ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Η πορεία μιας Oυκρανής πρόσφυγα με τις κόρες της ως την Ελλάδα Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Η πορεία μιας Oυκρανής πρόσφυγα με τις κόρες της ως την Ελλάδα

0

Όταν στις 24 Φεβρουαρίου η Βαλεντίνα ξύπνησε στο διαμέρισμά της στην Οδησσό από την έκρηξη μιας βόμβας, είπε στα παιδιά της να ετοιμαστούν γρήγορα. Πήραν λίγα ρούχα και μπήκαν σε ένα αυτοκίνητο.

Η ζωή της μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν απλή: δουλειά - σπίτι, σπίτι - δουλειά· δούλευε ως γραμματέας σε ναυτιλιακή εταιρεία. Σήμερα, τη στιγμή που μου αφηγείται τη διαδρομή της στην προσπάθειά της να βρει καταφύγιο εν μέσω πολέμου, ο άντρας της βρίσκεται στην Ουκρανία, ενώ η ίδια μαζί με τις δύο τους κόρες, επτά και δώδεκα ετών, φιλοξενούνται στην Αθήνα. 

«Οι Αμερικανοί μάς ενημέρωσαν πως ήταν πιθανό να συμβεί, δεν το πιστεύαμε όμως. Κανείς δεν το πίστευε. Νομίζαμε ότι είναι μόνο λόγια. Στις 24 Φεβρουαρίου με ξύπνησε ο βομβαρδισμός. Κατάλαβα ότι έπρεπε να φύγουμε αμέσως», λέει.

«Αποφασίσαμε να πάμε στη Μολδαβία, επειδή είναι πιο κοντά στην Ουκρανία. Η απόφαση να τα αφήσεις όλα και να φύγεις είναι πολύ δύσκολη. Το πρωί σκεφτόμουν ότι έπρεπε να φύγω. Μετά έπεσε ησυχία στην πόλη, όμως ξαφνικά ο βομβαρδισμός ξανάρχισε. Ένιωθες ότι δεν μπορείς να πας πουθενά. Κατάλαβα ότι τα παιδιά μου δεν μπορούν να υφίστανται κάτι τέτοιο. Για πρώτη φορά στη ζωή μου είχα υψηλή πίεση και δεν μπορούσα να αναπνεύσω, έκλαιγα όλη την ημέρα. Τώρα είμαι καλά, μπορεί όλο αυτό να συμβαίνει κάπου μακριά πια, όταν όμως διαβάζω τα νέα, πληγώνομαι. Καταλαβαίνω ότι πρέπει να συνεχίσω τη ζωή μου». 

«Το σπίτι μού λείπει πιο πολύ όταν πέφτω για ύπνο. Φοβάμαι ότι και να σταματήσει ο πόλεμος, δεν θα μπορέσω να νιώσω όπως πριν όταν επιστρέψω. Θέλω να γυρίσω, αλλά φοβάμαι. Κι αυτό πιστεύω πως θα μου μείνει. Ο πόλεμος είναι το πιο κακό πράγμα που μπορεί να συμβεί. Ελπίζω να τελειώσει σε ένα-δυο μήνες». 

Η Βαλεντίνα μου εξηγεί ότι οδήγησε μόνη της με το αυτοκίνητο, κάνοντας στάσεις σε Μολδαβία, Ρουμανία και έπειτα στην Ελλάδα, συγκεκριμένα σε Θεσσαλονίκη και Κατερίνη, πριν φτάσει στην Αθήνα, μια πόλη όπου, όπως λέει, θα ήταν πιο εύκολο να βρει δουλειά.

«Τώρα μπορώ να κάνω μέχρι και 700 χλμ. μόνη μου», συνεχίζει. «Ήμασταν οκτώ-εννιά ώρες στα σύνορα με τον άντρα μου, όμως στις 11 το βράδυ το κράτος είπε ότι οι άντρες έπρεπε να μείνουν στην Οδησσό. Έτσι φύγαμε οι τρεις μας. Έχω φίλους στη Μολδαβία και μείναμε εκεί για δύο μέρες. Η αδελφή και η μητέρα μου μένουν στην Αμερική, στη Νέα Υόρκη. Νόμιζα ότι θα μπορούσαμε να πάρουμε τη βίζα για εκεί. Στη Ρουμανία πήγαμε να κάνουμε αίτηση, αλλά μας την απέρριψαν. Δεν ήξερα τι να κάνω». 

