Μάριο Βάργκας Λιόσα: H πολιτική στη λογοτεχνία

Μάριο Βάργκας Λιόσα (Γιόσα): H πολιτική στη λογοτεχνία Facebook Twitter
Παρά το ότι ο Λιόσα κατανάλωσε πολύ χρόνο διεκτραγωδώντας τις «αυταπάτες της νεότητάς του» (όπως όλοι οι πρώην αριστεροί), η λογοτεχνία του υπήρξε ένα πλούσιο οικοδόμημα στο οποίο φιλοξενεί και τις οπτικές που δεν συμπαθούσε πλέον. Εικονογράφηση: bianka/ LIFO
0

*

ΣΕ ΕΝΑ ΑΠΟ τα λιγότερο διάσημα μυθιστορήματά του Μάριο Βάργκας Λιόσα, το Παλιοκόριτσο¹, o κεντρικός ήρωας, ένας νέος ονόματι Ρικάρντο, ο οποίος ζούσε από έφηβος με το όνειρο του Παρισιού, βρίσκεται όντως στις αρχές της δεκαετίας του ’60 στη γαλλική πρωτεύουσα. Εκεί αναπτύσσει σχέσεις με μια παρέα Περουβιανών, που πολλοί είναι υπότροφοι της επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας και, με κάποιους τρόπους, προετοιμάζονται για αντάρτικο στη χώρα τους κατά το πρότυπο της Αβάνας. Η ατμόσφαιρα του καιρού με τους βιότοπους της πολιτιστικής και πολιτικής της ανησυχίας περιλαμβάνει βιβλιοπωλεία², σινεμά και από κοντά ένα ολόκληρο πολιτικό και ιδεολογικό σύμπαν.

Ο Παούλ, κεντρικό πρόσωπο αυτής της παρέας, δουλεύει στην κουζίνα ενός εστιατορίου και όμως, σε ελάχιστο χρόνο, εκτοξεύεται στο πεδίο της δράσης ως ψυχή μιας οργάνωσης της Επαναστατικής Αριστεράς, ταξιδεύοντας στην Κούβα, στο Πεκίνο, στην Ευρώπη. Ο Ρικάρντο, που έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον ίδιο τον Βάργκας Λιόσα, εργάζεται ως μεταφραστής της UNESCO και είναι ερωτευμένος με τη Λίλι, το «παλιοκόριτσο» του τίτλου. Παρά την προσωπική σχέση με τον Παούλ, οι συνολικοί δεσμοί του Ρικάρντο με αυτούς τους ακτιβιστές και τις ιδέες τους χαλαρώνουν.

Νομίζω πως αυτό που εντυπωσιάζει ή μάλλον σοκάρει περισσότερο δεν είναι οι αντιλήψεις του Λιόσα όσο το ότι τις ενστερνίστηκε ένας μεγάλος συγγραφέας του Νότου, ένας συγγραφέας που ερχόταν από τις «ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής» και όχι από κάποια χώρα του πρώτου κόσμου.

Το 1965 και επιστέφοντας στη Λίμα, ακούει στις ειδήσεις πως το κίνημα του Παούλ κήρυξε την έναρξη αντάρτικου κατά της κυβέρνησης της χώρας. Ο κύκλος των γνωστών του Ρικάρντο αντιμετωπίζει την είδηση σαν προαναγγελία βέβαιης συντριβής για κάποιους ρομαντικούς που πιστεύουν πως μπορούν να μεταφέρουν την Επανάσταση της Κούβας σε άλλες χώρες. Ένας θείος του Ρικάρντο θα συνοψίσει την άποψη της προοδευτικής φιλελεύθερης αστικής τάξης γι’ αυτό που συνέβαινε:

Αυτοί οι ηλίθιοι το μόνο που θα καταφέρουν, παίζοντας τους αντάρτες, είναι να σερβίρουν στο πιάτο του στρατιωτικού το πρόσχημα για ένα πραξικόπημα. Και να μας φορέσουν άλλα οχτώ ή δέκα χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας. Πώς τους ήρθε να κάνουν επανάσταση ενάντια σε μια δημοκρατική κυβέρνηση πολιτικών, την οποία, επιπλέον, όλη η περουβιανή ολιγαρχία, ξεκινώντας από τη La Prensa και την El Commercio, κατηγορούν ότι είναι κομμουνιστική επειδή θέλει να κάνει αγροτική μεταρρύθμιση. Το Περού είναι χάος, ανιψιέ, καλά έκανες και έφυγες και πήγες να ζήσεις στη χώρα του καρτεσιανού πνεύματος³.

