Έστριψα ένα τσιγάρο έξω από τον κινηματογράφο, κάπνιζα και σε άφηνα να λες. Για διάφορα, για άλλους, για τη χθεσινή μέρα και το ωραίο σάντουιτς που τρως πριν πας στην εταιρία. Δεν σε άκουγα. Μονάχα κοιτούσα τα μικρά, μαύρα μάτια σου και από μέσα μου μονολογούσα λέγοντας πως υπάρχουν κάποια βράδια που δεν ξημερώνουν γρήγορα, που σε σκέφτομαι πολύ,που μου λείπεις περισσότερο, που σιχαίνομαι να ξαπλώσω στο κρεβάτι μου γιατί δεν είσαι στην πλευρά σου, που ακούω μόνο ένα τραγούδι, που τσαντίζομαι με μένα, με σένα ,που λέω πως είναι λάθος όλο αυτό, που ξαφνικά συνειδητοποιώ ο,τι είναι το πιο σωστό, που φοβάμαι μην σε χάσω,
που πιέζομαι να μη σου μιλήσω, έτσι όπως θέλω, που πιέζομαι να μη σε αγκαλιάσω, να μην χωθώ δίπλα σου, που κρατιέμαι όσο μπορώ για να μη μυρίζω το άρωμα σου,
που δεν σου λέω στο αφτί σου κουβεντούλες, που δεν σε πειράζω όπως ξέρω, που τρομάζω στην σκέψη πως ότι ακόμη με ταράζει εσύ το προσπέρασες ήδη,
που μετανιώνω για την κακή μου συμπεριφορά απέναντι σου, που είμαι πια τόσο συγκρατημένη, που γράφω τόσες λέξεις και δεν σου δείχνω ποτέ καμιά,
που προτιμώ να είμαι μακρυά σου τελικά, που σιγά σιγά παραδέχομαι πως είναι καλύτερα..υπάρχουν κάποια βράδια που εύχομαι να περάσει όλο αυτό.
Και κάποια άλλα που εύχομαι να μην ξεχάσω,να μην ξεχάσεις.
Έσβησα το τσιγάρο, δεν έβγαλα λέξη απ' όσα σκεφτόμουν, σου είπα καληνύχτα, δήθεν τάχα πως δε με πείραξε που έβγαλες την υποχρέωση πηγαίνοντας για ταινία μαζί μου και έφυγα. Περπάτησα μες τη βροχή, λες και περίμενα να ξεπλύνει κάτι απ' όλα αυτά, που στριφογύριζαν στο κεφάλι μου. Μα τώρα που έβγαλα τα βρεγμένα αναρωτιέμαι πάλι ''γιατί πολεμάμε να μην είμαστε μαζί;''