Πρωί Τρίτης/ στο σπίτι/ Θεσσαλονίκη
Είμαι ξαπλωμένη. Ανοίγω τα μάτια μου. Βλέπω σκοτάδι. Είναι σαν την αδιαφορία. Αμείλικτο, κρύο και μοναχικό. Εισπνέω βαθιά. Μυρίζω προσπάθεια. Ειλικρινή αλλά αναποτελεσματική. Επικεντρώνομαι στην ακοή μου. Ακούω την αγάπη. Δεν ξέρει πώς να διατηρηθεί και βγάζει άναρθρες κραυγές. Ξεροκαταπίνω. Γεύομαι παράπονο. Συνεχές, αβέβαιο, εξαντλητικό. Σφίγγω τα χέρια μου. Σχηματίζουν στο κλείσιμό τους δύο στιβαρές μπουνιές. Δυνατές σαν την αλήθεια και πεισματάρες σαν τη ζήλια.
Σηκώνομαι αργά. Τα πέλματα ακουμπάνε στο ξύλινο πάτωμα. Δέρμα και ξύλο. Η ένωση δύο ανόμοιων, αλλά τελικά τόσο ταιριαστών υλικών. Ψάχνω ένα εμπόδιο. Για να σκοντάψω πάνω του και να οπισθοχωρήσω λίγα εκατοστά. Να βρω έτσι την πορεία μου μέσα από τις λάθος κινήσεις και επιλογές. Πορεία προς το φως. Ακουμπάω τον διακόπτη. Τεχνητό, κίτρινο φως. Σαν πυρετός. Μετανιώνω. Κατευθύνομαι στην μπαλκονόπορτα. Ανοίγω με σβέλτες κινήσεις τα παντζούρια. Φυσικό, λευκό φως. Σαν κρύσταλλο. Κουλουριάζομαι πάλι στο ξέστρωτο κρεβάτι.
Μόλις ξύπνησα μα νιώθω κουρασμένη.
σχόλια