Στο στρώμα καταστροφής του βασιλικού ιερού του 2ου αιώνα π.Χ. που αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, βρέθηκε μέσα στο 2020, ένα εξαιρετικά πολύτιμο και απροσδόκητο εύρημα.
Σε μια ταπεινή πήλινη κούπα που βρέθηκε σπασμένη κάποιος, ίσως ένας μαθητής που μπέρδευε το ο με το ω και το ει με το ι, κάνοντας τα γυμνάσματα του, χάραξε προσεκτικά σαν να έγραφε σε πάπυρο ένα ποίημα, ένα επίγραμμα ανώνυμου συγγραφέα, που εδώ μας παραδίνεται στην πιο παλιά και αυθεντική μορφή του:
«Το ρόδον ακμάζει βαιόν] χρόνον· εάν δε παρέστη,
ζητών ευρήσεις ου ρόδον, αλλά βάτον»
Το τριαντάφυλλο ανθίζει για λίγο, αν ο χρόνος του περάσει και το αναζητήσεις δεν θα βρεις πια λουλούδι, αλλά αγκάθια.
Γνωστό από την Παλατινή ανθολογία, το επίγραμμα των Αιγών παροτρύνει τον αναγνώστη να μην σπαταλάει τον χρόνο που κυλά ανελέητα και μας δίνει με τον πιο άμεσο και στην κυριολεξία πρωτότυπο τρόπο μια εικόνα της πνευματικής κίνησης στην αρχαία μητρόπολη των Μακεδόνων την στιγμή της τελευταίας αναλαμπής της.
Η Αγγελική Κοτταρίδη, διευθύντρια της ΙΖ' ΕΠΚΑ (νομοί Ημαθίας και Πέλλας) και από το 2011 και της 11ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, αποκάλυψε στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα ευρήματα που ήρθαν στο φως τα τελευταία τρία χρόνια χάρη στην έρευνα για την μελέτη συντήρησης του μεγάλου οικοδομικού συγκροτήματος των Αιγών που βρίσκεται κοντά στη Βορειοδυτική πύλη του τείχους και την ταφική συστάδα των βασιλισσών. Τα νέα ευρήματα αποσαφηνίζουν την εικόνα του και βοηθούν να αναγνωριστεί η λειτουργία του.
Τα μυστικά ενός σπουδαίου οικοδομήματος
Χτισμένο όπως το ανάκτορο και οι ναοί με πολύτιμο πωρόλιθο που φθάνει στις Αιγές από τα λατομεία του Βερμίου, διανύοντας μια απόσταση 10-20 χλ., το συγκρότημα αποτελείται από μια αλληλουχία τετράγωνων και ορθογώνιων χώρων (μερικοί ξεπερνούν τα 100 τμ ) που οργανώνονται κανονικά γύρω από μια μεγάλη αυλή (έχει αποκαλυφθεί η νότια και τμήμα της ανατολικής και δυτικής πλευράς της). Στα ανατολικά ξεχωρίζει ένας ναόσχημος χώρος με πολύ βαθύ πρόδομο και δύο δωρικούς κίονες που βλέπει προς την αυλή.
Το οικοδόμημα αποκτά την βασική του μορφή πριν από το τέλος του 4ου προχριστιανικού αιώνα, αλλά στα χρόνια του Φιλίππου Ε’ (221-179 π.Χ.) γίνονται εκτεταμένες εργασίες ανακαίνισης. Σε αυτή την φάση υπάρχουν δάπεδα με μαρμαροθετήματα, όπως αυτά του ανακτόρου, οι τοίχοι καλύπτονται με πολύχρωμα κονιάματα, στα οποία κυριαρχεί το πορφυρό, χωρίς να λείπουν οι ώχρες και τα πράσινα, και αρθρώνονται με ανάγλυφες αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις που προοιωνίζονται τις διακοσμήσεις των σπιτιών της Πομπηίας.
Όπως το ανάκτορο, τα ιερά και τα τείχη, το συγκρότημα καταστρέφεται στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. μετά την οριστική κατάληψη της Μακεδονίας από την στρατιά του Μέτελλου, ωστόσο, αμέσως μετά την καταστροφή, ξαναχτίζεται ένα τμήμα της δυτικής του πτέρυγας και κάποιοι χώροι δίπλα στην ανατολική, ενώ στα χρόνια του Αυγούστου (31 π.Χ.-14 μ.Χ.), ένα μεγάλο περιστύλιο (1.000 τ.μ.) προστίθεται στα νοτιοανατολικά του μαζί με ένα συνοδό κτήριο με αίθριο, οικοδομική δραστηριότητα ιδιαίτερα αξιοσημείωτη για τις Αιγές που βρίσκονται πια σε περίοδο συρρίκνωσης και παρακμής.
Η μορφή, οι διαστάσεις και η επιμελημένη κατασκευή του, τα πλούσια υλικά και τα διακοσμητικά στοιχεία, αλλά και η εμμονή στην χρήση του χώρου δείχνουν ότι πρόκειται για ένα δημόσιο οικοδόμημα. Μονόλιθοι βωμοί, ένα μαρμάρινο τραπεζοφόρο, τμήματα από μια μαρμάρινη ζωφόρο με εντυπωσιακό φυτικό κόσμημα και ειδώλια θεοτήτων που βρέθηκαν εδώ παρά την άγρια λεηλασία, δημιουργούσαν την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα συγκρότημα ιερού, μια εντύπωση που φαίνεται να επιβεβαιώνεται με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο, μόλις αρχίσαμε να ερευνούμε το στρώμα των κεραμιδιών της πεσμένης στέγης του που κάλυπτε τον χώρο.
Σφραγίδες με την Μακεδονική ασπίδα, το σύμβολο που χρησιμοποιούν οι Μακεδόνες βασιλείς των ελληνιστικών χρόνων στα νομίσματά τους, και ταμπέλες με το όνομα ΑΜΥΝΤΟΥ, αποτυπωμένες στα κεραμίδια της στέγης του, φανέρωσαν την στενή σχέση του με την βασιλική οικογένεια και όχι μόνον: Όπως συμβαίνει με τα κεραμίδια με την αντίστοιχη επιγραφή ΠΕΛΛΗΣ, το αναγραφόμενο όνομα δηλώνει τον κτήτορα που στο συγκεκριμένο ιερό κτήριο, τουλάχιστον σε έναν τμήμα του, δεν μπορεί να είναι άλλος από τον ηρωοποιημένο Αμύντα Γ΄, πατέρα του Φιλίππου Β΄ που είναι γνωστό από τις πηγές ότι λατρεία του υπήρχε και στην γειτονική Πύδνα. Η σύζυγος του Αμύντα, η βασίλισσα Ευρυδίκη, στο άγαλμα της που ανατέθηκε στο ιερό της Εύκλειας στις Αιγές, απεικονίζεται στο σχήμα της Ήρας και σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι στα χρόνια των Αντιγονιδών γύρω από το άγαλμα της βασίλισσας-μητέρας κατασκευάσθηκε ναόσχημο κτίσμα.
Η λατρεία του Αλέξανδρου και της γενιάς του στα χρόνια των διαδόχων ήταν πηγή νομιμοποίησης της εξουσίας τους και, όπως όλα δείχνουν, το μεγάλο κτηριακό συγκρότημα που αποκαλύπτουμε στην πατρογονική βασιλική καθέδρα των Τημενιδών, όπου και οι τάφοι τους ήταν ένα από τα κέντρα της.