40 χρόνια Ευρωπαίοι
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, πριν από 40 χρόνια και ύστερα από επίμονες προσπάθειες του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ήταν μια κίνηση με ρεαλισμό και όραμα. Γιατί σφράγιζε τη μετάβαση στην πολιτική ομαλότητα με την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Και ταυτόχρονα χάραζε και τη λεωφόρο στην οποία θα βάδιζε η πατρίδα μας τις επόμενες δεκαετίες. Η απόφαση εκείνη ίσως να μην πληρούσε πλήρως τα αυστηρά τεχνοκρατικά κριτήρια. Απαντούσε, όμως, σε μια ιστορική αναγκαιότητα. Γι’ αυτό και, σταδιακά, όλο το κομματικό φάσμα –με ελάχιστες εξαιρέσεις– συνέκλινε στην ευρωπαϊκή κοίτη. Για να αποτελέσει σήμερα αδιαπραγμάτευτη συνιστώσα και σταθερό ορίζοντα της δημόσιας ζωής.
Δεν πιστεύω ότι υπάρχει δημόσιο πεδίο το οποίο να μην ευεργετήθηκε με κάποιον τρόπο από τη συμβολή της Ευρώπης. Η ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών κανόνων ενίσχυσε το κράτος δικαίου. Οικοδομήθηκαν νέες αντιλήψεις για το περιβάλλον, τον πολιτισμό, την παιδεία. Ενώ η κοινοτική ομπρέλα ενίσχυσε τη διπλωματική και αμυντική μας φαρέτρα.
Στην οικονομία οι πόροι της Ένωσης προίκισαν τη χώρα μας με υπερπολύτιμες υποδομές. Στήριξαν την αγροτική παραγωγή, ενθαρρύνοντας τον εξαγωγικό της προσανατολισμό. Η άρση των δασμών έστρεψε, αναγκαστικά, την ελληνική παραγωγή, την ελληνική βιομηχανία, προς την ανταγωνιστική καινοτομία. Με το εμπόριο, τις υπηρεσίες, τον τουρισμό να δρουν πλέον μέσα στη μεγάλη, πανευρωπαϊκή αγορά.
Η Ελλάδα άσκησε πέντε επιτυχημένες προεδρίες, δύο από τις οποίες, μάλιστα, συνέπεσαν και με διευρύνσεις. Εργάστηκε για τη διαμόρφωση των Μεσογειακών Προγραμμάτων, όπως και της Συνθήκης του Μάαστριχτ.
Η ελληνική πορεία στην Ευρώπη δεν υπήρξε πάντοτε ανέφελη. Όμως, σχετικά γρήγορα ο αντιευρωπαϊσμός έπαψε να αποτελεί κεντρικό επιχείρημα στην ελληνική πολιτική ζωή. Η ΝΔ πρωτοστάτησε σε αυτό. Είτε βρισκόταν στην εξουσία είτε στην αντιπολίτευση, παρέμεινε πάντα η μεγάλη παράταξη της Ευρώπης.
Γύρω από το ζητούμενο της δυνατής ευρωπαϊκής Ελλάδας οικοδομήθηκαν ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις, αναβαθμίζοντας την ποιότητα της εσωτερικής πολιτικής ζωής. Με ένα μόνο σκοτεινό διάλειμμα: την περίοδο κατά την οποία επικράτησε ο διχαστικός λαϊκισμός και οι τυχοδιωκτικές επιλογές των κ. Τσίπρα - Βαρουφάκη, το 2015. Τότε που η χώρα οδηγήθηκε ένα βήμα πριν από τον γκρεμό. Και πάλι όμως, οι προοδευτικές δυνάμεις αντιστάθηκαν και διέλυσαν τα έωλα συνθήματα. Κράτησαν τον τόπο στην Ευρώπη και στο κοινό νόμισμα.
Σήμερα η Ελλάδα δεν είναι το «μαύρο πρόβατο», αλλά πρωταγωνιστής με αξιοπιστία και ισχύ. Η οικονομία της αναβαθμίζεται διαρκώς, ενώ οι κινήσεις της στη διεθνή σκακιέρα φέρνουν αποτελέσματα: στην υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συνόρων αλλά και στην ανθρωπιστική συμβολή για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος. Όπως και στις πρωτοβουλίες ειρήνης που αναπτύσσονται στη Μεσόγειο και ταυτόχρονα στην αντιμετώπιση των επιθετικών ενεργειών της Τουρκίας.
