικά άσπρους τοίχους, κάνεις τις πρώτες σκέψεις. Δεν είναι τίποτα άλλο από στιγμές που περνούν από μπροστά σου σαν καταιγίδα, να σου θυμίσουν πόσο σημαντικά ήταν τα τελευταία αυτά 8 χρόνια. Θυμάσαι κόσμο, κόσμο που ήρθε κι έφυγε, κόσμο που ήρθε για να μείνει. Θυμάσαι αυτούς που γνώρισες τυχαία μέσα σε ένα λεωφορείο, και αυτούς που καθόντουσαν δίπλα σου στο αμφιθέατρο 438. Θυμάσαι αυτούς που κάποτε αγάπησες και αυτούς που θέλεις φεύγοντας να πάρεις μαζί σου. Και είναι όλα σαν να έγιναν χθες... Το Παγκράτι έχει ακόμη εκείνη την γλύκα που πρώτο γεύτηκες την μέρα που το αντίκρισες πρώτη φορά. Ακούς πάλι τον παλιατζή γύρω στις 10 το πρωί να σε ξυπνάει, το μποτιλιάρισμα στην Φορμίωνος, την καλημέρα του περιπτερά και τόσα άλλα καθημερινά πράγματα. Παίρνεις όμως μια βαθιά ανάσα, αναπροσαρμόζεις τις σκέψεις σου και θυμάσαι τον λόγο που πήρες αυτή την απόφαση. Και τότε χτυπάει το κουδούνι και οι κούτες αρχίζουν να μπαίνουν στο φορτηγό.
Όσο το καράβι απομακρύνεται από το λιμάνι του Πειραιά, τόσο πιο μικρά φαίνονται τα άπειρα φώτα της Αθήνας. Σε λίγες ώρες θα 'σαι στα Χανιά και μόνο η σκέψη σε ηρεμεί. Τα μωβ χρώματα της ανατολής στη Σούδα σε κάνουν να τα ξεχάσεις όλα, και η μυρωδιά της πόλης σου θυμίζει τόσα πολλά. Βόλτες στο παλιό λιμάνι, μπύρες στην Έλλη, θάλασσα και καλοκαίρι, ατελείωτα ξενύχτια όπως αυτά που κάναμε παλιά.. τι καλύτερος αντιπερισπασμός για το νου..
Καθώς όμως ο καιρός περνάει, καταλαβαίνεις ότι τίποτα δεν είναι όπως παλιά, ή ακόμη σωστότερα, τίποτα δεν είναι όπως το νόμιζες. Αφού εσύ δεν είσαι όπως παλιά, γιατί να είναι η πόλη που μεγάλωσες; Τίποτα δεν έχει σχέση με την πόλη της εφηβείας σου, με την πόλη που περνούσες τις διακοπές σου έκτοτε. Δεν κατηγορώ την πόλη, έχει ακόμη την ομορφιά που σου κόβει την ανάσα.. ούτε τους ανθρώπους, κανείς δεν είναι όπως παλιά, ούτε εσύ ο ίδιος. Δεν κατηγορώ ούτε αυτούς που νόμιζες πως ήταν κάποιοι που τελικά δεν ήταν. Ο καθένας κάνει τις επιλογές του κι εσύ μαζί τους, αποφάσισες το καλύτερο για σένα. Αποφάσισες να φύγεις από μια πόλη που όσο αγάπησες, άλλο τόσο μίσησες πριν σε διώξει μόνη της και μαζί της πάρει κάθε καλή ανάμνηση του παρελθόντος.
Κάθε αρχή και δύσκολη, κάθε γυρισμός και σκέψεις. Πόσοι άνθρωποι σκέφτηκαν τον γυρισμό φέτος, πόσοι είχαν το θάρρος να τον πραγματοποιήσουν, και πόσοι θα τον σκεφτούν ακόμη; Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα 'ρθει η στιγμή που οι κούτες πάλι θα γεμίσουν...
σχόλια