ΣΗΜΕΡΑ, ΑΡΚΕΙ Ν' ΑΝΟΙΞΕΙΣ το TikTok και να πατήσεις «wlw couple» για να δεις χιλιάδες βίντεο από λεσβίες που μιλάνε για τις σχέσεις τους και τη ζωή τους. Στον αιώνα της Chapelle Roan, της Lilly Tomlin και της Jodie Foster, η λέξη «λεσβία» έχει ενταχθεί στο λεξιλόγιό μας. Κοινώς, αν κάποια θέλει να μάθει πώς ζουν οι λεσβίες σήμερα, τι σκέφτονται και τι τις αφορά, μπορεί να το βρει τόσο σε περιοδικά, βιβλία και κινηματογράφο όσο και σε συνεντεύξεις διάσημων προσώπων.
Η λεσβιακή ζωή, ακόμη κι αν παραμένει για μεγάλο μέρος της κοινωνίας κατά πολύ αόρατη, είναι οπωσδήποτε πλέον καταγεγραμμένη. Δεν ήταν πάντα έτσι. Κοιτώντας πίσω, αν θέλουμε ν’ ανακαλύψουμε τις λεσβίες, χρειάζεται να μάθουμε να διαβάζουμε πίσω απ’ τις γραμμές, να ερμηνεύουμε, να μεταφράζουμε και να υποθέτουμε. Η λεσβιακή επιθυμία και ταυτότητα δεν έχει υπάρξει απλώς αόρατη· έχει υπάρξει, σε σημαντικό βαθμό, ακατάγραφη.
Τα τελευταία δύο χρόνια, δύο γυναίκες παρήγαγαν δύο σημαντικότατα έργα καταγραφής της λεσβιακής ζωής στην Ελλάδα. Αναφέρομαι στο βιβλίο «Μια Λεσβιακή Ζωή» της Μαρίας Cyber και στο ντοκιμαντέρ «Λεσβία» της Τζέλης Χατζηδημητρίου. Πρόκειται για δύο έργα που, με ξεχωριστό τρόπο το καθένα, δίνουν στο κοινό να καταλάβει ότι η λεσβιακή ταυτότητα είναι μια ταυτότητα πλούσια, με μακρά ιστορία, που δεν έχει σταματήσει στιγμή να αλληλεπιδρά με την κοινωνία.
«Αυτό που καθιστά τις λεσβίες αόρατες και τις εξαφανίζει διαρκώς από την κοινωνία, τον χώρο και την ιστορία, είναι η πατριαρχία και η ετεροκανονικότητα. Στην ημερίδα προσπαθούμε να δημιουργήσουμε έναν χώρο για να παρουσιαστούν αυτές οι εξαφανισμένες, διαφορετικές, πολλαπλές ιστορίες, να εμφανίσουμε τα ίχνη του παρελθόντος».
Ως έργα καταγραφικά, αυθόρμητα προκαλούν το ερώτημα: πριν από το «σήμερα», πού ήταν οι λεσβίες; Αποκλείεται να ξεφύτρωσαν στην παραλία της Ερεσού ή να γεννήθηκαν ένα πρωί στο Γκάζι. Πώς βρίσκουμε τα ίχνη των λεσβιών σε εποχές που δεν «επιτρεπόταν» να είναι κάποια λεσβία;
Το Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου σε συνεργασία με την ομάδα Ιστορικοί για την Ιστορία των Γυναικών και του Φύλου διοργανώνουν στις 28 Μαρτίου ημερίδα αφιερωμένη στην ιστορία της λεσβιακής επιθυμίας στην Ελλάδα του 19ου και του 20ού αιώνα. Η ημερίδα, με τίτλο «Ακατάγραφες ζωές: Για μια ιστορία της λεσβιακής επιθυμίας στην Ελλάδα», έχει ως θεματική την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα: τι συνέβαινε με τις λεσβιακές ζωές όταν αυτές δεν καταγράφονταν και δεν εκφράζονταν ανοιχτά ως τέτοιες;
Θέλοντας να μάθω περισσότερα, αποτάθηκα σε δύο από τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής της ημερίδας: την ερευνήτρια Ελισάβετ Πάκη και την καθηγήτρια του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Βενετία Καντσά.