Κατά κάποιον τρόπο, αυτός ο θείος, ο δόκτωρ Αταούλφο Λαμιέλ, φαίνεται να δανείζεται επιχειρήματα από τον μελλοντικό Βάργκας Λιόσα. Η οπτική του έχει ήδη στον πυρήνα της τη βασική ιδέα του για μια Λατινική Αμερική που, κατά τη γνώμη του, δεν αφέθηκε «ήσυχη» από τον ριζοσπαστισμό της αριστεράς και τις αρχαϊκές και αυταρχικές τάσεις στη δεξιά. Αν πλησιάσουμε όμως πιο κοντά στην τροχιά του συγγραφέα-πολιτικού, αισθανόμαστε ότι οι αποστάσεις του από τους αρχικούς του φίλους (από ανθρώπους σαν τον Παούλ) και τις ιδέες τους έγιναν χαώδεις. Δεν έγιναν ίσες αποστάσεις μεταξύ ριζοσπαστισμού και συντηρητισμού όσο αποχρώσεις μέσα σε αυτόν τον τελευταίο. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, ο συγγραφέας είχε προβεί σε εξωραϊσμό θέσεων και προσώπων της αυταρχικής δεξιάς και ακροδεξιάς (όπως ο Μπολσονάρο). Αυτό δεν συνέβη ποτέ μέσα στο μυθιστορηματικό υφαντό του Λιόσα όσο σε ερμηνείες και εξηγήσεις του ίδιου ως δημόσιου διανοουμένου και βέβαια ως ατυχήσαντος πολιτικού άνδρα. Αναμφισβήτητα έχουμε δυο επίπεδα που δεν ταυτίζονται ούτε καν σε βιβλία τα οποία έχουν πολιτικό χαρακτήρα και στα οποία εμφανίζονται ιδεολογικές και ιστορικές κρίσεις στο στόμα των ηρώων.

Υπάρχει, όμως, ένα άλλο κοινό νήμα: ιδέες και μοτίβα τα οποία οδηγούν από την αισθητική φιλοσοφία στην πολιτική του συγγραφέα, από την ιδέα του για το μυθιστόρημα σε έναν συντηρητικό φιλελευθερισμό που βλέπει τη λογοτεχνία ως αντι-στράτευση, κυρίως όμως ως αντι-στράτευση στις ιδέες και στις προτάσεις της αριστεράς.

**

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ του συγγραφέα (για τους Έλληνες θα μείνει πάντα εκκρεμές το δίλημμα Γιόσα ή Λιόσα), έκανα μια αναδρομή στα μυθιστορήματα που είχα διαβάσει και, αναπόδραστα, στη βιωματική τους συγκυρία. Μου ήρθαν στον νου παλιές αθηναϊκές μέρες που είχε πέσει στα χέρια μου η Πόλη και τα σκυλιά, σε μετάφραση του Λέανδρου Πολενάκη. Ήταν μια έκδοση του 1976 στις εκδόσεις Οδυσσέας. Πιστεύω όμως (δεν θυμάμαι όμως ακριβώς) ότι αυτό ήταν το δεύτερο βιβλίο του Λιόσα που διάβασα και πως είχε προηγηθεί η Θεία Χούλια και ο γραφιάς στην έκδοση του 1986 που την είχα αγοράσει κατά πάσα πιθανότητα από την Πρωτοπορία στην οδό Γραβιάς, ένα από τα δυο-τρία περάσματα εκείνης της εποχής.  

