Εκατομμύρια έργα τέχνης και μνημεία κινδυνεύουν στην Ουκρανία από την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων, ενώ ήδη ένα μουσείο έχει καεί, προειδοποιεί το Getty.
Ουκρανοί προειδοποιούν ότι «εξελίσσεται μια πολιτιστική καταστροφή», επισημαίνει το Getty σε ανακοίνωση που εξέδωσε.
Ο Φεντίρ Άντροστσουκ, διευθυντής του Εθνικού Μουσείου Ιστορίας της Ουκρανίας στο Κίεβο, αποκάλυψε ότι προσπαθεί να προστατεύσει το μουσείο από επίθεση ή λεηλασία, μαζί με δύο συναδέλφους του.
«Το μουσείο βρίσκεται στο μέσο μιας περιοχής πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς, κοντά σε εξαίσιες εκκλησίες, αλλά και κοντά σε πιθανούς στόχους», έγραψε σε email προς μία σουηδική ακαδημία.
Το Getty προειδοποιει ότι οι ρωσικές δυνάμεις έχουν αρχίσει να καταστρέφουν την πολιτιστική κληρονομιά της Ουκρανίας, μεταξύ άλλων το μουσείο Ιβάνκιν- περίπου 80 χιλιόμετρα βόρεια του Κιέβου- το οποίο φιλοξενούσε «πολύτιμη λαϊκή τέχνη της Ουκρανίας» και που κάηκε.
Μνημεία που κινδυνεύουν αντιπροσωπεύουν «αιώνες ιστορίας, από τη βυζαντινή έως την μπαρόκ περίοδο» και μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco, επισημαίνει το Getty.
Τη Δευτέρα το ουκρανικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε μέσω Twitter ότι έχουν χαθεί 25 έργα της Μαρία Πριματσένκο, που βρίσκονταν στο μουσείο. «Δημιούργησε αριστουργήματα παγκοσμίου φήμης. Το ιδιαίτερο χάρισμα και ταλέντο της μάγεψε τον Πάμπλο Πικάσο», ανέφερε το υπουργείο. Η Unesco είχε ανακηρύξει το 2009 έτος Πριματσένκο, ως αναγνώριση για τη συνεισφορά της στη λαϊκή τέχνη.
Στην Ουκρανία υπάρχουν επτά μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, μεταξύ των οποίων ο καθεδρικός της Αγίας Σοφίας στο Κίεβο, που περιλαμβάνει μοναδικά μωσαϊκά και τοιχογραφίες από τις αρχές του 16ου αιώνα, όπως και ένα ορθόδοξο μοναστήρι που ιδρύθηκε το 1051. Μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς είναι και το ιστορικό κέντρο του Λβιβ, που χρονολογείται από τον 13ο αιώνα.
«Η παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά είναι κοινή μας κληρονομιά, η ταυτότητα και η έμπνευση όλης της ανθρωπότητας. Η πολιτιστική κληρονομιά έχει τη δύναμη να μας ενώνει και είναι κρίσιμης σημασίας για την επίτευξη της ειρήνης. Επίσης, είναι συχνά στόχος πολέμου, ένας άλλος τρόπος για την καταστροφή και την κατάληψη μιας κοινωνίας, διαγράφοντας τη μνήμη της», επισημαίνει το Getty.
Μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αρχαίας κληρονομιάς έχει ήδη υποφέρει από «αναίτια καταστροφή, λεηλασία, απερίσκεπτη υπερβολική ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή. Είναι ανήθικο να χαθούν περισσότερα, από έναν παράλογο πόλεμο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Επίσης, καταδικάζει τις «πολιτιστικές κτηνωδίες» που διαπράττονται τώρα στην Ουκρανία, μαζί με τις ανυπολόγιστες ανθρώπινες απώλειες. «Η προστασία και η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς μας είναι μια κεντρική αξία των πολιτισμένων κοινωνιών. Αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία είναι μια τραγωδία με μνημειώδεις διαστάσεις», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με τον Άντροστσουκ τέσσερα μουσεία- στις πόλεις Βινίτσια, Ζίτομιρ, Σάμι και Τσέρνιχιβ- κατάφεραν να αποσύρουν και να προστατεύσουν τις βασικές εκθέσεις τους. Στη Βινίτσια, τμήμα του κτιρίου του μουσείου φιλοξενεί τώρα εκτοπισμένους ανθρώπους. «Μέχρι στιγμής δεν έχουμε πληροφορίες ότι τα εν λόγω μουσεία έχουν δεχθεί λεηλασία ή επίθεση», συμπληρώνει.
Όμως, τονίζει, «δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι η ουκρανική πολιτιστική κληρονομιά δεν θα λεηλατηθεί και μεταφερθεί σε ρωσικά μουσεία, ιδιαίτερα δεδομένου ότι το Κίεβο έχει ιδιαίτερη θέση στην ερμηνεία του Πούτιν για τη ρωσική ιστορία και τις ρίζες της».
Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνει ότι πολλά από τα ευρήματα που εντοπίστηκαν στην Ουκρανία στις αρχές του 19ου και του 20ου αιώνα βρίσκονται ήδη σε δύο ρωσικά μουσεία. «Επίσης, υπάρχουν αποδείξεις ότι ευρήματα από αρχαιολογικές ανσκαφές στην Κριμαία έχουν σταλεί στο Ερμιτάζ», συμπληρώνει.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι υπήρχαν οδηγίες, από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, για το τι πρέπει να κάνουν τα μουσεία σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης. Να απομακρύνουν και να κρύψουν τα εκθέματα με συγκεκριμένη σειρά προτεραιότητας και καταγραφή. «Το πρόβλημα είναι το πώς να τα κάνεις όλα αυτά με τέτοια έλλειψη χρόνου και πόρων», τονίζει.
«Δεν μπορείς να αναγκάσεις τους εργαζόμενους να έρθουν να δουλέψουν σε τέτοιες συνθήκες. Πολλοί διαφεύγουν με τις οικογένειές τους. Αλλά είμαι πολύ υπερήφανος για τους συναδέλφους μου. Πολλοί από αυτούς ήρθαν στο μουσείο και βοήθησαν να απομακρυνθεί η μόνιμη έκθεση. Έπειτα από αυτή την προσπάθεια, δύο αρχαιολόγοι και δύο ιστορικοί, νεαροί συνάδελφοί μου, έφυγαν για το μέτωπο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Με πληροφορίες από Guardian