Όπως και να 'χε το πράγμα, η ειρήνη ήταν αυτό που επιθυμούσε και χρειαζόταν σίγουρα, αυτό που είχε ανάγκη όπως κάθε δημιουργός, κάποιος που γεννήθηκε με την κατάρα να μην αποδέχεται την πραγματικότητα που του έλαχε να ζήσει: κάποιος για τον οποίο το σύμπαν είναι φοβερό ή τραγικά εφήμερο, μεταβατικό και ατελές.
Επειδή δεν υπάρχει κάποια τελειότητα στην ευτυχία. Μετά βίας μάς προσφέρεται σε φευγαλέες και εύθραυστες στιγμές και η τέχνη είναι ένας τρόπος αιωνιότητας (επιδίωξης της αιωνιότητας) εκείνων των στιγμών έρωτα ή έκστασης.
Επειδή όλες οι ελπίδες μας μετατρέπονται αργά ή γρήγορα σε παραμορφωμένες πραγματικότητες.
Επειδή όλοι μας είμαστε απογοητευμένοι κατά κάποιο τρόπο και εάν επιτύχουμε σε κάτι, σε κάτι άλλο θα αποτύχουμε, επειδή η απογοήτευση είναι η αναπόφευκτη μοίρα κάθε θνητού πλάσματος.
Και επειδή όλοι μας είμαστε ή θα καταλήξουμε να είμαστε μόνοι κάποια μέρα: οι εραστές χωρίς το αγαπημένο πρόσωπο, ο πατέρας χωρίς το παιδί του ή αντίστροφα, ο αγνός επαναστάτης μπροστά στη θλιβερή υλιστικοποίηση εκείνων των ιδεωδών, τα οποία, χρόνο με το χρόνο υπεράσπισε υποφέροντας βασανιστήρια.
Και επειδή ολόκληρη η ζωή είναι ένα συνεχές χαμένο ραντεβού και κάποιον που συναντούμε στο δρόμο μας δεν τον θέλουμε όταν αυτός μας θέλει ή τον θέλουμε όταν αυτός δεν μας θέλει πια, ή όταν έχει πεθάνει και ο έρωτάς μας είναι άχρηστος.
Ή επειδή τίποτα απ' όσα υπήρξαν δεν ξαναϋπάρχει, τα πράγματα, οι άνθρωποι και τα παιδιά δεν είναι αυτό που ήσαν άλλοτε και το παιδικό μας σπίτι δεν είναι αυτό που έκρυβε κάποτε τους θησαυρούς και τα μυστικά μας και πεθαίνει ο πατέρας, χωρίς να του έχουμε εξομολογηθεί ουσιαστικά πράγματα που θέλαμε και όταν το αντιληφθούμε δεν υπάρχει πια ανάμεσά μας και δεν μπορούμε πια να θεραπεύσουμε τις παλιές του θλίψεις και τις απογοητεύσεις του.
Κι επειδή το χωριό μεταμορφώθηκε και το σχολείο όπου μάθαμε να διαβάζουμε δεν έχει πια εκείνες τις λιθογραφίες που μας έκαναν να ονειρευόμαστε και τα τσίρκα αντικαταστάθηκαν από την τηλεόραση, δεν υπάρχουν πια οι λατέρνες, και η πλατεία όπου παίζαμε παιδιά μάς φαίνεται κατά γελοίο τρόπο μικρή, όταν την ξαναβρίσκουμε μεγάλοι.
[...]
Επειδή δεν υπάρχει γιορταστική ποίηση, όπως είπε κάποιος, ίσως επειδή δεν μπορεί κανείς να μιλήσει παρά για τον χρόνο και το ανεπανόρθωτο. Και σκέφτεται κανείς επίσης πότε πότε (όμως, ποιος, πότε;) ότι όλα θα περάσουν μια μέρα, θα ξεχαστούν και θα σβηστούν...
Ερνέστο Σαμπάτο, "Αβαδδών ο εξολοθρευτής" - Εκδόσεις Εξάντας
σχόλια