Έκτοτε, και για δεκαετίες, ο Λιόσα θα γίνει, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, μια πηγή λογοτεχνικής ευδαιμονίας. Στα βιβλία του βρήκα κόσμους όπου η σκληρότητα, η ομορφιά, η αμφιβολία, η ουτοπία και η τρέλα δένονται με πειστικά περίπλοκους χαρακτήρες σε χρόνους και τόπους που μεταγγίζονται στον αναγνώστη. Όπως οι νεαροί της Στρατιωτικής Ακαδημίας στο πρώτο (και για μένα καλύτερο) βιβλίο του, την Πόλη και τα Σκυλιά. Ή η ανθρώπινη πανίδα που περιστοιχίζει το Πράσινο Σπίτι και η σύνθετη προσωπικότητα του λοχαγού Πανταλέοντος Παντόχα και της παράξενης αποστολής του σε ένα πορνείο[4]. Και μυθιστορήματα όπως η συγκλονιστική Γιορτή του Τράγου –όπου παρουσιάζεται όλη η βαναυσότητα μιας δικτατορίας σαν αυτή του Τρουχίλο στη Δομινικανή Δημοκρατία– έχουν βοηθήσει αναμφίβολα τους αναγνώστες να κατανοήσουν κοινωνικοπολιτικές πραγματικότητες που συχνά είτε δεν φτάνουν ως εδώ είτε καταφθάνουν ως εξωτισμοί και παρωδίες.

Πριν από δύο μήνες, κατά σύμπτωση και αναζητώντας κάτι άλλο, έτυχε να ακούσω μια συνέντευξη που είχε δώσει ο Λιόσα στο ραδιόφωνο της France Culture. Ήταν το 1993 και ο τότε πενηνταεπτάχρονος συγγραφέας απαντά, με άψογα γαλλικά (αφού είχε ζήσει στο Παρίσι της δεκαετίας του ’60) για τη λογοτεχνία, την πολιτική και τις επιρροές του. Το θέμα, βέβαια, επί δεκαετίες, και ξανά με αφορμή την εκδημία του, αφορά την απορία για την πολιτική και τη συγγραφική του ταυτότητα: η όδευση από τον μαρξισμό στον φιλελευθερισμό και μάλιστα σε έναν δεξιόστροφο και νεοφιλελεύθερο φιλελευθερισμό (όχι σε έναν κεντροαριστερό φιλελευθερισμό ή έστω σε μια μετριοπαθή σοσιαλδημοκρατία).

Ακούγοντας τον Λιόσα στη France Culture, ξαναβλέποντας την εκπομπή «Apostrophes» με τον Μπερνάρ Πιβό και έχοντας διαβάσει επί χρόνια τις παρεμβάσεις του για διάφορα θέματα, δεν διακρίνω κάποιο οδοιπορικό-έκπληξη. Νομίζω πως αυτό που εντυπωσιάζει ή μάλλον σοκάρει περισσότερο δεν είναι οι αντιλήψεις του Λιόσα όσο το ότι τις ενστερνίστηκε ένας μεγάλος συγγραφέας του Νότου, ένας συγγραφέας που ερχόταν από τις «ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής» και όχι από κάποια χώρα του πρώτου κόσμου. Ήταν, για να το πω αλλιώς, ο δυτικισμός και ο αντιτριτοκοσμικός του τόνος. Ένας δυτικισμός που έπαιρνε τη μορφή υπεράσπισης των ιδιωτικοποιήσεων κ.λπ. Στη Λατινική Αμερική των γενοκτονιών, της αρπαγής εδαφών, των φασιστικών δικτατοριών, στη Λατινική Αμερική της United Fruit και των αμερικανικών συνωμοσιών, ήρθε κάποιος με μια τελείως άλλη αφήγηση και εκδοχή των πραγμάτων. Όχι όμως τόσο μέσα στα μυθιστορήματά του –εκεί τα πράγματα είναι αρκούντως σύνθετα ή και αντίθετα– όσο στη μιντιακή, δοκιμιακή και «δημοσιολογική» τους πλαισίωση.