καθηγήτρια του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου
― Στην Ελλάδα έχουμε διαχρονικά θέμα με την «αορατότητα της λεσβιακής κοινότητας». Από τη θεματολογία του προγράμματος της ημερίδας, φαίνεται πως μιλάμε λιγότερο για αορατότητα των λεσβιών και περισσότερο για αδιαφορία της κοινωνίας. Πώς το σχολιάζετε;
Βενετία Καντσά: Νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για το χρονικό μιας απουσίας, καθώς το ζήτημα των λεσβιακών σχέσεων απουσίαζε ηχηρά από τον δημόσιο λόγο στην Ελλάδα. Όπως, ωστόσο, ορθά επισημαίνετε, η αορατότητα των λεσβιακών σχέσεων δεν συνδέεται απαραίτητα με την απουσία τους. Λεσβιακές σχέσεις υπάρχουν, εμφανίζονται, βιώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα, αλλά συνήθως στο πλαίσιο μιας συνθήκης αορατότητας.
Όταν το 1992 ξεκίνησα να ενδιαφέρομαι για τις λεσβιακές σχέσεις από τη σκοπιά μιας ανθρωπολογικής προσέγγισης, αναρωτιόμουν αν αυτή η αορατότητα δεν οφείλεται τόσο στην απουσία τους, όσο στην ερευνητική μας αδυναμία να τις προσεγγίσουμε στον βαθμό που, εκείνη τουλάχιστον την περίοδο, η ενασχόληση με τις γυναικείες ερωτικές σχέσεις φαινόταν να αφορά σχεδόν κατά αποκλειστικότητα την ετερόφυλη σεξουαλικότητα. Η προσπάθεια που γίνεται στο πλαίσιο της ημερίδας είναι να μετακινηθούμε από το πρόδηλο, το φανερό, για να αναδειχτούν ζωές, εμπειρίες, επιθυμίες, οι οποίες, αν και δεν βρίσκονται πάντα στο επίκεντρο, είναι γεμάτες νοήματα και σημασίες.
Ελισάβετ Πάκη: Χαίρομαι που κάποια μπορεί να βγάλει αυτό το συμπέρασμα κοιτάζοντας το πρόγραμμα της ημερίδας! Δηλαδή ότι η λεγόμενη «αορατότητα» των λεσβιών είναι πιο πολύ αδυναμία αντίληψης και κατανόησης αυτών που τις κοιτάζουν, είναι το τυφλό σημείο του βλέμματος μέσα από το οποίο κοιτάζουν και δεν βλέπουν ή βλέπουν κάτι εντελώς στερεοτυπικό∙ είναι αδυναμία του ερμηνευτικού σχήματος μέσα από το οποίο προσλαμβάνουν και κατανοούν τον κόσμο, τα φύλα, τη σεξουαλικότητα.
Αυτό που καθιστά τις λεσβίες αόρατες και τις εξαφανίζει διαρκώς από την κοινωνία, τον χώρο και την ιστορία, είναι η πατριαρχία και η ετεροκανονικότητα. Στην ημερίδα προσπαθούμε να δημιουργήσουμε έναν χώρο για να παρουσιαστούν αυτές οι εξαφανισμένες, διαφορετικές, πολλαπλές ιστορίες, να εμφανίσουμε τα ίχνη του παρελθόντος. Και αυτό σημαίνει παράλληλα να αμφισβητήσουμε τα πλαίσια θέασης και ερμηνείας που καθιστούν τις λεσβίες, τα bi και τα τρανς/μη δυαδικά άτομα αόρατες/α.

