Μέσα στη ψυχή, υπάρχει ένα μολύβι και μια γομολάστιχα. Κάθε μέρα το μολύβι γράφει στιγμές, δηλώνει παρουσίες και απουσίες στο απουσιολόγιο της ζωής, διηγείται ιστορίες. Η γομολάστιχα από τη πλευρά της σβήνει ότι δεν χρειάζεσαι στη ζωή σου. Ποιος θέλει σκιές ανθρώπων στη ζωή του; Κοιτάς γύρω σου και δεν βλέπεις πρόσωπα. Κρύβονται πίσω από μια οθόνη υπολογιστή. Δεν μπορείς να ζήσεις σέρνοντας από πίσω σου τις ανασφάλειες του καθενός. Ποθείς την επαφή, το ζεστό χαμόγελο, την αγκαλιά, το μοίρασμα. Ας ουρλιάζουν όσο θέλουν οι σειρήνες και οι ψευδαισθήσεις. Το λίγο των ανθρώπων δεν είναι για σένα.
Όταν χαμογελάς, οι ρυτίδες σου βαθαίνουν πιο πολύ. Τις κοιτάζεις στον καθρέφτη και είναι η ζωντανή υπενθύμιση ότι υπάρχεις, έχεις πονέσει και ζοριστεί για να τις αποκτήσεις. Τις ξεπλήρωσες με εμπειρία. Δεν θέλεις άλλους σκιαγμένους και φοβισμένους. Ρίξε μέσα σε μια κατσαρόλα μικροπρέπεια, αλαζονεία και εγωισμό. Όσα μπαχαρικά και να ρίξεις, όσο αλάτι και να προσθέσεις το φαγητό θα είναι άνοστο. Ένα νόστιμο φαγητό χρειάζεται κατανόηση, μεγάλη καρδιά και αυθορμητισμό.
Μπορείς να γίνεις ένα παλιάτσος του συναισθήματος, άλλα όχι και ζητιάνος. Θέλεις ανθρώπους που ξέρουν να παίζουν και ας είναι μεγάλοι, που τους αρέσει να χορεύουν στην κουζίνα του σπιτιού, που έχουν ανοιχτές καρδιές, γελαστές ψυχές. Δεν είναι η ζωή μια αιώνια παιδική χαρά, ένα ουράνιο τόξο. Ανεβοκατεβαίνουμε μια σκάλα που φαντάζει ατελείωτη. Κάποιες φορές ξαποσταίνουμε σε ένα πιο ψηλό σκαλοπάτι, κάποιες άλλες απλά χαϊδεύουμε τις ρωγμές του πατώματος. Στα χαμηλά, είναι που μαθαίνεις. Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος οφείλεις να βγαίνεις στο φως με το πρόσωπο σου φανερό. Φορώντας ένα χαμόγελο ή ένα δάκρυ. Δεν έχει σημασία. Τέτοιους ανθρώπους αποζητάς. Με πρόσωπο γενναίο και λουσμένο στο φως.
σχόλια