Ο Λιόσα μεγαλώνει με τις μεγάλες επιρροές της γενιάς του και των κάπως νεότερων, επιδράσεις από τις αρχές του ’50 έως τα μυθικά ’60s: σαρτρικός υπαρξισμός, ένας γενικότερος μαρξιστικός ανθρωπισμός και έπειτα η Κουβανική Επανάσταση και ο επαναστατικός ρομαντισμός που προανήγγειλε την εποχή του ’68. Άνθρωποι από τη Νότια Αμερική που ταξιδεύουν ως εξόριστοι ή για σπουδές στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις της εποχής μεταγγίζουν εικόνες και πρότυπα στους Γάλλους ή στους Βρετανούς που με τη σειρά τους αισθάνονται σε αυτές τις επαφές την αναζωογόνηση του μαρξιστικού ορίζοντα και της ριζοσπαστικής φαντασίας. Από αυτήν τη συναισθηματική και πολιτική φύτρα βγήκε και ο Λιόσα, λέγοντας, εκ των υστέρων, πως άρχισε να παίρνει εγκαίρως αποστάσεις. Αυτό το θεωρώ αμφισβητήσιμο, μια και η μνήμη των ηλικιωμένων ανακατασκευάζει και τροποποιεί εκείνα τα σημεία της παλιάς ζωής που μοιάζουν εκ των υστέρων «ενοχλητικά» ή άβολα. Στη συνέχεια, πάντως, η ιδεολογική διαδρομή είναι κοινότοπη: από τον ριζοσπαστισμό σε μια φιλελεύθερη αριστερά αλά Καμί, στη ρήξη με τον Κάστρο και την ιδεολογία της επανάστασης και από εκεί σε έναν φιλελευθερισμό με συντηρητικές-φιλελεύθερες αποχρώσεις.

Απορία: μήπως είναι άχαρο και άχρηστο να μιλούμε γι’ αυτές τις πολιτικές και ιδεολογικές στάσεις και όχι για τον συγγραφέα; Μήπως παραβιάζουμε έτσι την αυτονομία της λογοτεχνίας από την πρόθεση και τις πολιτικές βλέψεις του συγγραφέα, πηγαίνοντας πίσω και από τις κατακτήσεις του μοντερνισμού; Η απάντηση στη δίκαιη απορία είναι απλή: ο ίδιος ο Λιόσα διεκδίκησε έναν διπλό ρόλο, μια αμφίβια υπόσταση. Δεν είναι μόνο πως κατέβηκε υποψήφιος για την προεδρία του Περού απέναντι στον Αλμπέρτο Φουχιμόρι (ο οποίος και νίκησε) αλλά κυρίως το γεγονός πως η κουλτούρα του επιδιώκει να διευθετήσει την ένταση μεταξύ πολιτικής μαχητικότητας και λογοτεχνικής περιπέτειας. Για να αποδράσει από τον κλοιό της πολιτικής, ο Λιόσα πάει να γίνει ερωτικός συγγραφέας, συγγραφέας της επιθυμίας, όμως σε κάθε άλλη του στιγμή επανέρχεται αναπόφευκτα στο πολιτικό και το ιστορικό υλικό. Η σκληρότητα της ιστορίας δεν τον αφήνει ήσυχο και εκείνος, βγαίνοντας έξω από τη λογοτεχνία, κατηγορεί ως υπαίτιο για τα δεινά εκείνον ή εκείνους που τα καταγγέλλουν.

***

ΑΜΦΙΒΙΟΣ: Η ΜΙΑ ΠΛΕΥΡΑ είναι η λογοτεχνία ως απόσταση-διαφυγή από τη στενή πραγματικότητα, η άλλη πλευρά η λογοτεχνία ως δίψα να καταλάβει κανείς τον κόσμο και τους μηχανισμούς με τους οποίους λειτουργούν τα ατομικά κίνητρα μέσα στο συλλογικό πλαίσιο, στους καταναγκασμούς της περίστασης. Μπορεί να αποτολμήσει κανείς την υπόθεση ότι ο Λιόσα ήρθε σε ρήξη με την αριστερά γιατί, εκτός των άλλων, θεώρησε ότι οι απαιτητικές αριστερές στρατεύσεις ενοχλούν την υπόθεση της λογοτεχνίας όπως την κατανοούσε. Και την κατανοούσε με τον τρόπο του Φλομπέρ. Ο Ρικάρντο –το προσωπείο του ίδιου του Λιόσα στο Παλιοκόριτσο–, έχοντας αποχωριστεί τον κόσμο των επαναστατών και των σχεδίων τους, ξαναδιαβάζει την Αισθηματική Αγωγή του Φλομπέρ, αφού και το αντικείμενο του έρωτά του πήρε το όνομα της περίφημης φλομπερικής μαντάμ Αρνού.