ερευνήτρια
― Είναι εμφανές από το πρόγραμμα ότι το έργο της Ντόρας Ρωζέττη έχει εντυπωθεί στο ελληνικό λεσβιακό ασυνείδητο. Για ποιους λόγους πιστεύετε ότι έχει καταφέρει να διατηρήσει την προσοχή των Ελληνίδων λεσβιών σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα μετά την έκδοσή του;
Ε.Π.: Χαίρομαι που η Ντόρα Ρωζέττη έχει ιδιαίτερη θέση σε μια ημερίδα για την ελληνική λεσβιακή ιστορία και, να προσθέσω, υποκειμενικότητα και γραφή. Καταρχάς γράφει πολύ ωραία. Καταγράφει τον γενναίο αγώνα της να ζήσει μια διαφορετική σεξουαλικότητα και ζωή εκτός ετεροκανονικότητας και συμβατικού πλαισίου σχεδόν 100 χρόνια πριν από σήμερα. Καταγράφει τον αγώνα της για ανεξαρτησία. Μας χαρίζει τον εαυτό της, τις σκέψεις, τον κόσμο της καθώς αυτοβιογραφείται και βαδίζει σε αχαρτογράφητα μονοπάτια. Μας ανοίγει ένα πολύ σημαντικό παράθυρο στην πολύ ενδιαφέρουσα δεκαετία του 1920 και στη φεμινιστική, κουίρ και λεσβιακή ζωή τότε. Μας χαρίζει εικόνες της Αθήνας του Μεσοπολέμου μέσα από το βλέμμα της, των δρόμων που περπατούσε, των στεκιών στα οποία σύχναζε, των εκδρομών της, των παρεών της, της ερωτικής ιστορίας της, του σώματός της. Εγγράφει την ιστορία της αλλόκοτης επιθυμίας της. Μας προτείνει την έκφραση «λεσβιακοί έρωτες».
Γράφει, για παράδειγμα: «Όταν πήγα σπίτι έβρισκα όλα αυτά αλλόκοτα… Αλλόκοτο τον εσωτερικό μου κόσμο, αλλόκοτες τις σκέψεις μου και τις επιθυμίες μου. “Μα Θεέ μου”, φώναζα, “τι αστεία πράγματα είναι αυτά που περνούν από το νου μου! Αν είναι δυνατόν, λέει, να αγαπώ μια γυναίκα! Διάολε, και πώς την αγαπάω!…», ή «...τρεχάτες πάντα παίρναμε τα ίδια δρομάκια της Αθήνας, ώσπου να βγούμε στη Λεωφόρο Αλεξάντρας... κι από κει να πάει κείνη σπίτι της κι εγώ προχωρώντας πολύ παρακάτω να βρεθώ μετά μισή ώρα σχεδόν στο δικό μου. Η Λεωφόρος!... Πόσες γλυκές στιγμές μου χάρισαν με τον ίσκιο τους ή το λεπτό κορμί τους οι χαριτωμένες κείνες πιπεριές ή οι ακακίες της ή οι λεύκες της παρακάτω!... [...] Πόσες φορές μου 'δωσε τα χείλη της όταν τ' αυτοκίνητα άρχιζαν να περνούν αραιά και πόσες φορές τα τράβηξε στενοχωρημένη λέγοντας ένα “φτάνει”, γιατί φαινόταν η σκιά κανενός διαβάτη», ή «Τι τρομερή πολεμική τέλος πάντων γύρω απ’ αυτό μου το αίσθημα!... Τι βάλθηκε τόσος κόσμος να με κυνηγάει!... Λες και αναποδογύρισα τους νόμους της φύσεως…»
Δυστυχώς η πολύ πρόσφατη επανέκδοση του βιβλίου «Η ερωμένη της» (2024) κυκλοφορεί με ένα προβληματικό νέο επίμετρο για λόγους που συνδέονται με την παραπάνω αναφερόμενη αορατοποίηση των λεσβιών ως υποκειμένων και με το ετεροκανονικό αναγνωστικό βλέμμα στα κείμενα. Ας ξαναγυρίσουμε καλύτερα στη σύνθετη, διορατική και ευαίσθητη ανάγνωση της Ελένης Μπακοπούλου και στα λόγια της: «Σ’ ευχαριστώ, Ντόρα, σ’ ευχαριστώ, Νέλλη, για τον τύπο που άφησες στην ψυχή μου».

