Παραθαλάσσιο μπαράκι, πράσινο και θάλασσα. Μουσική ροκ***

Παραθαλάσσιο μπαράκι, πράσινο και θάλασσα. Μουσική ροκ*** Facebook Twitter
0

Για έναν προορισμό ζωής, για ένα τόπο που για μένα είναι προορισμός ζωής.
«Μεγάλος είσαι κόσμε και πώς να σε γνωρίσω» που σημαίνει ότι είναι πολλοί οι προορισμοί ζωής.
Νύχτα καλοκαιριού ήταν... Παρέα! Παρέα και οι πρώτες μπύρες , το γεμάτο αποτσίγαρα τασάκι. Δίπλα στη θάλασσα. Στην παραλία , στις πνοές του ανέμου. Η μοίρα να κυβερνά τη κίνηση του νερού, φυλαγμένες κουβέντες, κουβέντες που ειπώθηκαν. Η σκέψη να ταξιδεύει... μαζί με τη ψυχή ...και να αναρωτιέμαι πως ταξιδεύει η ζωή.
Η νύχτα άρχισε να φωτίζεται από τη σελήνη. Φέτα καρπούζι το σχήμα της σελήνης. Οι μπύρες έδωσαν τη θέση τους στη βότκα.
Και οι κουβέντες της παρέας αυξήθηκαν.
«Τις νύχτες σου τις χόρεψες
και τώρα ξεμακραίνεις
τα χρόνια σου τα ξόδεψες
κι άλλα δεν περιμένεις»
Αν και όλα είχαν ειπωθεί... στην πραγματικότητα τίποτα δεν είχε ειπωθεί. Περίμενα το καινούριο, περίμενα την πορεία της νύχτας να καθοριστεί από τη μοίρα των κυμάτων...
Παραθαλάσσιο μπαράκι, πράσινο και θάλασσα. Μουσική ροκ. Εικόνα υπέροχη ...σαν να σου λέει ότι πρέπει να ζήσεις...
«Ύστερα ήρθαν οι χαρούμενες παρέες...
Όλο μου 'λέγαν, σε κανέναν δε χρωστάω.
Με πότιζαν οινόπνευμα να μάθω να γελάω,
κι εγώ τις άφησα κι έψαξα για νέες.»
Άλλο ένα ποτό , αλλά δύο τσιγάρα και ...πάμε στους καταρράκτες. Τρελή νύχτα... το μαύρο της θάλασσας κόντρα στο λιγοστό φως που μας μας χάριζε η σελήνη.... που θα πάει σε λίγο θα αυξηθεί το φως ... περαστικά σύννεφα έκρυβαν τον έναστρο ουρανό. και τη σελήνη. Η ευθυμία της παρέας , η νυχτερινή πεζοπορία , ο άνεμος που είχε δυναμώσει και...
Δεν έβλεπα. Πλούσια βλάστηση και στον ορίζοντα βράχια και ό ήχος του νερού.
Στη στροφή λίγο πριν τον προορισμό ...
Στη στροφή της ζωής...
Εκεί που τα βλέπεις όλα διαφορετικά ...σαν τελευταία φορά...
Το θαύμα έγινε.... Η σπηλιά πίσω από τους καταρράκτες. Αυτό ήταν η έκπληξη της νύχτας.
Ο φόβος υποχώρησε και... η ομορφιά έγινε ελπίδα και δύναμη... ελπίδα ότι ίσως τα καταφέρω και τη βγάλω καθαρή.
«νιώθω να σφίγγουν την ζωή μου κρύα χέρια
και με το θάρρος μου απ' τα γόνατα κομμένο.»
Κρύσταλλοι γαλαζοπράσινοι ελαφρώς φωτισμένη από το φως της αντανάκλαση της σελήνης που φτάνει στη σπηλιά μέσα από το άνοιγμα. Προχωρώ...
Με φόβο...
Σε ένα «δωμάτιο» μέσα στη σπηλιά , κάπως έτσι μου μοιάζει. Ακουμπώ στην άκρη. Θαυμάζω την ομορφιά.
Σαν να έχει ναυαγήσει η ψυχή μου νιώθω..
Η έκπληξη τεράστια. Χρώματα κίτρινα και κόκκινα ,φωσφορίζουν επάνω στα βράχια. Σαν κάποιος να έχει γράψει κάτι... Προσπαθώ να διαβάσω...
«Θέλω να σε μάθω» διαβάζω και δεν πιστεύω στα μάτια μου. Γαμώτο πρέπει να είμαι πολύ μεθυσμένος , λέω από μέσα μου.
Λες να έχω παραισθήσεις...
Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου. Μα και πάλι το ίδιο βλέπω. Κάποιος έγραψε αυτή τη φράση με φωσφορίζοντα χρώματα.
Η βουή του αέρα δημιουργεί παράξενους ήχους... παράξενες φωνές... σαν να φωνάζει ένα μικρό κορίτσι... από πόνο... από πείσμα.... από ανησυχία... Δεν μπορώ να προσδιορίσω την κραυγή... αλλά δεν τη φοβάμαι..
Κι άλλη παραίσθηση λέω στον εαυτό μου...
Μα να ο ήχος άλλαξε ..τώρα πια είναι γέλιο... γέλιο από ευτυχία ... από τυπικότητα... από αμηχανία...
Κάτι στενά μονοπάτια με οδηγούν από το δωμάτιο της σπηλιάς στο εσωτερικό της. Παράξενες διακλαδώσεις. Κάτι σαν λαβύρινθος. Το φως λιγοστεύει.
«Περιμένω μια ελπίδα να ανεβαίνει ως το βλέμμα
Μια καινούρια ιστορία να μου γρηγορέψει το αίμα