Κατά τα άλλα, ο προσεταιρισμός συντηρητικών ιδεών μετέχει στη διαμόρφωση του συγγραφέα, στην κατασκευή του ως φιγούρας που προτείνει κάτι άλλο από τον κλασικό τύπο του ριζοσπάστη Λατινοαμερικάνου συγγραφέα. Η αντιπαράθεσή του με τον Γκάμπο (Γκαρσία Μάρκες) ήταν, με κάποιον τρόπο, ένα αντιπροσωπευτικό επεισόδιο ενός πνευματικού και πολιτικού διαχωρισμού που θα έχει τη σημασία του σε βάθος χρόνου.

Τι έκανε ο Λιόσα και απογοήτευσε πολλούς λάτρεις της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας και κουλτούρας; Έγραψε σημαντικά μυθιστορήματα που μιλούν για το Περού, τη Χιλή, τη Δομινικανή Δημοκρατία, έχοντας συγχρόνως μπει στο σαρκίο εκπροσώπου των ατλαντικών, καπιταλιστικών και «θατσερικών» αξιών. Έγινε ο συγγραφέας που καταδικάζει τον «μιζεραμπιλισμό», δηλαδή τους αντι-ιμπεριαλιστικούς και αντικαπιταλιστικούς λόγους που είχαν ιδρύσει μια ορισμένη λατινοαμερικανική κοινωνική και πνευματική συνείδηση στον 20ό αιώνα. Εξελίχθηκε, με άλλα λόγια, σε έναν φιλελεύθερο αντι-λαϊκιστή που είχε πολύ περισσότερα κοινά με τον Φρανσουά Φιρέ παρά με τον Γκαλεάνο, τον Καρπεντιέ ή τον Μάρκες.

Επιμένω, όμως, ότι δεν υπάρχει εδώ κάτι παράξενο. Και συναντούμε κι άλλες περιπτώσεις μετατοπίσεων και ιδεολογικής στροφής, για παράδειγμα του Μεξικανού Κάρλος Φουέντες. Απλώς στον Λιόσα θα είναι ρήξη απόλυτη, όχι μετατόπιση ή αναθεώρηση και επαναπροσδιορισμός. Στη συνομιλία στη France Culture βρίσκω λόγια που τα έχω ήδη συναντήσει στις επιστολές του Φλoμπέρ στη συγγραφέα Γεωργία Σάνδη. Ο Λιόσα, όπως και ο Φλoμπέρ –η μεγάλη του, δηλωμένη αγάπη– τονίζει το γεγονός ότι στην «ανθρώπινη φύση» υφέρπει μια ορμή προς τη βία και το κακό. Ο Φλομπέρ λοιδορούσε (με περιπαικτική τρυφερότητα, φυσικά, γιατί υπήρξε επιστήθια φίλη του) τον αριστερό ουμανισμό της Σάνδη και το κοινωνικό της συναίσθημα που κατά τον συγγραφέα της Μαντάμ Μποβαρί οδηγεί στην «τρέλα» (ο ίδιος, όπως και ο Γκοτιέ, είδαν την εξέγερση και το πείραμα της Κομμούνας του Παρισιού ως εγκληματικά και ήταν υπέρ της βίαιης καταστολής). Έναν αιώνα μετά, ο Περουβιανός Λιόσα ακολουθεί ακριβώς τον ίδιο δρόμο: από τον άνθρωπο στραβόξυλο που δεν ισιώνει –το στρεβλό υλικό της ανθρωπότητας το ονόμαζε ένας από τους διανοητές που επηρέασε και τον Λιόσα, ο Βρετανός ιστορικός των ιδεών Αϊζάια Μπερλίν– προσγειώνεται στην απόρριψη κάθε ριζοσπαστικής προσδοκίας για χειραφέτηση. Η κοινή, βασική ιδέα εδώ είναι ότι το μόνο που μας απομένει είναι οι ατελείς φιλελεύθερες δημοκρατίες. Και φυσικά αυτό το εγκώμιο στο ατελές, παρά το ότι έχει πλούσιες ρίζες (και ψυχαναλυτικές), θα συνδεθεί σε κάποιους με τη φυσικοποίηση των κοινωνικών ανισοτήτων και μια πενιχρή άποψη για τη δημοκρατία ως καθεστώς περιορισμού της πιο ακραίας βίας και του κάθετου δεσποτισμού, ως απαλλαγή από τα γκουλάγκ κ.λπ. Τηρουμένων των αναλογιών, γι’ αυτή την αντίληψη, το ότι δεν σφαζόμαστε στον δρόμο και έχουμε μια ορισμένη σταθερότητα, αρκεί για να λέμε πως ζούμε σε δημοκρατία. Έχω την εντύπωση πως ο τρόπος που βλέπει και το μυθιστόρημα ο Λιόσα είναι μετάφραση αυτής της έντονης καχυποψίας για κάθε μεγάλη ηθική, πολιτική και κοινωνική προσδοκία. Το μυθιστόρημα στον Λιόσα –όπως και σε έναν άλλον, πολύ διαφορετικό απογοητευμένο, τον Μίλαν Κούντερα– είναι επίσης ειρωνική αποσυναρμολόγηση της προσδοκίας για το καλό. Η λογοτεχνία ως «σκεπτικισμός» θέλει να είναι η διαχείριση της ανθρώπινης αδυναμίας για μια άλλη κοινωνική οργάνωση. Από αυτή την προκαταβολική δήλωση μικρών αξιώσεων και φόβου για τις συνέπειες της πολιτικής βούλησης μπορεί να γεννηθεί είτε ένας αναστοχασμός μέσα στην αριστερά είτε μια πορεία προς τα δεξιά. Και τα δύο είναι εκδοχές που παίχτηκαν και παίζονται πάντα.

