Μπορεί να μην σου είπα ποτέ σε αγαπάω, όμως ποτέ μου δεν έπαψα να το αισθάνομαι. Μπορεί να μην σε φιλούσα συχνά, όμως ποτέ μου δεν έπαψα να σε νιώθω, τον πιο σημαντικό άνθρωπο της ζωής μου. Πέρασα δύσκολα και πάντα ήσουνα εκεί να με στηρίζεις. Ποτέ σου δεν μου είχες θυμώσει, ποτέ σου δεν με έκανες να νιώσω άσχημα, ούτε αμήχανα. Μου έδινες δύναμη, κουράγιο, θάρρος και παράλληλα μου πρόσφερες την τόση σου αγάπη. Αυτά τα χρόνια ήσουνα ο ήρωας ο δικός μου, που ποτέ δεν με είχε πληγώσει.
Χαρακτηριστικές στιγμές και αναμνήσεις μου έρχονται στο μυαλό, όταν χαζεύω φωτογραφίες μας. Κλαίω, πονώ αλλά χαμογελάω επίσης γιατί κάθε φορά που σε βλέπω στην κορνίζα, ταξιδεύουν γύρω μου εικόνες και ήχοι. Θυμάμαι, έντονες στιγμές να κάνεις τα νεύρα μου κουρέλια αφού το κινητό μου κτυπούσε αλύπητα - αναγράφοντας το όνομα σου - για να μου κάνεις πάντα τις ίδιες ερωτήσεις ξανά και ξανά. Όταν ήθελες να μου τηλεφωνήσεις, όλοι σου φώναζαν γιατί με έπαιρνες συχνά, αλλά η επιμονή σου δεν άκουγε κανένα παρά μόνο αυτό που ήθελες εσύ. Τώρα γιατί δεν κτυπά το τηλέφωνο;
Mόλις σε αντίκρισα δεν με κατάλαβαν τα θολά σου μάτια. Απομακρύνθηκα λίγο για να με δεις καλύτερα και όταν συνειδητοποίησες ποια ήμουνα, έσφιξες τα μάτια σου για να συγκρατήσεις τα δάκρυα σου αλλά μάταια. Ξέσπασες σε λυγμούς και αφού δεν μπορούσες να μου μιλήσεις μου κρατούσες το χέρι και μου έκανες νόημα για να έρθω κοντά σου να με φιλήσεις. Δυστυχώς μετά από τρείς βδομάδες έχασες την μάχη.
Έχουμε περάσει τόσο ωραίες στιγμές μαζί. Να κάνω κάτι εγώ και να με διορθώνεις εσύ, να με συμβουλεύεις και να μου λες με την έντονη φωνή σου ποιο είναι το σωστό. Να μου κάνεις όλα μου τα χατίρια ανεξαρτήτως αν ήμουνα μπέμπα, κοριτσάκι, κοπέλα ή φοιτήτρια. Για σένα πάντα ήμουνα, η μεγάλη σου αγάπη. Ήταν η ζωή σου να σου χορεύω, το απολάμβανες. Έπειτα σου άρεσε πολύ όταν προόδευα στην ζωή μου, ήσουνα περήφανος για εμένα. Χαιρόσουν με τις χαρές μου και πονούσες όταν πονούσα. Το ίδιο και εγώ. Ήσουνα ένας χαρούμενος άνθρωπος για αυτό και ποτέ μου δεν σε είδα να πονάς και να δακρύζεις, παρά μόνο μια φορά όπου έχει μείνει βαθιά χαραγμένη στην μνήμη μου. Ήταν Κυριακή, ήμουνα σπίτι μου - στο εξωτερικό λόγω σπουδών - και έβλεπα τηλεόραση όπου ξαφνικά κτυπά το τηλέφωνο. Ήταν η μαμά μου και μου έλεγε πόσο είχε χειροτερεύσει η κατάσταση σου. Μετά από τρείς μέρες ήμουνα κοντά σου, μόλις σε αντίκρισα δεν με κατάλαβαν τα θολά σου μάτια. Απομακρύνθηκα λίγο για να με δεις καλύτερα και όταν συνειδητοποίησες ποια ήμουνα, έσφιξες τα μάτια σου για να συγκρατήσεις τα δάκρυα σου αλλά μάταια. Ξέσπασες σε λυγμούς και αφού δεν μπορούσες να μου μιλήσεις μου κρατούσες το χέρι και μου έκανες νόημα για να έρθω κοντά σου να με φιλήσεις. Δυστυχώς μετά από τρείς βδομάδες έχασες την μάχη. Δεν άντεξες όμως ακόμη λίγα χρόνια για να με δεις με πτυχίο, να με δεις να παντρεύομαι, να κάνω παιδία. Το ήθελες πολύ.
Άραγε περνάς καλά στις πύλες του παραδείσου; Τι ρωτάω αφού είμαι σίγουρη γιατί οι συνθήκες της ζωής διάλεξαν να μου το λες με ένα δικό σου τρόπο. Έρχεσαι κρυφά στα όνειρα μου, μου χαμογελάς, με αγκαλιάζεις και φεύγεις. Κάθε βράδυ σε περιμένω, να έρχεσαι.
Η καταραμένη αρρώστια σε εμπόδισε βασανιστικά. Πολέμησες όμως με όλη την δύναμη της ψυχής σου. Δυστυχώς, κάποια στιγμή θα χάσουμε όλοι σε αυτό το παιχνίδι που λέγεται «ζωή». Και όλοι θα ξανασυναντηθούμε. Μην με ξεχάσεις μέχρι τότε! Να με σκέφτεσαι όπως και εγώ!
Σε αγαπώ αγαπημένε μου παππούλη.
σχόλια