Σχεδόν 10 χρόνια από τη στιγμή που, μετά τη σύλληψη του Ντομινίκ Στρος- Καν, βρέθηκε και η ίδια στο επίκεντρο της δημοσιότητας- και επιθέσεων- γιατί τον κατήγγειλε για απόπειρα βιασμού, η Τριστάν Μπανόν βοήθησε στη διαμόρφωση του νέου νόμου της Γαλλίας για τη σεξουαλική κακοποίηση.
Όταν ο Στρος-Καν συνελήφθη τον Μάιο του 2011 στη Νέα Υόρκη, κατηγορούμενος για βιασμό καμαριέρας σε ξενοδοχείο, ήταν επικεφαλής του ΔΝΤ και θεωρούνταν ότι θα γίνει ο επόμενος πρόεδρος της Γαλλίας. Οι κατηγορίες τελικά αποσύρθηκαν, αλλά η υπόθεση έβαλε τέλος στην πολιτική καριέρα του.
Μετά τις αποκαλύψεις, η Τριστάν Μπανόν κατήγγειλε ότι παλιότερα ο Ντομινίκ Στρος- Καν αποπειράθηκε να τη βιάσει. Και ενώ στις ΗΠΑ οι εισαγγελείς επικεντρώθηκαν στη ζωή της Ναφισάτου Ντιαλό, της μετανάστριας καμαριέρας που κατηγόρησε τον Στρος- Καν, για βιασμό, στη Γαλλία τα ΜΜΕ αποδομούσαν την Μπανόν.
Υπήρχαν ρεπορτάζ που περιέγραψαν τη δημοσιογράφο και συγγραφέα ως φαντασιόπληκτη, ψεύτρα, μια γυναίκα που έπαιρνε ουσίες και έπινε και ως μια υστερική καιροσκόπο που «της άρεσε να παρτάρει».
Τελικά οι κατηγορίες αποσύρθηκαν. Στις ΗΠΑ, οι εισαγγελείς επικαλέστηκαν ζητήματα με την αξιοπιστία της καταγγέλλουσας και ασαφείς σωματικές αποδείξεις. Στη Γαλλία, οι εισαγγελείς δήλωσαν ότι υπήρχε έλλειψη αποδείξεων για την απόπειρα βιασμού.
Η Μπανόν θα μπορούσε να είχε εξαφανιστεί έπειτα από αυτό που έζησε. Όμως, την προηγούμενη εβδομάδα πανηγύριζε για βοήθησε στην υιοθέτηση νέου νόμου για την προστασία παιδιών και εφήβων από τη σεξουαλική επίθεση.
Οι Γάλλοι βουλευτές ενέκριναν ομόφωνα νομοσχέδιο που ορίζει τα 15 έτη ως ηλικιακό όριο μη συναίνεσης. Κανένα παιδί κάτω από αυτή την ηλικία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συναίνεσε να κάνει σεξ με άνθρωπο τουλάχιστον 5 χρόνια μεγαλύτερο. Σε περιπτώσεις αιμομιξίας το ηλικιακό όριο είναι στα 18 έτη.
Αρχικά οι βουλευτές είχαν θέσει το όριο στα 13 έτη. Όμως μια πρωτοβουλία που οργάνωσε η οργισμένη Μπανόν- η οποία δημοσίευσε μια φωτογραφία του εαυτού της όταν ήταν 13 ετών- υπεγράφη από 162 προσωπικότητες, αναγκάζοντας τον υπουργό Δικαιοσύνης Ερίκ- Ντιπόν Μορετί να επανεξετάσει το ζήτημα.
Η καταγγελία κατά του Στρος-Καν
Η Τριστάν Μπανόν πιστεύει ότι χωρίς την Ναφισάτου Ντιαλό δεν θα είχε υπάρξει κίνημα #MeToo στη Γαλλία, κάτι που- σημειώνει- οδήγησε τελικά στην αλλαγή της νομοθεσίας. «Στη Γαλλία θα είχε καταλάβει τρεις γραμμές στην εφημερίδα και θα είχε τελειώσει πολύ γρήγορα. Ήταν η πρώτη υπόθεση που βρέθηκε στους τίτλους», σχολίασε.
Η ίδια ήταν 23 ετών, απόφοιτη δημοσιογραφίας που ήλπιζε να γίνει συγγραφέας, όταν το 2002 πήγε να πάρει συνέντευξη από τον Ντομινίκ Στρος-Καν για ένα περιοδικό. Εκείνος ήταν 53 ετών και κορυφαίο στέλεχος των Σοσιαλιστών. Επίσης, ήταν πατέρας ενός εκ των πιο στενών φίλων της και πρώην σύζυγος της νονάς της.