Και εδώ όμως υπάρχει πάλι πολιτική. Εκεί όπου ο συγγραφέας πιστεύει πως ξεμπέρδεψε με τον «ολοκληρωτισμό» της πολιτικής, ο σκεπτικισμός του είναι ήδη μια πολιτική θέση. Όταν η φιλοσοφική αφετηρία είναι ο άνθρωπος εν πτώσει, ένας λειψός και κατά βάση μοχθηρός πυρήνας της ψυχής (ακόμα και ως άθεος, ο συντηρητικός συγγραφέας ξεκινάει πάντα επισημαίνοντας τα κουσούρια, δηλαδή το ότι οι άνθρωποι είναι αδύναμοι, ψεύτες και φαύλοι που θα προδώσουν τον Χριστό με την πρώτη ευκαιρία), το μόνο που μπορείς να ελπίζεις είναι βελτιώσεις των πραγμάτων στη βάση του νόμου, της οικονομίας της αγοράς ή της φιλευσπλαχνίας των πιο εύπορων.

Στη France Culture, ο Λιόσα αναφέρει και τον Γάλλο συγγραφέα Ζoρζ Μπατάιγ και το θαυμάσιο κείμενο Η Λογοτεχνία και το Κακό. Η λογοτεχνία, λέει, δεξιώθηκε το κακό και με αυτόν τον τρόπο είναι ένας τρόπος να διοχετεύουμε τα αρνητικά φορτία. Αυτό σημαίνει ότι στην οπτική του Λιόσα (την οποία προσπάθησα εδώ να περιγράψω) η λογοτεχνία είναι μια ιδιαίτερη μελέτη των παθών που δεν πρέπει να «καπελώνεται» από τις λυτρωτικές ιδέες ή τις πολιτικές δεσμεύσεις μας. Η υποστήριξη, ωστόσο, μιας συγκεκριμένης αφήγησης για την ανθρώπινη φύση και το πολιτικά δέον ενθαρρύνει και νομιμοποιεί μια άλλη στράτευση.

***

ΓΙΑΤΙ Ο ΛΙΟΣΑ υπήρξε πολύ μεγάλος συγγραφέας; Διότι, παρά το ότι κι αυτός κατανάλωσε πολύ χρόνο διεκτραγωδώντας τις «αυταπάτες της νεότητάς του» (όπως όλοι οι πρώην αριστεροί), η λογοτεχνία του υπήρξε ένα πλούσιο οικοδόμημα στο οποίο φιλοξενεί και τις οπτικές που δεν συμπαθούσε πλέον. Πέρα από τη γοητεία που ασκούν και στον Λιόσα η ίδια η διάψευση των ονείρων, η ανακάλυψη της ματαιότητας και η διαρκής επάνοδος στο λάθος και στο έγκλημα, τα μυθιστορήματά του διατηρούν ένα μερίδιο ελπίδας, ανθρωπισμού και ανόθευτης αγωνίας για τη μοίρα των ατόμων και των λαών μέσα σε συστήματα απάνθρωπης βίας. Αυτό κατάλαβαν και του απένειμαν το Νόμπελ, ένα Νόμπελ απολύτως δικαιωμένο. Μας άφησε ένα δείγμα ευφυούς μοντερνιστικού ρεαλισμού. Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα είναι εδώ για να τον ανακαλύψουν και όσοι/-ες τον αγνοούν ή προσέχουν επιδερμικά μόνο τις ετικέτες. Ακόμα και αν ο σκεπτικισμός στη λογοτεχνία είναι συχνά το όχημα μιας συντηρητικής πολιτικής στράτευσης, σημασία έχει εν τέλει το πώς γράφει κανείς. Το πώς ανασυνθέτει μια εμπειρία, μια γλώσσα, μια οικουμένη, επινοώντας πρόσωπα που φωτίζουν, έμμεσα, και τα σκοτεινά σημεία της Ιστορίας.