Κάτι που να μου αλλάζει ό,τι ήξερα ως τώρα
Βλέπω η στιγμή πώς μοιάζει λίγο πριν τα χάσεις όλα.»
Με παρέα την ελπίδα προχωρώ... τώρα πια επικρατεί απόλυτο σκοτάδι.. το διάβα μου σταματά επάνω σε μια τεράστια πέτρα. Ζόρι. Προσπαθώ να μετακινήσω το βράχο για να προχωρήσω μέσα ...στο βάθος ...σε μια ενδεχόμενη έξοδο ζωής...
«Όμως απόψε πρέπει να τα καταφέρω
δεν έχω δύναμη τα πόδια μου να πάρω
μακάρι να 'τανε κάπως αλλιώς δεν ξέρω»
Με όλη τη δύναμή μου , με όλο μου το «είναι» ο βράχος μετακινείται. Και πράγματι άξιζε ο κόπος. Από ψηλά η σελήνη να φωτίζει και πάλι το διάβα μου. Σαν να είμαι στο κρατήρα ενός ηφαιστείου και από ψηλά να φαίνεται η σελήνη. Φως και πάλι.
Κάθομαι.
Ο φόβος υποχώρησε. Μόνο λίγο κρύο έχει...
Κι άλλο θαύμα. Ένα ψάθινο πανέρι. Και μέσα καρύδες!!!
Μα το Δία που βρίσκομαι; Ελλάδα είμαι δεν είμαι σε κανένα εξωτικό νησί.
Μηνύματα πείνας και δίψας εκπέμπει ο εγκέφαλός μου. Να η λύση: οι καρύδες.
Σπάζω μια καρύδα. Ρουφώ το υγρό της. Στο στόμα μου γεύση καρύδα με αλμύρα. Γεύση ζωής , γεύση ελπίδας , γεύση έρωτα ζωής...
Σαν θαύμα της ζωής , σαν φιλί ζωής οι καρύδες της αλμύρας.
Η χαρά μου είναι τόσο μεγάλη που τώρα πια αρχίζω να τρομάζω. Σαν κάποιος διάβολος να παίζει μαζί μου... σαν κάποιος να δοκιμάζει τις αντοχές μου. Η σπηλιά όμως με προστατεύει... σκέφτομαι...μα και πάλι δύσκολα να ηρεμήσω. Οι καρύδες πως βρέθηκαν εδώ μέσα; Μα και πάλι τι μπορεί να μου κάνει ο διάβολος; Εγώ είδα την ομορφιά της σπηλιάς ...ας πεθάνω...
«Ο διάολος κάθεται και βλέπει
Να μου γελάει σαν παλιόφιλος ο θάνατος
Να μου θυμίζει κάτι πλάκες
Βάζει το χέρι του στην τσέπη
Και τι ψυχή έχει μια ψυχή, θα γίνω αθάνατος
Ο διάολος ψάχνει για μαλάκες»
Ανηφορικά σκαλοπάτια φάνηκαν στα δεξιά μου καθώς η σελήνη διαγράφει τη τροχιά της και φωτίζει διαφορετικά τώρα το άνοιγμα του κρατήρα της σπηλιάς. Να και πάλι η τύχη μου... η τύχη της σπηλιάς! Τώρα που με έζωσαν μαύρες σκέψεις η σπηλιά έδωσε τη λύση. Με μια ρουφηξιά από το χυμό της καρύδας αρχίζει η ανηφορική πορεία.
Πορεία στα τυφλά. Το φως της σελήνης δεν φτάνει ... πορεία και πάλι στα τυφλά. Μια ριπή αέρα με διαπερνά καθώς ανηφορίζω...μια ριπή ανατριχίλας... σαν την ανατριχίλα από το πρώτο τσιγάρο...όλο το κορμί μου... όχι αυτός δεν είναι αέρας είναι κάτι άλλο...σαν ηδονή... ηδονή της γόησσας σπηλιάς! Σαν να έχω πάει στο ευαίσθητο σημείο της σπηλιάς... αλλιώς πώς να εξηγήσω αυτή τη ριπή-ηδονή του ανέμου.. τώρα η ριπή σαν να έχει μορφή...σαν να με κυκλώνει... Και ο η ριπή του αέρα καθώς αντανακλά πάνω στα βράχια της σπηλιάς φτιάχνει μελωδίες , φτιάχνει λόγια.
« Εγώ σου έδειξα να είσαι
Να χαίρεσαι την ομορφιά
Σαν τον αέρα να κινείσαι
Και στο νερό και στη φωτιά»
Τα χάπια μου και τα ναρκωτικά μου επειγόντως, φωνάζω. Ζω το μεγαλύτερο στόρυ της ζωής μου! Και μα αρέσει...ας ήταν έτσι και η ζωή μου και ας ήμουν κάθε μέρα ναυαγός.
Στην πορεία , στην ανηφορική πορεία.
Συνεχίζω...
Νιώθω ότι είμαι λίγο πριν την έξοδο... στην έξοδο της σπηλιάς ...
Μα δεν θέλω να φύγω...
Λέω να κατέβω και πάλι μέσα στη σπηλιά και ας μην αντέχουν οι δυνάμεις μου...
«Ποια δύναμη σου πήρε τις ελπίδες
και σ' άφησε να ζεις μ' αυτά που είδες.»
Μα όχι η σπηλιά ήταν η δύναμη , στη σπηλιά είδα τη δύναμη...
Στη σπηλιά λοιπόν...
«Τώρα γυρίζω για να κάνω
Αυτό που πρέπει
Και μ' όσες πέτρες μου αφήσαν
Οι βροχές
Θα φτιάξω σπίτι μόνο Θάλασσα
Να βλέπει
Και στα παράθυρα του μόνο ξύλα
Από κουπαστές.»

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