Όμως, σύμφωνα με την ίδια, εκείνος της όρμησε, έβαλε διά της βίας τα χέρια του μέσα στο παντελόνι της, άρπαξε το στήθος της και αποπειράθηκε να τη βιάσει. Ο Στρος-Καν το διέψευσε λέγοντας ότι προσπάθησε να τη φιλήσει.
Σύμφωνα με την ίδια, η μητέρα της και φίλοι της την απέτρεψαν να καταγγείλει το περιστατικό στην αστυνομία, λέγοντας ότι κανείς δεν θα την πιστέψει και πως αυτή η κατηγορία θα καθορίσει τη ζωή της.
Όταν το 2011 ο Στρος- Καν συνελήφθη στη Νέα Υόρκη, η Μπανόν αποφάσισε να δράσει. «Κατέθεσα καταγγελία για απόπειρα βιασμού, που απορρίφθηκε, αλλά ο εισαγγελέας αναγνώρισε ότι είχα δεχθεί σεξουαλική επίθεση. Αν και είχε επέλθει παραγραφή, ήταν πολύ σημαντικό για εμένα να αναγνωριστεί ότι μου είχε κάνει κάτι», δηλώνει η ίδια.
Μιλώντας στον Guardian η Μπανόν περιγράφει πόσο δύσκολη ήταν η περίοδος που ακολούθησε, λόγω των δημοσιευμάτων σε βάρος της.
«Ήταν τόσο δύσκολο. Το χειρότερο πράγμα το 2011 ήταν ότι αντιμετωπίστηκα ως ψεύτρα, κατηγορήθηκα. Ήταν άδικο και βίαιο. Θα μπορούσα να καταλάβω τους δημοσιογράφους που έλεγαν ότι δεν ήξερα τι συνέβη επειδή δεν ήταν εκεί, αλλά δεν μπορώ να συγχωρήσω εκείνους που με αντιμετώπισαν ως ψεύτρα. Κάθε φορά που άνοιγα την τηλεόραση κάποιος μιλούσε για εμένα, όλες οι εφημερίδες μιλούσαν για εμένα. Έλεγαν ότι είμαι διαταραγμένη, ότι έπινα και έπαιρνα ναρκωτικά, όταν δεν έχω καπνίσει ποτέ ούτε τσιγάρο», δηλώνει.
«Έπαιρναν συνεντεύξεις από ανθρώπους που με είχαν συναντήσει για τρεις ώρες. Ήταν εύκολο για εκείνους. Ήμουν μια μικρή, αδύνατη γυναίκα, που έμοιαζε εύθραυστη και έλεγαν αηδιαστικά πράγματα», συμπληρώνει.
Η παιδική ηλικία της την είχε κάνει ανεξάρτητη, αλλά δεν την είχε προετοιμάσει για τέτοια επίθεση. Λίγες ώρες μετά τη γέννησή της σε ένα πλούσιο προάστιο του Παρισιού, ο πατέρας της- ο Γαλλομαροκινός επιχειρηματίας Γκαμπριέλ Μπανόν, οικονομικός σύμβουλος του προέδρου Ζορζ Πομπιντού και του Γιασέρ Αραφάτ- εγκατέλειψε τη μητέρα της, την επιχειρηματία που έγινε πολιτικός με τους Αν Μανσουρέ.
Η τελευταία, που έχει παραδεχθεί ένα φλερτ με τον Στρος-Καν, κάτι που ο ίδιος δεν επιβεβαίωσε ποτέ, κατά κύριο λόγο άφηνε την κόρη της με την κουβερνάντα.
Το 2011, η Μπανόν ζούσε με επιδόματα 400 ευρώ τον μήνα, μετά βίας κοιμόταν και την αποκαλούσαν «το κορίτσι που είχε πρόβλημα με τον πολιτικό». Σήμερα έχει εκδώσει πλέον δέκα βιβλία, ανάμεσά τους και η εξιστόρησή της για την υπόθεση με τον Στρος-Καν, βασισμένο στο ημερολόγιο που κρατούσε εκείνη την εποχή.
Έχει παντρευτεί και έχει αποκτήσει δύο παιδιά, πέντε και ενός έτους. Η πρώην Πρώτη Κυρία της Γαλλίας, Κάρλα Μπρούνι, ήταν μάρτυρας στον γάμο της και είναι νονά της κόρης της.
«Σήμερα είμαι χαρούμενη. Ο Στρος- Καν έχει χρήματα, ζει καλά. Ένα άλλο κομμάτι μου λέει ότι πλέον δεν είναι στη δημόσια σφαίρα, δεν είναι τίποτα στην πραγματικότητα. Είμαι ενθουσιασμένη που πέρασε αυτός ο νόμος, έχω γράψει 10 βιβλία, έχω έναν αξιολάτρευτο σύζυγο και δύο παιδιά και είμαι υπερήφανη για ό,τι έχω κάνει», καταλήγει η Μπανόν.
Με πληροφορίες από Guardian