Για το χθεσινό σφαγείο και τη δολοφονική οπαδική βία σε καιρό ειρήνης στη Νέα Φιλαδέλφεια γνώριζαν και προειδοποιούσαν κυρίως όσοι γνώριζαν για το παρελθόν και το ποιόν των «ταραξιών» της Ντιναμό Ζάγκρεμπ, όπως μάλιστα τους χαρακτήρισε με επίσημη ανακοίνωσή της η διοίκηση της ομάδας.
Τώρα πια, με μία στυγνή δολοφονία πίσω της και ένα ματς να ακυρώνεται κάτω από το βάρος του πένθους στη χώρα, όλοι μιλάνε πιο ανοιχτά για τις φασιστικές καταβολές της των οπαδών της Ντιναμό, για τις ακροδεξιές καταβολές και τις φονικές πολιτικές ρίζες στην καρδιά της ομάδας, για τις οποίες γνώριζαν οι εμπλεκόμενοι αλλά κανείς δεν μιλούσε και φυσικά κανείς δεν τολμούσε να ανακατευτεί στα... «οπαδικά».
Κι όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που ακραίες ιδεολογίες και φασιστικά μορφώματα κάνουν κουμάντο στα γήπεδα της Ευρώπης και όχι μόνο: οι κερκίδες των γηπέδων δεν ήταν ποτέ «καθαρές», ποτέ φτιαγμένες από γνήσιο φίλαθλο συναίσθημα. Ακροδεξιοί, νεοναζί, αναρχικοί υπενθύμιζαν πάντα τις... «πολιτικές», ταξικές, οικονομικές διαφορές στον αντίποδα του κάπως ρομαντικού προτάγματος ότι η «μπάλα ενώνει».
Και φυσικά, ευθύνη γι' αυτή την κατάσταση εκτός από τις διοικήσεις των ομάδων έχει η εκάστοτε πολιτική και πολιτειακή ηγεσία. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, ακόμα και μετά τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού που βύθισε τη χώρα στο πένθος, η οπαδική βία και η κουλτούρα των δολοφονικών επιθέσεων εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται είτε ως αφήγημα ταινιών των 80s, είτε ως λυμένη υπόθεση με την οποία κανείς δεν οφείλει να ασχοληθεί.
Κι αν στα γήπεδα του Ζάγκρεμπ το οπαδικό σφαγείο κυβερνιέται από την Ντιναμό –ποιος ξεχνά το εμετικό πανό κατά των Σέρβων που το 2020; («Θα πηδ@@@@@@ τις γυναίκες και τα παιδιά των Σέρβων» ανέφερε το αισχρό πανό, το οποίο είχε αναρτήσει στο Twitter το Εθνικό Σερβικό Συμβούλιο (SNV), μια οργάνωση Σερβοκροατών)- στα γήπεδα του κόσμου, αντίστοιχοι δολοφόνοι κουμανταδόροι δίνουν τον τόνο για αίμα και βαρβαρότητες που, φυσικά, και διασύρουν διοικήσεις ομάδων και ολόκληρες χώρες.
Στην Ιταλία, όλοι γνωρίζουν για τις καταβολές και τα «πρωτοπαλίκαρα» της ακροδεξιάς Λάτσιο και της Βερόνα. Συνήθως απέναντι τους παρατεταγμένοι οι οπαδοί της Λιβόρνο και της Ρόμα. Σφυροδρέπανα και Τσε Γκεβάρα για τους Λιβορνέζους, σβάστικες και ακροδεξιές τακτικές από τους οπαδούς της Λάτσιο είναι συνηθισμένες εικόνες στα ιταλικά γήπεδα, αλλά και στους δρόμους της χώρας: εξαρτάται από το ποια ομάδα πήρε τη νίκη.
Και στην Ιταλία είναι γνώριμη εικόνα οπαδών να σπάνε, να δέρνουν και να μαχαιρώνουν, αναλόγως με το δίχτυ που προτίμησε η μπάλα.