― Πώς προέκυψε αυτή η ημερίδα; Γιατί αποφασίσατε να εστιάσετε στον 19ο και στον 20ό αιώνα;
Ε.Π.: Η ημερίδα προέκυψε μέσα από την επιθυμία να δημιουργήσουμε έναν χώρο για αυτές τις ιστορίες, σε πείσμα της εξαφάνισης και των καιρών. Ο 20ός αι. είναι πιο προφανής, με τις τεράστιες κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που έφερε, την αλλαγή στη θέση, την εργασία, τα δικαιώματα των γυναικών, τη μεταμόρφωση της σεξουαλικότητας, του φύλου και άλλων θεσμών, τα κοινωνικά κινήματα, αλλά επιμείναμε να υπάρχει και ο 19ος και πράγματι μας ήρθαν πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις για την πρόσληψη της ερωτικής ποίησης της Σαπφώς και για τη ζωγράφο Ελένη Αλταμούρα.
― Τι πιστεύετε ότι έχουν να κερδίσουν οι νέες λεσβίες παρακολουθώντας την ημερίδα;
Ε.Π.: Κατά τη γνώμη μου είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζει κανείς τι προηγήθηκε, τις διαφορετικές ζωές, τις ιστορίες, τους αγώνες, τις δυνατότητες, τις κοινότητες που υπήρξαν σε προηγούμενες εποχές, πράγματα τα οποία δεν είναι πάντα εύκολα ορατά ή κατανοητά στο παρόν, εξαφανίζονται, παρόλο που μπορεί να αφήνουν πολύ σημαντικά ίχνη. Νομίζω ότι το να γνωρίσει κανείς/καμία το παρελθόν οδηγεί και σε μια πιο πλούσια αντίληψη του παρόντος.
Β.Κ.: Δεν θα έκανα εδώ τη διάκριση ανάμεσα σε «νέες» και «μεγαλύτερες». Θεωρώ ότι για όλες μας θα έχει ενδιαφέρον αυτή η ιστορική προσέγγιση, η ερμηνεία παρελθοντικών συναισθημάτων, βλεμμάτων, κινήσεων, εικόνων. Αν κάτι έχει κατά τη γνώμη μου σημασία είναι ακριβώς η προσπάθεια μιας μη γραμμικής αφήγησης του παρελθόντος και η αναγνώριση ότι το παρελθόν −όπως και το παρόν− είναι σύνθετο, πλούσιο, αντιφατικό, φορέας ποικίλων νοημάτων.
― O τίτλος εστιάζει στο «ακατάγραφες». Αυτό σημαίνει ότι συνέβησαν και δεν αποτυπώθηκαν. Ποιες είναι οι δυσκολίες για μια ερευνήτρια που μελετά κάτι το ακατάγραφο; Πώς προσεγγίζει κανείς ερευνητικά αυτό που απουσιάζει από τα βιβλία και τις παραδοσιακές πηγές;
Ε.Π.: Φαντάζομαι ότι η Βενετία Καντσά, ως ερευνήτρια που έχει δουλέψει με συνεντεύξεις και προφορικές ιστορίες, θα έχει πολλά να πει για αυτό το θέμα. Εμένα με απασχολεί και ένα άλλο ερώτημα, που είναι τι γίνεται όταν υπάρχουν καταγραφές, στον Τύπο, στη λογοτεχνία, ενδεχομένως σε ιατρικά, ψυχιατρικά και δικαστικά αρχεία. Τι καταγράφεται, πώς καταγράφεται, τι συμπεράσματα μπορεί να βγάλει μια ερευνήτρια; Tι μένει ακατάγραφο από τις ζωές αυτές στις καταγραφές αυτές;
