Έφτιαξα μια πλάγια πρόταση κι έφαγα μια πλάγια χυλόπιτα γιατί δεν είχε ουσιαστικό μέσα και δεν μου άρεσε καθόλου. Με έναν πλάγιο τρόπο την απόλαυσα. Τι θέλω και πλατιάζω; Και το Game of thrones τελείωσε και στην αρχή δεν με ένοιαζε καθόλου γιατί στην ανεπανόρθωτη λογική μου διακυβεύονταν θαυμαστικά .Πού να ήξερα ότι στο τέλος πεθαίνουν όλοι; Ότι έρχεται ένας φανταστικός θάνατος φυσικών προσώπων με εξαιρετικές επιδόσεις στην υποκριτική; Κι όταν μας βρίσκει η απώλεια ,τα επεισόδια τελειώνουν προτού ξεκινήσουν.Το κατάλαβες αμέσως αυτό.
Και κάπου εκεί έξω, εσύ από μόνος σου, θα βρεις έναν κλαρινογαμπρό με λαμέ κουστούμι και γαλάζια γυαλιά να ουρλιάζει από χαρά όταν θα υπόσχεται αιώνια πίστη ενώπιον φίλων και συγγενών, ενώ σε καμία περίπτωση δεν θα παρευρίσκονται στον ίδιο χώρο οι πρώην φιλενάδες του. Ούτε μια δε θα τον μυρίζει όταν θα ξυρίζεται μπροστά από τον καθρέφτη.
Και τραβάς φωτογραφίες κι εγώ είμαι μια φωτογραφιοφοβική που ανακαλύπτει την φοβία αυτή μαζί σου. Αντιπαθώ την λεξιπλασία, σου αρέσει η τρομολαγνία. Βάζεις κι άλλο φιλμ. Δεν προσπαθείς καν να βρεις ένα σπάνιο φιλμ, κι εγώ δεν υποβάλλομαι σε μαστεκτομή αλλά ξέρω μια γυναίκα που το έχει κάνει και της στέλνω χαμόγελα. Θέλεις να γυρίσεις όλο τον κόσμο και να σε βάλω σε παρασκήνια θεάτρου για να πίνεις πολυάστερο κονιάκ, αλλά εγώ πέρυσι τον γύρισα με έναν ταξιδευτή που του άπλωνα το χέρι όταν φεύγαμε από τη μια χώρα γιατί είχαμε να ανακαλύψουμε κι άλλες και δεν ήθελα να σταματήσω να έχω το χέρι του κοντά μου στις νοητές μας περιπλανήσεις. Αλλάζεις φιλμ ξανά.
Διαβάζω τα 13 αντικείμενα του Barker όταν ξεφυλλίζεις τον Μαρκήσιο ντε Σαντ. Πρώτα η ιστορία με την κουδουνίστρα, μετά το ζευγάρι με τα παπούτσια και τις περνάω ξανά και ξανά απ την αρχή. Θα προτιμούσα να έχω τις ιστορίες του Πεσόα μπροστά μου, αλλά δεν στο λέω γιατί εσύ δεν τις βίωσες όταν ήταν η ώρα σου. Κι όταν ζητούσες απελπισμένος ελάχιστο χρόνο , εγώ γύριζα διπλή φορά ανάποδα την Κλεψύδρα για να μην προλάβει να πέσει ο τελευταίος κόκκος από άμμο.Κι εσύ τί έκανες; πήγες και αγοράσες διαμαντένιο δαχτυλίδι για την καινούρια σου σκούπα. Πώς να σου πω ότι οι σκούπες κλείνουν κουμπαριές μόνο με φαράσια; φοβάμαι πως θα ταραχτείς και θα φτύσεις τα αγριοκέρασα που μασουλάς στο καλογυαλισμένο παρκέ. Οι σελίδες του Μαρκήσιου με χαστουκίζουν πιο δυνατά.
Όταν σε ένα μήνα από τώρα θα έχω φύγει, μπορεί και να με βρεις στο παγκάκι να περιμένω τα ίδια και τα ίδια σα να μην τα ξέχασα ποτέ. Προς το παρόν θα σου μάθω να παίζεις βιολί γιατί, αν θες στ αλήθεια να μετέχεις σε συμφωνική ορχήστρα πρέπει να εξασκηθείς. Ακούς τις φωνές μου; Καλή σου απόλαυση.
Ζητάς να εφεύρω μόνο μια λέξη για την κατάσταση σου, αλλά κάτι με πιάνει ώρες ώρες και δεν δύναμαι να τις χρησιμοποιώ όπως ακριβώς μου έρχονται. Τις αφήνω να αιωρούνται για να σου δώσω το κομμάτι που σου λείπει. «Που πήγαν οι άνθρωποι με την φαντασία» είχες πει μια Δευτέρα όταν τρώγαμε πράσινα μήλα κοντά στο γκαζόν με τα καφεκίτρινα φθινοπωρινά φύλλα. Κι εγώ τότε σου απάντησα <<μπορώ και περιμένω..>> σκεπάζοντας τα γυμνά μας πόδια.
Δυο Τετάρτες μετά, μου μάθαινες την ειρωνία,ενώ πατούσα στην αναζήτηση του google λέξεις κλειδιά για τον τρόπο που μεταφέρεται το χιούμορ. Και ήταν μονάχα μια λέξη που σκέφτηκα για το Γαμοπροσκλητήριο σου, που μάλλον, σου σφηνώθηκε για τα καλά στο μυαλό. Την ίδια ώρα, πήγες να πεις κάτι, αλλά δεν σε ρώτησε κανείς. Κι ήταν μια συζήτηση που μπορούσες να πεις πολλά , λες και φτιάχτηκε για εσένα.
Ασ´ τα τώρα αυτά ,κι ας γυρίσουμε στο σήμερα που προσπαθείς να δουλέψεις, αλλά κάτι σε εμποδίζει. Μπαίνεις σε αυτοκίνητα, περνάς δίπλα από Λεωφόρους και δεν σταματάς στιγμή να χαιρετήσεις τον άγγελο με τα πυρόξανθα μαλλιά που κάποτε σου έσωσε την τιμή, γιατί είναι, αλλά δεν είναι εκεί όπως κάνουν και τα Τζίνι. Κι είναι λες και όλα μπορούν να συμβούν χωρίς την παρέμβαση σου, όπως γίνεται και με την φύση. Γιατί ξέρεις καλά πως αν δεν ξυπνήσεις από τον εφιάλτη στις 7 το πρωί, τα καναρίνια θα κελαηδίσουν. Και απαντάς ότι είναι χρόνια οι μήνες του κενού .Και κάνεις σωστά τους υπολογισμούς γιατί θες να επιστρέψεις στα χρόνια που κάποτε μπορούσαν να σε δικαιολογήσουν .
<<Η κυρία Dalloway πάντα κάνει δεξιώσεις για να σκεπάσει τη σιωπή>>. Virginia Woolf
σχόλια