Παρά τις ιδιαιτερότητες της ουκρανικής κρίσης και καθώς αυτή βρίσκεται ακόμα σε πλήρη εξέλιξη, αναλυτές «βλέπουν» στην πρόσφατη ρωσική αναγνώριση των αυτοαποκαλούμενων Λαϊκών Δημοκρατιών των Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ παραλληλισμούς με όσα συνέβησαν στη Γεωργία το 2008.
Λίγο μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας τους από τη Μόσχα, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν ανακοίνωσε την αποστολή «ειρηνευτικής δύναμης» στις αποσχισθείσες ρωσόφωνες περιοχές της Ουκρανίας αλλάζοντας de facto την κατάσταση στην περιοχή. Σήμερα το πρωί, η Ρωσία εξαπέλυσε εισβολή σε πολλές πόλεις ταυτόχρονα.
Ίσως, η βασικότερη κοινή συνισταμένη με την υπόθεση της Γεωργίας έχει να κάνει με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Τόσο στην περίπτωση της Ουκρανίας όσο και στην περίπτωση της Γεωργίας το θέμα της ένταξης των δύο χωρών στη δυτική συμμαχία είχε και έχει τεθεί ανοιχτά.
Η Μόσχα, όπως αποτυπώθηκε και στο πρόσφατο διάγγελμα του Πούτιν, βλέπει την επέκταση του ΝΑΤΟ στον μέτα-σοβιετικό κόσμο όχι μόνο ως κίνδυνο ασφαλείας αλλά και ως απόδειξη της αναξιοπιστίας των υποσχέσεων της Δύσης.
«Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2008, οι ΗΠΑ προώθησαν μια απόφαση σύμφωνα με την οποία η Ουκρανία και η Γεωργία θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ [...] Το 1990, όταν συζητήθηκε η γερμανική ενοποίηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποσχέθηκαν στη σοβιετική ηγεσία ότι η στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ δε θα επεκταθεί ούτε μια ίντσα προς τα ανατολικά [...] Ωστόσο, συνέβη ακριβώς το αντίθετο», είπε ο Πούτιν.
Αν και πολλές χώρες της ανατολικής Ευρώπης εντάχθηκαν σε διαδοχικά κύματα στο ΝΑΤΟ, μια ενδεχόμενη ένταξη της Γεωργίας η της Ουκρανίας φέρνει πλέον τη συμμαχία στην «αυλή» της Ρωσίας.
Έναν περίπου μήνα πριν την κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Γεωργία το καλοκαίρι του 2008, η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κοντολίζα Ράις, πριν από την άφιξή της στην Τιφλίδα ανέφερε ανοιχτά ότι η χορήγηση Σχεδίου Δράσης Μέλους του ΝΑΤΟ στη Γεωργία θα βοηθούσε στην επίλυση των προβλημάτων της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας, περιοχές εντός της Γεωργίας με διαχρονική ένταση και ρωσόφωνους. Η δήλωση προκάλεσε τότε την κατακραυγή της Μόσχας: ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας, Σεργκέι Λαβρόφ απάντησε, κατά τη συνάντησή του με τον de factο πρόεδρο της Αμπχαζίας, Σεργκέι Μπαγάπς, ότι η διαδικασία ένταξης της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ «μπορεί να υπονομεύσει τη διαδικασία επίλυσης των συγκρούσεων».
Στα πρότυπα των ρωσόφωνων της Ουκρανίας, στο τέλος Ιουλίου του 2008, οι εντάσεις μεταξύ φιλορώσων αυτονομιστών από την περιοχή της Νότιας Οσσετίας και Γεωργιανών στρατιωτών κλιμακώθηκαν και επιδεινώθηκαν περαιτέρω από τη συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων στον Καύκασο.
Τη νύχτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου, μετά από αρκετές ημέρες αμοιβαίων κατηγοριών για στρατιωτικές ετοιμασίες, η Γεωργία εξαπέλυσε επίθεση στο Τσινβάλι, την κύρια πόλη της Νότιας Οσσετίας προκαλώντας τη στρατιωτική αντίδραση της Ρωσίας «για την προστασία των ρωσόφωνων πολιτών της περιοχής». Σε διάστημα πέντε ημερών, τουλάχιστον 390 άμαχοι σκοτώθηκαν και οι γεωργιανές δυνάμεις συνετρίβησαν από τους Ρώσους.
Στις 26 Αυγούστου 2008, ο τότε Ρώσος πρόεδρος, Ντιμίτρι Μεντβέντεφ υπέγραψε διατάγματα για την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας ως κυρίαρχων κρατών αλλάζοντας de facto τα σύνορα της Γεωργίας.
Πίσω στο παρόν, και καθώς ρωσικές δυνάμεις έχουν ήδη εισέλθει στο ελεγχόμενο από ρωσόφωνους τμήμα του Ντονμπάς, ο πρώην πρόεδρος Μεντβέντεφ προέβη στις 21 Φεβρουαρίου σε παραλληλισμό με τα γεγονότα της Γεωργίας.
«Θυμάμαι καλά το 2008, όταν αποφασίσαμε να αναγνωρίσουμε την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία» είπε ο Μεντβέντεφ υπό το βλέμμα του Πούτιν.
«Σώσαμε εκατοντάδες χιλιάδες ζωές. Σήμερα, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος, υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι. Ξέρουμε τι θα γίνει μετά. Ξέρουμε τις ποινές. Ξέρουμε την πίεση. Ξέρουμε όμως και πώς να ανταποκριθούμε. Αν κάνουμε υπομονή, θα κουραστούν και θα επιστρέψουν σε εμάς [η Δύση] για να μιλήσουμε για στρατηγική ασφάλεια και σταθερότητα. Η Ρωσία πρέπει να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία των δημοκρατιών του Ντονμπάς. Η εμπειρία δείχνει ότι η ένταση θα πέσει».