Β.Κ.: Στο πλαίσιο της ημερίδας, η προσέγγιση της λεσβιακής επιθυμίας στην Ελλάδα του 19ου και 20ού αι. επιχειρείται με αναφορά σε όσα δεν καταγράφηκαν, δεν αποτυπώθηκαν −όπως αναφέρετε−, δεν καταχωρήθηκαν. Τι θεωρείται επιθυμία; Πώς αναγνωρίζεται; Πώς καταγράφεται; Πώς επικοινωνείται; Πώς βρίσκει τις διαδρομές της στο παρόν και το μέλλον; Πώς συνδέεται με το παρελθόν; Πώς συμβαίνουν όλα αυτά σε ιστορικο-κοινωνικά συμφραζόμενα όπου δεν αναγνωρίζεται ο έρωτας μεταξύ γυναικών, κι όπου είναι ιδιαίτερα περιορισμένα τα βιβλία, τα περιοδικά, τα κείμενα, οι ταινίες, τα θεατρικά έργα που αναφέρονται σε λεσβιακές σχέσεις;
Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι πέρα από τη σιωπή, που εν πολλοίς περιβάλλει τις ερωτικές σχέσεις ανάμεσα σε γυναίκες στο παρελθόν, φαίνεται να υπήρχαν εστίες, έστω λιγοστές, όπου η λεσβιακή επιθυμία αναδύεται στο επίκεντρο. Επιθυμία η οποία εμφανίζεται σε νεαρή ή μεταγενέστερη ηλικία, οδηγεί σε λιγότερο ή περισσότερο θεαματικές αλλαγές, δημοσιοποιείται ή παραμένει αφανής. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις πρόκειται για μια επιθυμία η οποία δεν μπορεί να εγκλωβιστεί σε μια γαμήλια σχέση, δεν μπορεί να περιοριστεί στην ετεροφυλοφιλία, δεν οδηγεί αναγκαστικά στην αναπαραγωγή. Για την ερευνητική προσέγγιση βιωμάτων και εμπειριών που είναι ακατάγραφες προϋπόθεση είναι οι μεθοδολογικές και επιστημολογικές μετατοπίσεις που μας απομακρύνουν από τα κυρίαρχα αφηγήματα και μας προσκαλούν σε διαφορετικές αναγνώσεις.

― Πώς αλληλεπιδρά, κατά τη γνώμη σας, η κουίρ ταυτότητα με τη λεσβιακή; Χρησιμοποιούνται ως διακριτές ή ως συνώνυμες έννοιες στις προτάσεις που λάβατε;
Β.Κ.: Ενδεχομένως λόγω και του περιεχομένου της πρόσκλησης που απευθύναμε, στην πλειοψηφία των εισηγήσεων επικρατούν οι όροι «λεσβία», «λεσβιακός/ή». Πρόκειται για όρους με σύνθετη και πολυτάραχη ιστορία, ειδικά στο πλαίσιο της ελληνικής γλώσσας. Η σύνδεση των όρων «λεσβία» και «λεσβιακός-ή» με σεξουαλικές πρακτικές ανιχνεύεται στην αττική κωμωδία του 5ου αιώνα π.Χ. Ωστόσο, στο τέλος του 19ου αιώνα οι αγγλόφωνοι όροι «lesbianism» και «lesbian» θα χρησιμοποιηθούν από ιατρούς σεξολόγους για να περιγράψουν τις ομόφυλες ερωτικές σχέσεις μεταξύ γυναικών, ενώ θα υιοθετηθούν στη συνέχεια από τις ίδιες τις γυναίκες ως αυτοαναφορικοί όροι.
Στην Ελλάδα η διευρυμένη χρήση των όρων «λεσβία» (lesbian) και «λεσβιασμός» (lesbianism) συνδέεται κυρίως με την εμφάνιση ενός λεσβιακού-φεμινιστικού κινήματος στα τέλη της δεκαετίας του 1970 με έντονες επιρροές από τις αγγλοσαξονικές χώρες. Είναι χαρακτηριστικός για παράδειγμα ο τίτλος του πρώτου λεσβιακού περιοδικού στην Ελλάδα, «Η Λάβρυς. Λεσβιακός Λόγος».
