(στιγμιότυπο βασισμένο στο μύθο της άρνησης και της απόδρασης, από μια πραγματικότητα που καταρρέει).
Οι αμμόλοφοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλο, το σκηνικό στο οποίο εξελίσσονταν οι πιο πρόσφατες μέρες μας, ήταν άνυδρο.
Η βροχή και το τοπίο είχαν μήνες να σμίξουν.
Ήταν και αυτή ακόμα μια ερωτική συμφωνία που στηριζόταν στην απουσία.
Ήμασταν στον δρόμο από τον Απρίλιο και επιτέλους φτάναμε στο Φοίνιξ, της Αριζόνα. Φτάναμε! Τρόπος του λέγειν. Η τελευταία πινακίδα που θυμάμαι υποσχόταν την πόλη.
Φοίνιξ: 187 μίλια.
Λίγο πριν κάνουμε το επόμενο βήμα, στις ζωές και στις καριέρες μας, αποφασίσαμε να βγούμε στο δρόμο προκειμένου να αποχαιρετήσουμε την τρέλα της νιότης, την οποία είχαμε στερηθεί. Ταξιδεύουμε με το αυτοκίνητό μας μιμούμενοι ήρωες του κινήματος των Beatnik. Αναζητάμε νέες επιρροές αλλά και τρόπο εκτόνωσης από τη ψυχοφθόρα πραγματικότητα που μας είχε επιβάλλει το σύστημα.
Είχαμε ώρες να μιλήσουμε, οι χειρονομίες μας είχαν περιοριστεί στο ελάχιστο. Είχα εστιάσει την προσοχή μου σε ένα σκισμένο αυτοκόλλητο στην πάνω δεξιά γωνία του παρμπρίζ.
Μετά από ώρες προβληματισμού δεν είχα καταλήξει στο τι μπορεί να αναπαριστούσε πριν φθαρεί.
Η γραφική παράσταση της στιγμής θα ήταν συνεχής, δεν θα χρειαζόταν δηλαδή να σηκώσεις το πόδι από το γκάζι, μα τι λέω; Το μολύβι από το χαρτί για να τη σχεδιάσεις. Αναφορικά με τη μονοτονία της θα τολμούσα να πω πως έμοιαζε με ευθεία γραμμή, οριζόντια προς τον άξονα των Χ.
Από το ύφος του καταλάβαινα ότι τη νοσταλγούσε, όχι την πόλη βεβαίως, αυτή δεν την είχε ακόμα δει. Άνοιξε το ράδιο, τα γνώριμα, αμερικανικά, ρυθμικά καψουροτράγουδα ταξίδευαν μαζί μας. Ακούστηκε το “Runaway”, του del Shannon βρες το στο youtube, δεν θα σου εξηγώ τα πάντα.
Ταίριαζε στην ατμόσφαιρα όπως το σκοτάδι στον έρωτα ή και το αντίστροφο.
Μάλλον το αντίστροφο.
Τι ποιός; Το τραγούδι.
Όχι δεν είναι νύχτα. Είναι 13και 27 το μεσημέρι. Κάνει όση ζέστη φαντάζεσαι ή μάλλον άσε καλύτερα θα σου πω.
Λουκ: «Πάρε το χέρι σου από εκεί, μου κρύβεις το θερμόμετρο», σπρώχνοντας το χέρι του Σίλβερ.
Το θερμόμετρο του αυτοκινήτου έχει τις ενδείξεις σε Farhenheit. Έχουμε 95 από δαύτους. Υπολόγιζε γύρω στους 35 Celcius.
Η σκέψη ότι ο Silver δεν αποζητούσε παρέα, με έκανε να θέλω να δώσω ανθρώπινα χαρακτηριστικά σε αντικείμενα εντός του αυτοκινήτου, είχα πια εκπαιδευτεί μετά από τόσες εβδομάδες περιπλάνησης.
Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να μείνω μόνος με τη σιωπή του. Η μόνη σιωπή που μπορώ να ανεχτώ είναι η δική μου και αυτή υπό προϋποθέσεις.
Εντάξει το παραδέχομαι, λέω όλο μαλακίες!
Ξαφνικά είδα με αγάπη τον τεράστιο και μουτζουρωμένο χάρτη που αν και άτακτα διπλωμένος καταλάμβανε όλο το πίσω κάθισμα. Ήταν μεγάλος όσο τα τραπεζομάντιλα της μάνας, γεμάτος ψίχουλα, λεκέδες από Coca-Cola, λάδια. Ο έντονος ήλιος τον είχε ξεθωριάσει όπως ο χρόνος αποχρωματίζει τα μαλλιά των ανθρώπων.