Η Ελλάδα συνέβαλε επίσης σε δύο ακόμα μεγάλα ευρωπαϊκά βήματα προς τη μετα-Covid εποχή: την από κοινού προμήθεια εμβολίων και την έκδοση του Ευρωπαϊκού Πιστοποιητικού Covid, που επιτρέπει στους πολίτες μας να ταξιδεύουν με ασφάλεια.
Με άλλους οκτώ Ευρωπαίους ηγέτες πρωτοστατήσαμε στην ίδρυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, μια απόφαση ιστορικής σημασίας. Και αυτό θα είναι ο οδηγός μας τις επόμενες δεκαετίες και θα συντελέσει στη συνέχιση της οικονομικής προόδου. Θα αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτούς τους σημαντικούς πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» που έχουμε καταρτίσει έχει λάβει επαίνους από την Ε.Ε. και οι πόροι του Ταμείου θα συμβάλουν καθοριστικά στην αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας και στη διάχυση των οφελών σε όλους τους Έλληνες.
Σε λίγο καιρό θα μας απασχολήσει το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας. Κατά την άποψή μου, είναι δεδομένο ότι θα γίνουν παρεμβάσεις στους πολύ αυστηρούς, τυπικούς κανόνες του. Θα πρέπει να αξιοποιεί θετικά τις εμπειρίες του προηγούμενου, ώστε οι παλιές αστοχίες να μετουσιωθούν σε νέες ευκαιρίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ξεχάσουμε τι σημαίνει δημοσιονομική πειθαρχία, όταν μάλιστα η πατρίδα μας εξακολουθεί να έχει ένα πολύ υψηλό επίπεδο χρέους και θα πρέπει μονίμως η αξιοπιστία μας να δοκιμάζεται στη βάσανο των αγορών. Όμως, ειδικά ο ευρωπαϊκός Νότος απέδειξε ότι δεν έχει ανάγκη από λιτότητα αλλά από προοπτική, και αυτήν είμαστε έτοιμοι να υπηρετήσουμε.
Η Ε.Ε. πρέπει να ανταποκριθεί στις τεκτονικές αλλαγές στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. Είναι καιρός να αντιστοιχηθεί η οικονομική της ισχύς με την αμυντική της ικανότητα. Η ήπειρός μας, άλλωστε, δεν διαθέτει μόνο Ιστορία και πολιτισμό, αλλά πλουτοπαραγωγικές πηγές, τεχνογνωσία, επιστημονικά μυαλά, άξια εργατικά χέρια, δυνάμεις που, αν τεθούν όλες στην ίδια τροχιά, από παθητικό παρατηρητή θα την ξανακάνουν ενεργό πρωταγωνιστή.
Κοινά προβλήματα όπως το δημογραφικό, το μεταναστευτικό, η ασφάλεια απέναντι στην τρομοκρατία, η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, δεν θα βρουν απαντήσεις σε μεμονωμένες λύσεις. Συνεπώς, οι πραγματικοί ευρωπαϊστές καλούμαστε να γίνουμε Ευρωπαίοι πραγματιστές, χαράσσοντας με θάρρος τον δρόμο της στρατηγικής αυτονομίας της Ένωσής μας, που είναι μονόδρομος για το μέλλον της.
Τα επόμενα χρόνια είναι στο χέρι μας να γίνουν τα χρόνια της ανόρθωσης. Με μεγαλύτερη γεωπολιτική επιρροή της Ένωσής μας. Με περισσότερη συνοχή στις κοινωνίες μας. Να κάνουμε πιο πράσινη, πιο ψηφιακή, πιο παραγωγική, πιο δίκαιη, πιο ευαίσθητη, την ήπειρό μας για εκείνους που την κατοικούν και να αναδείξουμε την κοινή μας ταυτότητα, που συνδυάζει την ευρωπαϊκή με την εθνική υπερηφάνεια. Αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε. Και είμαι αισιόδοξος ότι θα το κερδίσουμε.