Στα χρόνια που ακολούθησαν και καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αι. υπήρξαν αρκετές δυσκολίες εισαγωγής, μετάφρασης, μεταφοράς, απόδοσης, (αυτό)αναγνώρισης του όρου. Ακόμα και τη δεκαετία του 1990 ο όρος λεσβία δεν μπορούσε συχνά να αποδώσει τις ιδιαιτερότητες, τις επιθυμίες και τη διαφορετικότητα των λεσβιακών σχέσεων. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν και ειδικά από τις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα και μετά ο όρος λεσβία θα τύχει ευρύτερης αποδοχής και αναγνωρισιμότητας, θα συναντήσει ομάδες και κινήματα, θα χαρακτηρίσει φεστιβάλ, θα περιγράψει ζωές και διαδρομές, θα αναδειχθεί σε λέξη που μας επιτρέπει να προσεγγίσουμε, να κατανοήσουμε και να μιλήσουμε για σύνθετες εμπειρίες.
― Υπήρξαν προτάσεις που λάβατε από ερευνήτριες που βρήκατε ιδιαίτερα απρόσμενες;
Ε.Π.: Όχι ακριβώς, αν και βέβαια είναι ωραίο ότι υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον και ανταπόκριση, και ήρθε ένας μεγάλος πλούτος διαφορετικών ερευνητικών προτάσεων, προσεγγίσεων, εποχών, που αποτελεί και το περιεχόμενο της ημερίδας υπό συζήτηση.
― Μπορείτε να μας πείτε τι να περιμένουμε από το πάνελ «Sappho, Lesbian Desire and Queer Women Artists in 19th-20th»;
Ε.Π.: Πιστεύω ότι θα είναι ένα δυνατό και ενδιαφέρον πάνελ, οι προτάσεις για τη Σαπφώ και τη λεσβιακή επιθυμία, την ερωτική ποίηση της Μυρτιώτισσας και την παράξενη ζωή και το έργο της αντισυμβατικής ζωγράφου Αλταμούρα ακούγονται εξαιρετικές και η συντονίστρια είναι θαυμάσια. Να προσθέσω όμως ότι θεωρώ πως όλα τα πάνελ έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και φτιάχτηκαν με φροντίδα. Εκτός από το παραπάνω και ένα που είναι αφιερωμένο στη Ντόρα Ρωζέττη, έχουμε ένα πάνελ για διαφορετικές αναπαραστάσεις λεσβιών στον Τύπο και τη λογοτεχνία κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ένα πάνελ που είναι αφιερωμένο στις λεσβίες ως αντικείμενα −π.χ. του βιοϊατρικού βλέμματος− και ως υποκείμενα του βλέμματος − εδώ θα έχει και αναφορές στην Ερεσό ως σημαντικό τόπο για τις λεσβίες.
Έχουμε ένα άλλο πάνελ για την αφήγηση λεσβιακών ιστοριών από το παρελθόν, το οποίο θα συνδυάσει μια συζήτηση για την ελληνική μετάφραση και πρόσληψη του εμβληματικού λεσβιακού βιβλίου «Το πηγάδι της μοναξιάς», μαζί με προσλήψεις και αναγνώσεις της Σωτηρίας Μπέλλου. Το τελευταίο πάνελ έχει τίτλο «Αφηγήσεις, ιστορίες και δημιουργία λεσβιακών αρχείων», με παρουσιάσεις από την Βενετία Καντσά, τον Πάκο Χαλκίδη και το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο. Το θέμα του είναι το πώς λέμε τις ιστορίες μας, τι δημιουργικά εργαλεία έχουμε ως προς το καθεστώς συνεχιζόμενης αποσιώπησης και αμφισβήτησης, και πώς θα συνδεθούμε αγωνιστικά με το λεσβιακό μας αρχείο.
To πρόγραμμα της ημερίδας είναι εδώ.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες εδώ.
Η ημερίδα θα πραγματοποιηθεί στις 28 Μαρτίου, στο Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Αθηνών (Σκουφά 45).