Οποιαδήποτε απειλή ενάντια στην εδαφική κυριαρχία μιας χώρας πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, δήλωσε στο Le Point ο Κυριάκος Μητσοτάκης, διαμηνύοντας στην Τουρκία ότι υπάρχει μια «αδιαπέραστη κόκκινη γραμμή, που δεν πρέπει να ξεπεράσει».
«Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια αδιαμφισβήτητη κλιμάκωση της τουρκικής ρητορικής, με μια πρωτοφανή επιθετική γλώσσα, εξωφρενικές δηλώσεις κατά της χώρας μου, αλλά και εναντίον εμού προσωπικά», δήλωσε ο πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «δηλώνει τώρα ότι μπορεί να εισβάλει στη χώρα μου νύχτα, προσθέτοντας ότι η Τουρκία δεν μπορεί να συνομιλήσει με την Ελλάδα γιατί “δεν είμαστε στο επίπεδό τους”».
Ίσως πρόκειται για μια «γλωσσική υπερβολή», που χρησιμοποιείται για «εσωτερικούς πολιτικούς σκοπούς, εκλογικούς σκοπούς», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης. Όμως, συνέχισε «δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι οι δηλώσεις αυτές επιβεβαιώνουν μία επιθετική και επεκτατική προσέγγιση έναντι της Ελλάδας».
Η Αθήνα, επεσήμανε, αναγνωρίζει μόνο μία διαφορά με την Τουρκία: την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων, της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. «Έχουμε στη διάθεσή μας μόνο ένα μέσο επίλυσης (αυτής της διαφοράς) και αυτό το μέσο δεν είναι άλλο από το διεθνές δίκαιο. Αν ο Λίβανος και το Ισραήλ, δύο χώρες που δεν αναγνωρίζουν καν η μία την άλλη, κατορθώνουν να λύνουν τις διαφορές τους, δεν βλέπω τον λόγο γιατί δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε το ίδιο με την Τουρκία», συμπλήρωσε.
Ερωτηθείς εάν φοβάται πως η Τουρκία συμπεριφέρεται στην Ελλάδα όπως η Ρωσία στην Ουκρανία, ο πρωθυπουργός απάντησε αρχικά ότι «μια ένοπλη σύγκρουση μεταξύ δύο μελών του ΝΑΤΟ είναι αδιανόητη». Ωστόσο, πρόσθεσε, «δεν πρέπει να υποτιμούμε τους εγγενείς κινδύνους της παρούσας κατάστασης», σημείωσε ότι επέλεξε συνειδητά να μην αντιδράσει «σε κάθε επιθετική πρόκληση» του Ερντογάν, όπως και ότι παραμένει ανοιχτή η πόρτα του διαλόγου.
«Αλλά δεν θα δεχτώ καμία αμφισβήτηση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας. Θα θέλαμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή συνεργασία με την Τουρκία. Ωστόσο, στην παρούσα συγκυρία, μοναδικό καθήκον μου είναι να υπερασπιστώ την ασφάλεια της χώρας μου με κάθε μέσο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Δεν θέλουμε, σε καμία περίπτωση, να εισέλθουμε σε μια κούρσα εξοπλισμών με την Τουρκία, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε μια αποτρεπτική δύναμη απέναντι σε κάθε απόπειρα υπονόμευσης της κυριαρχίας μας. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα», επεσήμανε σε άλλο σημείο της συνέντευξης.
«Είναι ανεύθυνο εκ μέρους της Τουρκίας να ισχυρίζεται ότι αισθάνεται πως απειλείται από τα νησιά μας, ενώ στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο», είπε και υπενθύμισε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. «Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι προσβλέπουμε στις καλύτερες δυνατές σχέσεις με τον γείτονά μας, αλλά η Άγκυρα πρέπει να γνωρίζει ότι υπάρχει μια αδιαπέραστη κόκκινη γραμμή που δεν πρέπει να ξεπεράσει», τόνισε.
Στην ίδια συνέντευξη, ο κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε την Τουρκία ότι «αποκομίζει τεράστια οφέλη» διευκολύνοντας την «καταστρατήγηση» των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, γεγονός που «μειώνει την αποτελεσματικότητά τους».
«Ορισμένες ΜΚΟ παίζουν τον ρόλο του διακινητή»
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ρωτήθηκε και για τις κατηγορίες που δέχεται η Ελλάδα, ότι δεν σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα των μεταναστών.
«Ασφαλώς, σήμερα, οι συνθήκες για τους μετανάστες δεν είναι πια οι ίδιες στα νησιά του Αιγαίου. Ο καταυλισμός της Μόριας, στη Λέσβο, αυτό το παλιό, απάνθρωπο στρατόπεδο της ντροπής, δεν υπάρχει πια», είπε αρχικά και πρόσθεσε ότι έχουν δημιουργηθεί υπερσύγχρονες υποδομές και πως εξετάζονται γρήγορα οι αιτήσεις ασύλου.
«Έχουμε καλή συνεργασία με τη συντριπτική πλειονότητα των ΜΚΟ, αλλά πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι ορισμένες από αυτές προτιμούν ξεκάθαρα να παίζουν το ρόλο του διακινητή, κάτι που τους οδηγεί να ασκούν κριτική στην Ελλάδα, αναπαράγοντας αβάσιμα επιχειρήματα της Άγκυρας», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
«Η Τουρκία, βεβαίως, έχει φιλοξενήσει στο έδαφός της 4 εκατομμύρια πρόσφυγες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να αγνοήσουμε την άρνησή της να σεβαστεί τις διατάξεις της Κοινής Δήλωσης που υπεγράφη με την ΕΕ το 2016, πόσω μάλλον επειδή η Ένωση παρέχει γενναιόδωρα κονδύλια για να βοηθήσει τους πρόσφυγες να καλύψουν τις ανάγκες τους», συμπλήρωσε.