[1] Πρωτότυπος τίτλος: «Τravesuras de la niña mala»
[2] Αναφέρεται, ας πούμε, το La joie de lire, που ήταν το βιβλιοπωλείο του Φρανσουά Μασπερό στην οδό Saint-Séverin), όπου σε όλη τη δεκαετία του '60 οι αναγνώστες αναζητούσαν την αντι-αποικιακή και αντικαπιταλιστική γραμματεία της εποχής. Για το βιβλιοπωλείο και τον εκδότη βλ. François Dosse, «Les hommes de l’ombre, Portraits d’éditeurs», Perrin, 2014, σ. 249-278.
[3] Μάριο Βάργκας Λιόσα, «Το παλιοκόριτσο», μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, Καστανιώτης, 2007
[4] «Το πράσινο σπίτι», μτφρ. Κατερίνα Τζωρίδου, Καστανιώτης, 2005 & «Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες», μτφρ. Τασία Χατζή, Εξάντας, 1997

Βρείτε τα βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα στο LiFO Shop.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO. 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η επιταχυνόμενη ακροδεξιά στροφή του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Η επιταχυνόμενη ακροδεξιά στροφή του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Έχει ασπαστεί τον νεοφιλελευθερισμό εδώ και δεκαετίες, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει σοκάρει πολλούς με την υποστήριξή του στα ανερχόμενα ακροδεξιά, αυταρχικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής και της Ισπανίας.
THE LIFO TEAM
Μάριο Βάργκας Λιόσα

Το πίσω ράφι / «Το παλιοκόριτσο»: Το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Περουβιανού Νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα

O Μάριο Βάργκας Λιόσα αποτυπώνει την πρόσφατη ιστορία του Περού, αντιδιαστέλλοντάς την με την έκρηξη ιδεών και την επανάσταση των ηθών στη Δύση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αθήνα: Τα ηλεκτρικά πατίνια και το χάος της μικροκινητικότητας/ Πώς θα μπει τάξη στο χάος με τα ηλεκτρικά πατίνια στην Αθήνα;/ «Δεν γίνεται να μην έχουμε πατίνια γιατί είναι επικίνδυνο να κυκλοφορήσουν»

Ρεπορτάζ / Τι θα γίνει επιτέλους με τα ηλεκτρικά πατίνια στην Αθήνα;

Τα ηλεκτρικά πατίνια είναι η νέα τάση μετακίνησης στην πόλη αλλά προς το παρόν δημιουργούν αρκετά προβλήματα και προκαλούν αντιδράσεις. Πώς θα μπουν όρια στην άναρχη κυκλοφορία τους και τη στάθμευσή τους και ποιες υποδομές χρειάζονται;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Τα μεγάλα έργα που αλλάζουν τη χώρα: Ποια προχωρούν και ποια καθυστερούν

Ρεπορτάζ / Τα μεγάλα έργα που αλλάζουν τη χώρα: Ποια προχωρούν και ποια καθυστερούν

Νέοι αυτοκινητόδρομοι, νέες γραμμές μετρό, νοσοκομεία, σιδηρόδρομοι, αεροδρόμια. Στις μακέτες όλα φαίνονται φανταστικά. Πότε όμως στ' αλήθεια παραδίδονται, πόσο κοντά στις μακέτες θα είναι η πραγματικότητα; Και ποια οφέλη μπορεί να προσφέρουν στην κοινωνία και την οικονομία;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Απειλείται η οικονομία από νέο κραχ;

