Η απόφαση του να ταξιδέψω στην Αφρική, ήρθε σαν απάντηση σε όσους και όσες με απέτρεψαν σε αυτή μου τη φιλοδοξία. Οι κύριοι λόγοι όμως που με οδήγησαν στο νότιο ημισφαίριο ήταν δύο: α) η αγάπη μου για την επιστήμη που δε βασίζεται σε θεωρίες, αλλά σε πράξεις και β) η ελπίδα ότι το παράδειγμα μου θα αποτελούσε κίνητρο για την οικογένεια τους φίλους και τον περίγυρο μου, ώστε να καταλάβουν ότι η δύναμη της θέλησης κοντράρει όλους τους πιθανούς περιορισμούς.
Έτσι βρέθηκα να γιορτάζω τα εικοσιένα μου χρόνια μέσα σε ένα λεωφορείο που διέσχιζε ένα κομμάτι της Δυτικής Αφρικής παρέα με το Γιάννη, φίλο, συμφοιτητή, συνεργάτη και ένα από τα πιο ανήσυχα πνεύματα που ξέρω. Μια πορεία που πράγματι επιβεβαίωσε μέσα μου τα λόγια του Όσκαρ Ουάιλντ πως «Οι δύο πιο σημαντικές μέρες της ζωής σου είναι η μέρα που γεννιέσαι και η μέρα που συνειδητοποιείς το γιατί».
Για να αλλάξει ο κόσμος πρέπει πρώτα να ερμηνευτεί και για να ερμηνευτεί οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τα κατάλληλα εφόδια. Εφόδια που δε σχετίζονται με τους βαθμούς που γράψαμε στις Πανελλαδικές εξετάσεις και που σίγουρα δε θα αποκτήσουμε καθισμένοι/ες στον καναπέ ή το κρεβάτι μας.
Από την παιδική μου ηλικία, ήμουν διαβαστερή, καλή μαθήτρια, το καμάρι της οικογένειας των εκπαιδευτικών. Υπήρχαν όμως φορές που δεν ήξερα, γιατί οι γονείς μου επένδυαν τόσο πολύ στη μόρφωση μου, αλλά κυρίως για το πού τελικά θα μου χρησιμεύσει αυτή γνώση. Ύστερα ήρθε το πανεπιστήμιο, η δυνατότητα συμμετοχής σε συνέδρια, η τεκμηρίωση αυτής της γνώσης και η παραγωγή της με απτά αποτελέσματα. Όμως και πάλι τούτη τη γνώση δεν ήξερα τι να την κάνω και αν και ο τρόπος σκέψης μου σίγουρα είχε αλλάξει από τα μαθητικά μου χρόνια δε μπορούσα να απαντήσω σε αυτό μου το ερώτημα.
Μέχρι που μπήκα σε μία σχολική τάξη ενός λυκείου στο Ταμάλε, δώδεκα ώρες μακριά από την Άκκρα την πρωτεύουσα της Γκάνα. Εκεί, βίωσα τη συγκλονιστική εμπειρία του volunteer teaching, ενώ την ίδια στιγμή περνούσαν από το μυαλό μου οι εικόνες των δικών μου δασκάλων και καθηγητών που συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και των επιλογών μου. Συζητώντας λοιπόν με αυτά τα παιδιά, κατάλαβα πως μας συνέδεε ένα κοινό στοιχείο. Αυτό το στοιχείο ήταν η εκπαίδευση που αποτελεί κοινό σημείο αναφοράς σε όποιο σημείο του κόσμου και αν βρίσκεσαι, όποια γλώσσα και αν μιλάς. Είναι εκείνη που σε εντάσσει σταδιακά στο κοινωνικό σύνολο που σου δίνει τη δυνατότητα ακόμη και να ανατρέψεις τις νόρμες του ως προς την αναπαραγόμενη ανισότητα. Εκτός αν δεν ξέρεις πως να τη χρησιμοποιήσεις ή εκτός αν δεν έχεις πρόσβαση σε αυτή.
Η απορία που τριβέλιζε το μυαλό μου όλο αυτό το διάστημα λύθηκε, καθώς συνειδητοποίησα πως μέσω της γνώσης δε γίνεσαι ο σούπερ ήρωας ή η σούπερ ηρωίδα που θα σώσει τον κόσμο. Εδώ μας είναι δύσκολο να διαχειριστούμε τα προβλήματα του σπιτιού, της πολυκατοικίας, της γειτονιάς μας. Αντίθετα, μας δίνεται ένα πάτημα στο να έρθουμε πιο κοντά με τα όρια μας, γνωρίζοντας το ποιοι και το ποιες τελικά είμαστε, αλλά και το ποιοι και ποιες θέλουμε να γίνουμε. Γιατί, για να αλλάξει ο κόσμος πρέπει πρώτα να ερμηνευτεί και για να ερμηνευτεί οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τα κατάλληλα εφόδια. Εφόδια που δε σχετίζονται με τους βαθμούς που γράψαμε στις Πανελλαδικές εξετάσεις και που σίγουρα δε θα αποκτήσουμε καθισμένοι/ες στον καναπέ ή το κρεβάτι μας.
* τριτοετής φοιτήτρια του τμήματος Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ακαδημαϊκή υπότροφος του ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος στον κλάδο της Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού.