Το «Καράβι της ζωής μου», ένα έργο - εγκατάσταση που ανήκει στη μόνιμη συλλογή του ΕΜΣΤ, η πιο ακριβή στην εποχή της αγορά, είναι αυτό που σύστησε στο ελληνικό κοινό τον Ρώσο εννοιολογικό καλλιτέχνη Ίλια Καμπακόφ που πέθανε το Σάββατο σε ηλικία 89 ετών. Το «καράβι της ζωής μου» είναι η «οπτική-υλική» αυτοβιογραφία του καλλιτέχνη.
Χρονικογράφος της ζωής στη Σοβιετική Ένωση μέσα από τις απεικονίσεις του, έγινε γνωστός για τις «συνολικές εγκαταστάσεις του», όρο που επινόησε ο ίδιος, τις ποιητικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις και τα οράματα της ουτοπίας που εξέφρασαν την επιθυμία του να αποδεσμευθεί από το ολοκληρωτικό καθεστώς στο οποίο γεννήθηκε.
Γεννήθηκε το 1933 στο Ντνιπρό της Ουκρανίας. Τα πρώτα του χρόνια μέσα στη δίνη του Β’ παγκόσμιου Πολέμου καθόρισαν την καλλιτεχνική του πορεία. Στάλθηκε με τη μητέρα του για ασφάλεια στη Σαμαρκάνδη της Ουκρανίας, όπου μπήκε στο Ινστιτούτο Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής Ilya Repin Leningrad.
Μετά τον πόλεμο, γράφτηκε στο Κρατικό Ινστιτούτο Τέχνης Surikov στη Μόσχα, όπου σπούδασε γραφιστική και εικονογράφηση βιβλίων, ξεκινώντας την επίσημη καριέρα του ως εικονογράφος εκατοντάδων παιδικών βιβλίων. Το στούντιο του στο κέντρο της Μόσχας έγινε η καρδιά της Ομάδας Τέχνης Sretensky, η οποία περιλάμβανε τους καλλιτέχνες Ερίκ Μπουλάτοφ και Όλεγκ Βασίλιεφ και διαμόρφωσε το κίνημα του εννοιολογισμού, το οποίο υποστήριζε ότι οι κοινές ιδέες σε όλους εκδηλώνονται κατά την απόκτηση εμπειρίας, ενώ είχε διεθνή απήχηση παρά το γεγονός ότι προερχόταν από μια κλειστή κοινωνία.
Εγκατέλειψε την ΕΣΣΔ το 1987 και άρχισε επίσης να εργάζεται με την ανιψιά του Εμίλια η οποία αργότερα θα γινόταν σύζυγός του. Έζησαν στο Μανχάταν και αργότερα στο Λονγκ Άιλαντ όπου δημιούργησαν μια καλλιτεχνική όαση.
Ο Ίλια Καμπακόφ, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, υπήρξε πρωτοπόρος στη δημιουργία «συνολικών εγκαταστάσεων» (total installation), σύμφωνα με τον όρο που εισήγαγε ο ίδιος. Οι υβριδικές εγκαταστάσεις του καλλιτέχνη μετασχηματίζουν τον υπάρχοντα χώρο σε ένα ολοκληρωτικό και ενιαίο τεχνητό περιβάλλον, στο οποίο εντάσσεται ο θεατής ακολουθώντας μια προκαθορισμένη πορεία. Η αφηγηματική λειτουργία των έργων επιτυγχάνεται μέσα από μια σχολαστική και συνεχή επαναπραγμάτευση μιας προσωπικής μυθολογίας και μνήμης, που εστιάζει κυρίως στην περίοδο δραστηριοποίησής του ως «ανεπίσημου» καλλιτέχνη στη Σοβιετική Ένωση.
«Έχω βαρεθεί να είμαι και θυμάμαι τη ζωή ως μια άθλια ανάγκη. Να φύγεις από τη ζωή; Αυτό δεν μπήκε ποτέ στο μυαλό μου. Εξάλλου, η πραγματική «αναχώρηση» πιθανότατα θα συμβεί μόνη της, στον δικό της χρόνο και δεν εξαρτάται από την επιθυμία μας» έλεγε.
Τα έργα του περιλαμβάνονται στις συλλογές του Μουσείου Τέχνης Zimmerli, του Centre Pompidou (Beaubourg), του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, του Guggenheim, του Ερμιτάζ, της Γκαλερί Tretjakov (Μόσχα), του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Νορβηγίας, του Ιδρύματος Τέχνης Kolodzei και μουσείων στο Κολόμπους , Οχάιο, Φρανκφούρτη και Κολωνία κ.λπ. Το 2017 η Tate Modern στο Λονδίνο εξέθεσε την Ilya and Emilia Kabakov: Not Everyone Will Be Taken Into the Future και το Μουσείο Hirshhorn στην Ουάσιγκτον, DC δημιούργησε μια έκθεση Ilya and Emilia Kabakov: The Utopian Projects.
Τα έργα των Καμπακόφ έχουν εκτεθεί σε κορυφαία μουσεία σε όλο τον κόσμο, όπως το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη, το Tate Modern στο Λονδίνο και το Centre Pompidou στο Παρίσι. Η τέχνη του αγκαλιάστηκε αλλά ποτέ δεν έγινε πλήρως κατανοητή στη μετασοβιετική Ρωσία, τόσο από κρατικά ιδρύματα όσο και από ιδιώτες συλλέκτες, όταν παρουσιάστηκε στο Κρατικό Μουσείο Ερμιτάζ και στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Γκαράζ.
«Ουσιαστικά, πρόκειται για την ιδέα του να παρουσιάσω τη ζωή µου, την ιστορία της ζωής µου, µε τη μορφή εγκατάστασης» έλεγε για «Το καράβι της ζωής μου». «Το έκανα όταν έγινα εξήντα ετών. Η εγκατάσταση είναι ένα μεγάλο και επίμηκες (17 μέτρα) ξύλινο πλοίο µε σκάλες στην κάθε άκρη του, τις οποίες ο επισκέπτης χρησιμοποιεί για να ανεβεί στο κατάστρωμα και να κατεβεί από αυτό. Πάνω στο κατάστρωμα υπάρχουν εικοσιπέντε μεγάλα χαρτονένια κουτιά σε πλήρη αταξία, σαν να έχουν τοποθετηθεί εκεί προσωρινά. Το καθένα είναι γεμάτο µε όλων των ειδών άχρηστα αντικείμενα του νοικοκυριού, όπως όταν κάποιος που βιάζεται να φύγει πετά πράγματα όλα μαζί ανακατεμένα χωρίς να τα ξεχωρίζει: πανωφόρια, πουκάμισα, παπούτσια, παιδικά παιχνίδια.
Το τελευταίο κουτί είναι κενό. Ένας έντονος συνειρμός εγείρεται από τη διαδρομή στο πλοίο- αυτός της λέμβου του Χάροντα που μετέφερε τις ψυχές των ανθρώπων στην άλλη όχθη του ποταμού της Στυγός. Τουλάχιστον, αυτή την εικόνα είχα μπροστά στα µάτια µου όταν συνέλαβα την εγκατάσταση» έλεγε.