Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι ελλείψεις σε λιπάσματα έκαναν το Περού να στραφεί προς άλλες, εναλλακτικές πηγές: τις κουτσουλιές πουλιών.
Τον 19ο αιώνα, το γκουάνο, τα περιττώματα από θαλασσοπούλια που ως βασική τροφή τους είναι τα ψάρια, συλλέγονταν από σκλάβους από την Αφρική, από αυτόχθονες και Κινέζους εργάτες.
Πρόκειται για ένα υπέροχο, οργανικό λίπασμα με εξαιρετικά υψηλή περιεκτικότητα σε άζωτο, φωσφορικά άλατα και κάλιο.
Όλα αυτά είναι βασικά θρεπτικά συστατικά απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών.
Το γκουάνο έγινε τόσο πολύτιμο εμπόρευμα, που αποτέλεσε στοιχείο διαμάχης για την προμήθειά του μεταξύ Χιλής, Περού και Βολιβίας τη δεκαετία του 1880.
Χθες, η κυβέρνηση του Περού εγκαινίασε το εύστοχα ονομαζόμενο σκάφος Pelicano, προκειμένου να μεταφέρει το φορτίο αυτό από τα παράκτια νησιά και τις χερσονήσους στην ηπειρωτική χώρα, όπου οι τιμές των εισαγόμενων λιπασμάτων έχουν τριπλασιαστεί ή τετραπλασιαστεί.
Το γκουάνο πωλείται έναντι 50 σολ Περού, δηλαδή περίπου 12,84 ευρώ για ένα σακί 50 κιλών και αυξάνεται σε ζήτηση μεταξύ των αγροτών που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά σε πιο ακριβές εισαγόμενες λύσεις, χημικών λιπασμάτων.
«Το γκουάνο που προέρχεται από τα νησιά είναι ένα καλό λίπασμα και σε λογική τιμή» είπε ο Segundo Cruz, αγρότης από την Μάλα, μία κατά βάση αγροτική πόλη 80 χλμ από την Λίμα.
Ωστόσο η ανησυχία του είναι ότι οι καλλιέργειες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ωριμάσουν με γκουάνο παρά με τα χημικά λιπάσματα.
Επισημαίνεται όμως, ότι η ποσότητα του γκουάνο ίσως δεν επαρκέσει για την προμήθεια των αγορών, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών.
Επιπλέον, δεν υπάρχει αρκετό γκουάνο για να καλυφθεί το έλλειμμα στους 2,4 εκατ. αγρότες μικρής και μεσαίας κλίμακας του Περού, από τους οποίους περίπου οι μισοί χρησιμοποιούσαν εισαγόμενη ουρία και άλλα λιπάσματα, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας.
«Το γκουάνο έινα ένα πολύ καλό λίπασμα αλλα υπάρχει ένας φυσικός περιορισμός» λέει ο Eduardo Zegarra, ειδικός αγροτικής ανάπτυξης και ανώτατος ερευνητής στο thinktank Grade.
«Σχεδόν 30-40.000 τόνοι συλλέγονται κάθε χρόνο, στην καλύτερη περίπτωση αυτό καλύπτει το 5-10% του φυσικού λιπάσματος που απαιτείται ετησίως. Και αυτό είναι αρκετά περιορισμένο».
Μελέτη από το αρμόδιο τμήμα αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών, έχει προειδοποιήσει ότι η «τέλεια καταιγίδα» της μεταπανδημικής φτώχειας, της παγκόσμιας ύφεσης και της κλιματικής κρίσης έχει διπλασιάσει τα ποσοστά επισιτιστικής ανασφάλειας στο Περού, επηρεάζοντας πάνω από τον μισό πληθυσμό της χώρας. Υπολογίζεται ότι έχει επηρεάσει το 50,3% του πληθυσμού των 33 εκατ. ανθρώπων.
Η τιμή για το ένα σακί των 50 κιλών γκουάνο έχει ήδη τριπλασιαστεί, την ώρα που οι εισαγωγές σημειώνουν πτώση κατά 58% σε σύγκριση με τον μέσο όρο της τελευταίας 7ετίας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας.
Αν και οι ελλείψεις σε λιπάσματα στο Περού είναι μέρος ενός παγκόσμιου προβλήματος, οι τοπικοί παράγοντες, και η άστατη ηγεσία του προέδρου της χώρας, Pedro Castillo, έχουν δυσκολέψει τις ήδη δυσμενείς συνθήκες.
Με πληροφορίες του Guardian