Έως ένας στους πέντε ανθρώπους που επιβίωσαν από καρδιακή ανακοπή, χάρη σε ΚΑΡΠΑ, μπορούν να περιγράψουν επιθανάτιες εμπειρίες, σύμφωνα με μελέτη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον εντατικολόγο δρ. Σαμ Πάρνια, αναπληρωτή καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και του ιατρικού κέντρου Langone Health, μελέτησαν 567 περιπτώσεις ανθρώπων των οποίων η καρδιά σταμάτησε να χτυπά ενώ νοσηλεύονταν και οι οποίοι υποβλήθηκαν σε καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση. Παρά την άμεση επέμβαση, λιγότερο από το 10% αυτών των ασθενών ανέρρωσαν επαρκώς για να πάρουν εξιτήριο.
Από αυτούς, περίπου το 20% είχαν να διηγηθούν αργότερα κάποιου είδους διαυγή επιθανάτια εμπειρία. Μεταξύ άλλων, ανέφεραν μια αντίληψη διαχωρισμού από το σώμα τους, την αποστασιοποιημένη παρατήρηση των συμβάντων στον εαυτό τους χωρίς να νιώθουν πόνο, μια θετικότερη εσωτερική αξιολόγηση της ζωής τους και της στάσης τους προς τους άλλους κ.α. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι αυτές οι εμπειρίες είναι διαφορετικές από ψευδαισθήσεις, παραισθήσεις ή όνειρα.
Επίσης, η μελέτη του εγκεφάλου έδειξε αυξημένη δραστηριότητα με εγκεφαλικά κύματα γάμα, δέλτα, θήτα, άλφα και βήτα έως μία ώρα μετά την εφαρμογή της ΚΑΡΠΑ. Ορισμένα από αυτά τα κύματα υπό φυσιολογικές συνθήκες συμβαίνουν όταν οι άνθρωποι έχουν κανονική συνείδηση και επιτελούν ανώτερες νοητικές λειτουργίες όπως σκέψη, μνήμη και αντίληψη.
«Αυτές οι εμπειρίες και οι αλλαγές των εγκεφαλικών κυμάτων μπορεί να είναι τα πρώτα σημάδια της αποκαλούμενης επιθανάτιας εμπειρίας και τις ανιχνεύσαμε για πρώτη φορά σε μια μεγάλη μελέτη. Τα ευρήματα μας παρέχουν ενδείξεις ότι όσο βρίσκονται στο κατώφλι του θανάτου και σε κώμα, μερικοί άνθρωποι βιώνουν μια μοναδική εσωτερική συνειδητή εμπειρία, μεταξύ άλλων έχοντας επίγνωση χωρίς να νιώθουν άσχημα», δήλωσε ο δρ. Πάρνια.
Αυτή η διαυγής και έντονη εγκεφαλική δραστηριότητα, πρόσθεσε, μαζί με τις αφηγήσεις ιστοριών επιθανάτιων εμπειριών, δείχνει ότι η ανθρώπινη αίσθηση του εαυτού και της συνείδησης, όπως και άλλες βιολογικές σωματικές λειτουργίες, πιθανώς δεν σταματά τελείως κοντά στη στιγμή του θανάτου.
«Αυτές οι διαυγείς εμπειρίες δεν μπορούν να θεωρηθούν "τρικ" ενός διαταραγμένου ή θνήσκοντος εγκεφάλου, αλλά μάλλον μια μοναδική ανθρώπινη εμπειρία που αναδύεται στο κατώφλι του θανάτου. Καθώς ο εγκέφαλος "κλείνει", σταματούν και πολλά από τα φυσικά συστήματα αναστολής που διαθέτει», επεσήμανε ο δρ. Πάρνια.
«Αυτό παρέχει πρόσβαση στα βάθη της συνείδησης ενός ανθρώπου, μεταξύ άλλων στις αποθηκευμένες αναμνήσεις, σε σκέψεις από την πρώιμη παιδική ηλικία και σε άλλες όψεις της πραγματικότητας. Μολονότι κανένας δεν ξέρει τον εξελικτικό σκοπό αυτού του φαινομένου, ξεκάθαρα εγείρει προκλητικά ερωτήματα για την ανθρώπινη συνείδηση, ακόμη και κατά τον θάνατο», συμπλήρωσε.
Οι έως τώρα μελέτες, επεσήμαναν οι επιστήμονες, δεν έχουν καταφέρει να αποδείξουν πλήρως την πραγματικότητα ή το νόημα τέτοιων εμπειριών των ασθενών και τους ισχυρισμούς τους για την ύπαρξη επίγνωσης σχετικά με τον θάνατο. Γι' αυτό υπογράμμισαν την ανάγκη οι επιθανάτιες εμπειρίες να τύχουν περαιτέρω απροκατάληπτης έρευνας.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