Όταν το αεροσκάφος του Αντόνιο Σένα συνετρίβη, εκείνος γλίτωσε σχεδόν χωρίς γρατσουνιά. Όμως, τα δύσκολα ήταν μπροστά του. Είχε πέσει στην καρδιά του τροπικού δάσους του Αμαζονίου.
Ο 36χρονος επέζησε σχεδόν ένα μήνα περπατώντας στο δάσος, προσπαθώντας να βρεθεί κοντά σε κατοικημένη περιοχή. Όλα ξεκίνησαν στις 28 Ιανουαρίου, όταν το αεροσκάφος του συνετρίβη, ενώ διασώθηκε στις 6 Μαρτίου.
Τις ημέρες που μεσολάβησαν προσπαθούσε να βρει τον δρόμο του, να αποφύγει τα επικίνδυνα άγρια ζώα αλλά και να επιζήσει με τα ελάχιστα που έβρισκε να φάει στο δάσος.
Ο Σένα πραγματοποιούσε την παρθενική πτήση του για τη μεταφορά πετρελαίου σε χρυσοθήρες που είχαν κατασκηνώσει παράνομα εντός προστατευόμενης περιοχής. Πετούσε σε υψόμετρο 3.000 ποδιών, όταν το 48 ετών μονοκινητήριο Cessna 210 αντιμετώπισε πρόβλημα.
Ο 36χρονος πιλότος αποφάσισε να κατευθύνει το αεροπλάνο σε μια σειρά από φοίνικες, εκτιμώντας ότι κάπου εκεί κοντά θα βρισκόταν ένα ποτάμι και έστειλε σήμα κινδύνου από τον ασύρματο, αναφέροντας τη θέση του, ελπίζοντας ότι κάποιος θα τον ακούσει.
Το Cessna «έξυσε» κάποια δέντρα και συνετρίβη, αλλά εκείνος βγήκε σώος. Πρόλαβε να αρπάξει έναν σουγιά, έναν φακό, δύο αναπτήρες και ένα κινητό τηλέφωνο με ελάχιστη μπαταρία, προτού βγει από το αεροσκάφος, που λίγες στιγμές αργότερα τυλίχθηκε στις φλόγες.
Η επιστροφή του Σένα στο σημείο της συντριβής
Αρχικά κατασκήνωσε κοντά στα συντρίμμια, ελπίζοντας ότι θα είναι ορατά από αέρος. Είδε αρκετές φορές να περνά από πάνω του αεροσκάφος, προσπάθησε να ουρλιάξει και να κάνει νοήματα στους πιλότους για να τον εντοπίσουν, αλλά μάταια.
Τελικά αποφάσισε ότι η μόνη του επιλογή ήταν να περπατήσει για να βρεθεί σε ασφαλές μέρος. Μια απόσταση μόλις 17 μιλίων, που όμως του πήρε πάνω από ένα μήνα μέσα στο πυκνό δάσος. Χρησιμοποιώντας το κινητό του- προτού αυτό κλείσει- μέσω εφαρμογής εντόπισε το κοντινότερο ποτάμι. Στη συνέχεια κινούνταν προς τα ανατολικά, με «οδηγό» του τον ήλιο.
Τις ημέρες περπατούσε και το βράδυ κοιμόταν σε λόφους, καθώς θυμόταν ότι τα άγρια ζώα είναι πιο πιθανό να κυνηγούν κοντά στο νερό. Όμως, συχνά τον πολιορκούσαν μαϊμούδες- αράχνη, που προσπαθούσαν να καταστρέψουν το πρόχειρο καταφύγιό του. «Προστατεύουν πολύ την περιοχή τους, δεν θέλω να ξαναβρεθώ στον δρόμο τους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Από την άλλη όμως, οι μαϊμούδες αποδείχθηκαν ένας πολύτιμος βοηθός. Άρχισε να τρώει ροζ καρπούς τους οποίους είχε δει να καταναλώνουν και αυτά τα ζώα και υπέθεσε ότι είναι ασφαλείς για τον άνθρωπο, ενώ εντόπισε και λίγα αυγά πουλιών.
Έπειτα από περίπου τέσσερις εβδομάδες και έχοντας χάσει 25 κιλά, άρχισε να έχει αμφιβολίες για το αν θα καταφέρει να επιζήσει τελικά. Τότε, άκουσε έναν ανέλπιστο ήχο από μακριά: ένα αλυσοπρίονο.
Ο Σένα ενθουσιάστηκε, αλλά αποφάσισε πως ήταν σοφότερο να σταματήσει για τη νύχτα. Φοβόταν ότι μπορεί να χανόταν αν προσπαθούσε να εντοπίσει την πηγή του ήχου ενώ έπεφτε η νύχτα. «Θεέ μου, κάν’τους να χρησιμοποιήσουν ξανά αυτό το αλυσοπρίονο», θυμάται ότι προσευχήθηκε προτού κοιμηθεί εκείνη τη νύχτα.
Το επόμενο πρωί το άκουσε ξανά, για λίγο. Συνέχισε να περπατά και το απόγευμα εντόπισε μια οικογένεια ντόπιων, που βρίσκονταν εκεί για να μαζέψουν καρύδια. Για καλή του τύχη, ήταν η πρώτη φορά που πήγαιναν σε αυτό το σημείο του τροπικού δάσους τα τελευταία τρία χρόνια. Αναγκάστηκαν να το κάνουν, λόγω των οικονομικών προβλημάτων που τους προκάλεσε η πανδημία.
Ο Αντόνιο Σένα με την οικογένεια που τον έσωσε
Μαζί τους οι ντόπιοι είχαν ασύρματο, μέσω του οποίου επικοινώνησαν με συγγενή στην οποία ζήτησαν να τηλεφωνήσει στη μητέρα του πιλότου και να την ενημερώσει ότι είναι ζωντανός.
Έπειτα από αυτή την περιπέτεια, ο Σάντος αποφάσισε να μην συνεργαστεί ποτέ ξανά με παράνομους μεταλλωρύχους. Εξήγησε ότι αναγκάστηκε να το κάνει, καθώς οι ευκαιρίες δουλειάς για πιλότους ήταν ελάχιστες κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Πλέον, έπειτα από αυτό που έζησε, εκτιμά διαφορετικά το τροπικό δάσος. «Αν είχα πέσει σε μια εγκαταλελειμμένη φυτεία, δεν θα είχα νερό, καταφύγιο ή κάτι να φάω. Ο Αμαζόνιος είναι τόσο πλούσιος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Με πληροφορίες από ΝΥΤ