Βαλεντίνα, Νικόλ, Αναστασία: Η διαδρομή μιας μάνας με τις κόρες της από την Ουκρανία στην Ελλάδα Facebook Twitter
Η Βαλεντίνα με τις κόρες της φιλοξενούνται από την κ. Φωτεινή Παντζιά και τον γιο της. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Όταν βρισκόταν στη Ρουμανία, η Βαλεντίνα ανακάλυψε ένα γκρουπ με εθελοντές από την Ελλάδα στο Facebook και απευθύνθηκε μέσω αυτού σε μια γυναίκα. Τη ρώτησε αν θα μπορούσε να τη βοηθήσει να βρει κάποιο σπίτι στην Αθήνα σε λογική τιμή, καθώς τα ενοίκια στην πόλη ήταν απαγορευτικά για την κατάστασή της. Επί τρεις μέρες δεν μπορούσε να βρει τίποτα, μέχρι που μια δικηγόρος τη βοήθησε εντοπίζοντας την κ. Φωτεινή Παντζιά. Εκείνη άνοιξε το σπίτι της στη Βαλεντίνα και τις κόρες της, τη Νικόλ και την Αναστασία. 

«Νομίζω ότι για εμάς είναι ένα θαύμα», σχολιάζει η Βαλεντίνα. «Το σπίτι είναι πολύ ωραίο, η κ. Φωτεινή είναι πολύ φιλόξενη και πολύ καλή γυναίκα. Καταλαβαίνω ότι μένουμε σε μια απίστευτη περιοχή. Νιώθουμε σαν στο σπίτι μας, όμως δεν είναι το ίδιο. Έχω έρθει στην Ελλάδα πέντε φορές και την αγαπάω πάρα πολύ. Μου αρέσουν όλα εδώ, και οι άνθρωποι είναι πολύ φιλικοί, όμως τώρα δεν μπορώ να τα απολαύσω αυτά. Κάτι έχει αλλάξει πολύ μέσα μας. Δεν νομίζω ότι θα μπορέσω να νιώσω ξανά όπως πριν». 

Η Βαλεντίνα αναμένει, όπως μου εξηγεί, τη στιγμή που θα μπορέσει να πάρει ΑΦΜ και να δουλέψει επίσημα προκειμένου να μείνει στην Ελλάδα για έναν χρόνο ‒ σε λίγες μέρες δηλαδή. Το γεγονός ότι γνωρίζει την ελληνική γλώσσα από τον καιρό που σπούδαζε είναι για εκείνη σημαντικό, καθώς θα μπορέσει να δουλέψει στο ελληνικό γραφείο της εταιρείας στην οποία εργαζόταν.

«Τα παιδιά κάθε μέρα θέλουν να επιστρέψουν στο σπίτι και μου λένε να φύγουμε», αναφέρει. «Ξέρω ότι μπορεί να μείνουμε εδώ για ένα δυο-τρία χρόνια, αλλά δεν τους το λέω. Πρέπει να μάθουν ελληνικά και θα τους είναι δύσκολο. Είναι στο πέμπτο μάθημα και μου λένε ότι δεν καταλαβαίνουν. Η μικρή αγαπάει πάρα πολύ τον μπαμπά της, που έμεινε πίσω. Μιλάνε κάθε μέρα. Δεν θέλει να βγαίνει από το δωμάτιό της, βγαίνει μόνο για φαγητό. Ούτε βόλτα θέλει να κάνει. Είναι δύσκολη περίοδος γι’ αυτήν.

Μια φίλη μου πήγε στην Ισπανία και το παιδί της, που είναι τριών ετών, της ζητούσε να γυρίσουν. Πολλές φορές, ακόμη και τώρα, ήμουν έτοιμη να γυρίσω πίσω. Ξυπνάς το πρωί και όλα γύρω σου δεν μοιάζουν αληθινά, αλλά σαν σε ταινία. Δεν καταλαβαίνεις τι κάνεις εδώ.

Αν ήμουν μόνη, χωρίς τα παιδιά, νομίζω ότι θα έμενα στην Οδησσό. Έφυγα μόνο γι’ αυτά. Είναι όμως μικρά και δεν καταλαβαίνουν πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα. Αν ο πόλεμος σταματήσει αύριο, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτομάτως θα είναι όλα καλά στην Οδησσό και στην Ουκρανία γενικά. Υπάρχει έλλειψη σε προϊόντα και δουλειές, ενώ οι τιμές ανεβαίνουν». 

