Πεινασμένοι δρόμοι, κλέφτες κι αστυνόμοι… Εκτός της χώρας, το χάος. Εντός, το χάλι. Ζητιάνοι και επαίτες. Αγύρτες και σωτήρες. Φωστήρες κι ολετήρες. Οι ευφυείς και φίλεργοι κυβερνώντες μας, σε παραστάσεις με λαϊκό εισιτήριο, παίζουν την φαρσοκωμωδία της «ανάπτυξης» με σκηνές μπουλβάρ από πάταξη νεοναζισμού. Ενδιαμέσως, αρσενικά γραΐδια, όπως θα τα έλεγε κι ο Κοραής, έχουν βγει με τη μετροταινία και ξεπουλούν αβέρτα, κύμα το κύμα, γαία τη γαία.
Η κατάντια του πληγωμένου και προς πώλησιν οικοπέδου γωνία, είναι προφανής:
Σκουπίδια, ανθρώπινα σαρκία που περιφέρονται αλλοπαρμένα, τσιμέντα μπετά και έργα μισοτελειωμένα μα παρατημένα. Οχήματα βαρέως τύπου που ελαφρά τη συνειδήσει των εργολάβων περιδιαβαίνουν σε ένα ημιτελές καλοπληρωμένο οδικό δίκτυο-ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Μπαζωμένες άναρχα ενημερώσεις που προστιμοποιούνται κατ’ ελάχιστον, αφού πρώτα προστυχοποιούνται οι υπηρετούντες. Δηωμένες συλλογικές συμβάσεις και συνειδήσεις. Πολιτικά διλήμματα υπό τύπου τρίλιζας. Νέα σχέδια συρρίκνωσης του εισοδήματος αλλά και της αξιοπρέπειας κάθε πολίτη. Μνημόνια-μνημούρια.
Αλλού ο… Παπάς, αλλού τα μαύρα «ράσα» με τη σβάστικα, αλλού τα εξαπτέρυγα κι αλλού τα… καντήλια! Πόσα θα κατεβάσουν ακόμα κατά τις αποφυλακίσεις, ουδείς γνωρίζει-ει μη μόνον οι ενδημούντες στην Ιερουσαλήμ που «έπεσαν από τα σύννεφα».
Στις αλλεπάλληλες πολιτικές και νομικές αντιπαραθέσεις, επιστρατεύονται οξύνοα επιχειρήματα επιπέδου νηπιαγωγείου, προηγμένες ύβρεις, αναπαλαιωμένα κομματικά τσιτάτα και η σαρκοβόρα διαλεκτική των άκρων, με ύψωση του μέσου (δακτύλου). Ανασύρονται, κάθε μακρά ή μικρά προεκλογική περίοδο, από τις μουχλιασμένες ντουλάπες της σκέψης και μυρίζουν ναφθαλίνη μαζί με σαπισμένη λεβάντα.Το όραμα για τον τόπο έχει λάβει σάρκα και οστά που τρίζουν ή έχουν λιώσει στα οικονομικά κρεματόρια εξαθλίωσης.
Οι αργυραμοιβοί της εξουσίας ξαναστήνουν κονάκια σε κάθε γειτονιά της πατρίδας. Πάλι το βήμα βλέπουν, μα όχι το στόχο. Πάλι το αποτέλεσμα σκιάζονται, οπότε προσκυνούν την αιτία του. Έτοιμοι και πάλι να ξεπουλήσουν όσο-όσο τα γανωμένα μπακίρια της ιστορίας, τα μικρονήσια, τα υποτιθέμενα πετρέλαια. Να συναλλαγούν σα δουλέμποροι με τους ευρωεθνέμπορες, σε συναλλαγματικά παζάρια και συνταγματικά τόξα. Σε αδιάθετη διαθεσιμότητα και ασυγκίνητη κινητικότητα. Σε νέα λογιστικά τερτίπια μιας χρεοκοπημένα ανέξοδης πολιτικής του μπακαλόχαρτου και των μπακαλόγατων. Σε νέα φτώχεια. Ευρωνότια και Μερκελική. Άγρια και απειλητική. Φορολογητέα και ανικανοαρπακτική στον υπερθετικό και τον υποθετικό.
Μόνο ο ένας στους τρεις Έλληνες, εξακολουθεί ακόμη να εργάζεται. Η μακροχρόνια ανεργία χτυπά αμείλικτα. Ου μόνον ενδημεί στη χώρα, αλλά απλώνεται σα σύγχρονη πανούκλα…
Ζούμε σε εποχές δολοφονικές. Πολιτικών αλαλαγμών και λαϊκών ολολυγμών. Κραυγών και ψιθύρων για τους ενόχους και τους συνενόχους. Τους φασίστες με τα μαύρα και τους φασίστες με το ακριβό μανικετόκουμπο. Με τάγματα εφόδου ενδεδυμένα την προβιά πολιτικού κόμματος. Με προστάγματα κατά αποσταγμάτων δημοκρατίας.
Στην οδό χρυσαύγουλων, στον αριθμό μηδέν, μένει η κυρά-Πατρίδα. Ρίχνει βρομόνερα στα παλιόπαιδα που της σπάνε τα τζάμια, τσακώνεται με τις γειτόνισσες για το χρώμα της μπουγάδας. Γυρίζει με μισή παντόφλα στα ευρωπαϊκά παζάρια και γλύφει τις μεγαλοκυράδες χώρες για να πάρει τα αποφόρια τους κι ολίγα δανεικά, με αντάλλαγμα ιδανικά. Ξεχασμένη ολημερίς στο τηλεορασοκουβεντολόι, αφήνει πάνω στη φωτιά το καζάνι της κοινωνίας να βράζει…
(Μαργαρίτα Ικαρίου, δημοσιογράφος)