Πεταμένο κάτω και ακριβώς πίσω από το κάθισμά μου ήταν ένα κατεστραμμένο αντίτυπο ενός βιβλίου στο οποίο υπήρχαν όλοι οι ήρωες των ιστοριών κάποιου zoetic.
Nαι, σε σένα μιλάω.
Το βιβλιαράκι ήταν ανοικτό στην σελίδα που είσαι και εσύ τώρα, ένδειξη που ίσως να σήμαινε πως ο προηγούμενος τουλάχιστον αναγνώστης του, είχε εκτιμήσει το περιεχόμενό του, τουλάχιστον όσο εσύ. Σε διαβεβαιώνω πως έτσι είχε συμβεί.
Μάλλον, δεν ήταν αναγνώστης αλλά αναγνώστριες.
( Η Πορτοκαλένια αφηγούμενη σε κάποιον τρίτο. Δεν τον γνωρίζω.
Για γύρνα λίγο το κεφάλι σου. ΩΧ, ΕΣΥ ΗΣΟΥΝ!)
«Είχαμε γνωριστεί σε ένα ωτοστόπ που κάποτε κάναμε. Ζούσαν παράφορα αλλά τίποτα δεν προμήνυε αυτό που λες ότι συνέβη. Αρχαιοκάπηλοι! Ταξιδέψαμε μαζί τους ένα τριήμερο από το Αμβούργο στο Λονδίνο».
«Ίσως και ανάποδα», επιχείρησε να διορθώσει η Ροζ, την Πορτοκαλένια.
«Το θέμα είναι πως μας άλλαξαν τα μυαλά», συνέχισε.
Παύση.
«Εμείς είχαμε μάθει αλλιώς», παίζοντας με τα μαλλιά της.
«Ζούσαμε στον αφρό της κοινωνίας. Χρήματα, χλιδή, εξώφυλλα. Όλα τελείωσαν ξαφνικά. Η κρίση έκανε τα πλουσιόπαιδα λιγότερο εκδηλωτικά. Ήταν και η ηλικία. Εμείς κουράσαμε αυτούς και εκείνοι, εμάς.
Ο Silver και ο Λουκ ήταν χρηματιστές.
(Ο Λουκ απολογείται σε κάποιον ελληνοαμερικανό από τον οποίο ζήτησε τσιγάρο).
«Η ημιπαρανομία αποτέλεσε το παιχνίδι όλων μας, πατριώτη. Όλη η ελληνική κοινωνία άλλωστε δομήθηκε γύρω από αυτήν χρησιμοποιώντας την σαν αναγκαίο εργαλείο για διαστρωματικές ματαιόδοξες συμμαχίες. Αυτό το πρότυπο ζωής αποδείχθηκε, εν τέλει μη βιώσιμο. Όλοι όσοι υπήρξαμε φορείς αυτής της κουλτούρας είμαστε πια μετέωροι αλλά αφηγηματικά ενδιαφέροντες και ενδιαφέρουσες. Οι επιμέρους ιστορίες και τα παραδείγματα είναι πολλά. Φεύγουμε προς κάθε κατεύθυνση όπως οι δικοί σου γονείς το 1960.
Η ζωή μας είχε ξοδευτεί σαν σαπουνόπερα, χωρίς νόημα, όνειρο, ουσία. Δεν θέλει και πολύ ο άνθρωπος.
Η Γη είναι σφαίρα και όπως καλά ξέρεις οι δυο άκρες του χάρτη είναι το ίδιο σημείο. Περάσαμε μέσα σε μια στιγμή απέναντι. Όλα στο μυαλό είναι. Είχαμε και κάτι άκρες με την μαφία και είπαμε να τις εκμεταλλευτούμε για καλό σκοπό αυτή τη φορά. Ενταχθήκαμε βήμα-βήμα στην ένοπλη πάλη. Ποινικοί και αντάρτες. Ένα συμπούρδουλο. Ήμασταν πρόσωπα υπεράνω πάσης υποψίας. Κάνουμε εμπόριο αρχαιοτήτων για να πληρώνουμε τον αγώνα».
Το πορτοκαλί αυτοκίνητο ξεμακραίνει με μεγάλη ταχύτητα. Ακούγεται το τραγούδι “In the death car” του Goran Bregovich.
already written…
σχόλια