Βαλεντίνα, Νικόλ, Αναστασία: Η διαδρομή μιας μάνας με τις κόρες της από την Ουκρανία στην Ελλάδα Facebook Twitter
«Ξυπνάς το πρωί και όλα γύρω σου δεν μοιάζουν αληθινά, αλλά σαν σε ταινία. Δεν καταλαβαίνεις τι κάνεις εδώ. Αν ήμουν μόνη, χωρίς τα παιδιά, νομίζω ότι θα έμενα στην Οδησσό». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Η Βαλεντίνα μου εξηγεί ότι στην Οδησσό τα πράγματα δεν είναι τόσο επικίνδυνα όπως στο Χάρκοβο και στο Κίεβο. Σιγά σιγά ανοίγουν κάποια πράγματα, αλλά κάθε μέρα ακούγεται η σειρήνα και το αντιπυραυλικό σύστημα τίθεται σε λειτουργία. 

«Την πρώτη μέρα, όταν ήμουν στο σούπερ-μάρκετ, έπεσε μια βόμβα και τα παράθυρα άρχισαν να τρέμουν. Είναι τρομερό, απίστευτο το να το ζεις από κοντά. Δεν είναι το ίδιο όπως όταν το βλέπεις στην τηλεόραση», σχολιάζει. 

Ο σύζυγος της Βαλεντίνας δεν βρίσκεται στο μέτωπο αλλά ανά πάσα στιγμή μπορεί να επιστρατευτεί. Αυτήν τη στιγμή φυλάει το διαμέρισμά τους, που βρίσκεται σε πρώτο όροφο και είναι εύκολα προσβάσιμο σε κλέφτες. «Υπάρχουν οικογένειες που φοβούνται να φύγουν και άλλες που δεν έχουν χρήματα για να το κάνουν. Κάποιοι, που έχουν και παιδιά, μολονότι φοβούνται, παραμένουν εκεί, όμως δεν τους καταλαβαίνω. Τους λέω διαρκώς ότι πρέπει να φύγουν». 

Η Βαλεντίνα επικοινωνεί με τον σύζυγο της καθημερινά από το πρωί μέχρι το βράδυ. 

«Τις πρώτες φορές που μιλούσε μ’ εμένα ή την κόρη μου έκλαιγε. Ήταν πολύ δύσκολα, γιατί κάποιες μέρες δεν μπορούσε να βγει έξω, και εξαιτίας της απαγόρευσης αλλά και επειδή τα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα. Κάποιοι μου γράφουν ότι έχουν κατάθλιψη, επειδή δεν έχουν δουλειά. Δεν μπορούν να πάνε πουθενά γιατί όλα είναι κλειστά και απλώς ακούνε κάθε μέρα τα νέα. Κάποια στιγμή, ο άντρας μου σταμάτησε να βλέπει τηλεόραση και αποφάσισε να πάει στη δουλειά. 

Είμαστε δεκατέσσερα χρόνια παντρεμένοι. Φοβάμαι γι’ αυτόν, τον νοιάζομαι και ως άνθρωπο, όχι μόνο επειδή είναι σύζυγος μου. Προσπαθούσε να μου πει ότι τώρα κατάλαβε για πρώτη φορά πως με αγαπάει, αλλά ήταν περίεργο, γιατί εκείνος έμενε σπίτι κι εγώ ήμουν με τα παιδιά και κάθε μέρα έκανα κάτι, είτε έψαχνα αμάξι, είτε φαγητό, είτε έπρεπε να μαγειρέψω. Δεν είναι η ώρα να μιλάμε για την αγάπη ενός ζευγαριού». 

Η Βαλεντίνα νιώθει περισσότερο νοσταλγία το βράδυ. «Το σπίτι μού λείπει πιο πολύ όταν πέφτω για ύπνο. Φοβάμαι ότι και να σταματήσει ο πόλεμος, δεν θα μπορέσω να νιώσω όπως πριν όταν επιστρέψω. Θέλω να γυρίσω, αλλά φοβάμαι. Κι αυτό πιστεύω πως θα μου μείνει. Ο πόλεμος είναι το πιο κακό πράγμα που μπορεί να συμβεί. Ελπίζω να τελειώσει σε έναν-δυο μήνες. 

Τώρα ο καιρός είναι καλύτερος και οι άνθρωποι κάνουν βόλτες. Ακούνε τη σειρήνα, αλλά δεν πηγαίνουν πουθενά. Έχουν συνηθίσει τον ήχο της. Έχουμε μια παρέα, με την οποία παίζαμε βόλεϊ. Τώρα γράφουν ότι αρχίζουν να παίζουν ξανά. Η ζωή συνεχίζεται όπως πριν. Λίγο λίγο, σιγά σιγά». 






 

Διεθνή
0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