Οπτική Γωνία / Έρχεται νέο παγκόσμιο κραχ;

Εμπορικοί πόλεμοι, γεωπολιτικές απειλές και ο κίνδυνος παγκόσμιας ύφεσης. Πόσο θα επηρεαστεί η Ελλάδα από τη νέα εποχή Τραμπ; Ο καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, Κώστας Μήλας, μιλά στη LiFO.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μπορεί μια φεμινίστρια να είναι χριστιανή; 

Οπτική Γωνία / Μπορεί μια φεμινίστρια να είναι χριστιανή; 

Υπάρχει τελικά ασυμβίβαστο μεταξύ χριστιανισμού και φεμινισμού; Μπορούν οι δύο ταυτότητες να συνυπάρξουν ή πρόκειται για έναν αδύνατο συνδυασμό; Δύο γυναίκες παραθέτουν τα επιχειρήματα κάθε πλευράς.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Το πράσινο της Αθήνας και τα πάθη του

Ρεπορτάζ / Το πράσινο της Αθήνας και τα πάθη του

Το πράσινο της πόλης μπορεί να είναι περιορισμένο, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις είναι αξιόλογο - και η άνοιξη το φέρνει ξανά στο προσκήνιο, μαζί με τα προβλήματά του. Λύσεις υπάρχουν· το ζητούμενο είναι να εισακουστούν.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ζωή, όπως Ζορό

Βασιλική Σιούτη / Ζωή, όπως Ζορό

Τιμωρός του κατεστημένου ή εκπρόσωπος μιας δήθεν αντισυστημικής ελίτ που παίζει με τα σπίρτα; Η δημοσκοπική εκτόξευσή της είναι γεγονός και όλοι προσπαθούν να μαντέψουν πόσο θα κρατήσει και ποιες θα είναι οι συνέπειες.   
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
«Πράγματι, μεγάλος αριθμός των Ένορκων Διοικητικών Εξετάσεων καταλήγουν σε απαλλακτικά πορίσματα»

Οπτική Γωνία / Οι ΕΔΕ στην Ελλάδα: Πόσες καταλήγουν σε απαλλακτικά πορίσματα;

Πότε διενεργείται μια Ένορκη Διοικητική Eξέταση; Είναι αλήθεια ότι μεγάλος αριθμός ΕΔΕ καταλήγουν στο αρχείο και τι πρέπει να αλλάξει στο ρυθμιστικό πλαίσιο; Μιλά στη LiFO ο δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, Νίκος Βιτώρος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ακαρνανικά Όρη: Ενεργειακές Κοινότητες-«μαϊμού» και διά της πλαγίας

Ρεπορτάζ / Ακαρνανικά Όρη: Ενεργειακές κοινότητες-«μαϊμού» και διά της πλαγίας

Μια κραυγαλέα κατάχρηση του θεσμού των ενεργειακών κοινοτήτων στα Ακαρνανικά Όρη αμαυρώνει τον θεσμό, παρακάμπτει την περιβαλλοντική νομοθεσία και αποκαλύπτει την αδυναμία της διοίκησης να ελέγξει την επιχειρηματική δραστηριότητα που βλάπτει το περιβάλλον και την οικονομία.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Τελικά αν οι γκέι δεν κάνουν παιδιά θα σωθούν οι γυναίκες απ’ το trafficking; 

Οπτική Γωνία / Τελικά, αν οι γκέι δεν κάνουν παιδιά, θα σωθούν οι γυναίκες από το trafficking; 

Τι αλλάζει με την τροποποίηση Φλωρίδη για την παρένθετη κυοφορία και γιατί ο όρος «παρένθετη μητρότητα» είναι λάθος; Η νομικός Μαριάννα Βασιλείου λύνει όλες μας τις απορίες.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
JASON MOMOA

Οπτική Γωνία / Το σινεμά ως τοποθέτηση προϊόντος: Το «Minecraft» σπάει ταμεία

Η τεράστια επιτυχία της κινηματογραφικής διασκευής του δημοφιλούς παιχνιδιού θεμελιώνει μια νέα εποχή στο στουντιακό σινεμά που καθιστά την ταύτιση θεατή και καταναλωτή εντονότερη από ποτέ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