Στη Γερμανία πάλι, παρά τις κάθετες απαγορεύσεις, λόγω του βεβαρημένου ναζιστικού ιστορικού της χώρας, υπάρχουν ακόμη σταγονίδια του χιτλερισμού που βρίσκουν φιλοξενία και ομοϊδεατισμό σε ομάδες όπως η Εθνική Αντίσταση της Ντόρτμουντ και το Μέτωπο της Μπορούσια. Απέναντί τους συνήθως βρίσκουν τους ανθρώπους της ιστορικής –για την αντίστασή της στο καθεστώς των Ναζί- Ζανκτ Πάουλι που με έδρα το Αμβούργο προσπαθούν να εμπνεύσουν το ιδανικό της ψυχαγωγιας στα γήπεδα, να περάσουν το μήνυμα πως ό,τι κι αν γίνεται κάτω, η κερκίδα είναι εκεί για τη στιγμή και την υποστήριξη της ομάδας.
Και στη Γαλλία επαναλαμβάνεται το μοτίβο ακροδεξιών εναντίον αριστερών, με τους οπαδούς της Μαρσέιγ και της ακροδεξιάς Παρί Σεν Ζερμέν να βάφουν άπειρες φορές τους γαλλικούς δρόμους με αίμα σε συγκρούσεις που εννοείται ότι ξεπερνούν τα όρια των γηπέδων και τα ρεπορτάζ των αθλητικών εφημερίδων.
Στην Ισπανία πάλι, η δικτατορία του Φράνκο, ανάμεσα στα διάφορά ορφανά της άφησε και τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Εσπανιόλ. Δεν είναι λίγες οι φορές που σβάστικες και σύμβολα του Γ’ Ράιχ «διακόσμησαν» τις κερκίδες, δεν είναι λίγες οι φορές που αποδοκιμάστηκε και απειλήθηκε μαύρος ή αλλοεθνής παίκτης. «Απέναντι» τους η Μπαρτσελόνα, ποδοσφαιρικό σύμβολο της αριστεράς στη χώρα, να επιχειρεί αντίσταση –όχι πάντα ειρηνική- μέσω των Μπλαουγκράνα.
Στην Αγγλία, το πρόβλημα του χουλιγκανισμού δεν είναι απλά μια μαύρη σελίδα του ποδοσφαίρου, αλλά ένα ολόκληρο μελανό κεφάλαιο στην ιστορία της χώρας. Αν για κάτι «συγχωρέθηκαν» οι δρακόντειες οικονομικά και κοινωνικά πολιτικές της Θάτσερ, ήταν για τον δυναμισμό και τη σκληρότητα με την οποία η μακροβιότερη πρωθυπουργός της Βρετανίας επιχείρησε –και εν πολλοίς κατάφερε- να πατάξει τον χουλιγκανισμό. Βέβαια, οι μεταγενέστεροι ιστορικοί της χρεώνουν ότι η επιτυχία της περιορίστηκε αποκλειστικά στα γήπεδα, με τις ακρότητες ωστόσο να εξαπλώνονται στη συνέχεια σε όλη τη χώρα.
Εδώ, η «φανέλα του κακού» έχει τα χρώματα της Τσέλσι, προεκτάσεις που φτάνουν στη νεοναζιστική οργάνωση «Blood and Honor» (μτφρ.: Αίμα και Τιμή, αν κάτι εφιαλτικό έχει να μας θυμίσει αυτό) και με σχέσεις με τον ένοπλο βραχίονα της, τη διαβόητη Combat 18. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι οπαδοί της έχουν απειλήσει, τραμπουκίσει, δείρει και διώξει, κατά καιρούς από τα αγγλικά γήπεδα, μαύρους και αλλοεθνείς φιλάθλους, προκαλώντας κατακραυγή.
Αντίπαλο δέος υπάρχει εδώ; Ναι, η Τότεναμ με τις εβραϊκές ρίζες του συλλόγου της...
Το μοτίβο επαναλαμβάνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, χωρίς, ωστόσο, μέχρι σήμερα να έχει επιτευχθεί η πάταξη του πρακτικού αποτελέσματος του να παρεισφρύει ο φασισμός στις ομάδες, δηλαδή, τυφλή ακραία βία και θάνατος