Χρόνια πριν έπρεπε να τα μάθεις, να τα ξέρεις καλά. Να τα παίζεις στα δάχτυλα, να κάνεις λάθη μικρά.
Κόμμα (,) για ανεπαίσθητη παύση, για μία αναπνοή, για σένα που διστάζεις. Που δεν ξέρεις γιατί.
Ερωτηματικό (;) για ν' ανεβοκατέβει σωστά η φωνή. Για ενδιαφέρον. Για απορία ειλικρινή. Είσαι στ' αλήθεια εσύ; Εκτός κι αν θέλεις πλάγια κι ύπουλη. Ερώτηση κι αυτή.
Θαυμαστικό (!) για πάθος! Για θυμό! Για ενόχληση! Για ορμή! Για σένα που ζεις, που θέλεις και μπορείς.
Τελεία (.) για το τέλος. Για STOP κοκκινωπό. Για κενό ανάλογο και ύφος σχετικό.
Αποσιωπητικά (...) για αίσθηση και για δουλειές μισές. Να λες και να μη λες. Να θες και να μη θες. Αποσιωπητικά για...
Κάποια τα ψιλόμαθες, δεν ήθελες πολύ. Ποιος, αλήθεια, άλλωστε τα χρησιμοποιεί;
Άνω τελεία (·) για διάλειμμα. Για λίγο ή πολύ. Άνω τελεία για εξήγηση και δράση τρομερή.
Παύλα (–) για αντίθεση. Για διαφορά· για αλλαγή μεγάλη. Έχεις – μα θέλεις κι άλλη.
Ενωτικό (-) για ανάμειξη και σύνθεση τρανή. Νύχτα-μέρα, βράδυ-πρωί, ράβε-ξήλωνε, φτου κι απ' την αρχή.
Και τώρα ήρθε το ίντερνετ και παίζεις με τις λέξεις, και κάθεσαι και σκέφτεσαι τι πρέπει να διαλέξεις.
Να 'ναι καλύτερα τελεία ή μήπως ένα κόμμα?
Να βάλεις δυο θαυμαστικά ή μήπως είσαι λιώμα?
Να 'ναι οι τρεις τελίτσες πια ξενερουά?
Δε βάζεις, τέλος, τίποτα για να 'σαι χαλαρά.