Την Ντίντα την βρήκε ο πατέρας μου παρατημένη κοντά σε μια αγέλη αδέσποτων που φροντίζει στο Μαρούσι. Την απομάκρυνα καθώς ήταν πολύ μικρή για να τα καταφέρει μόνη της. Προσπάθησα να την δώσω για υιοθεσία. Ενδιαφέρθηκαν δύο οικογένειες, όμως τελικά μου την επέστρεψαν. Η Ντίντα αγωνίστηκε για να μπει στην ζωή μου για αυτό και της έδωσα το όνομά της τότε «καψούρας» μου, του βραζιλιάνου τερματοφύλακα της Μίλαν. Η ιστορία της Μπίλι Τζιν είναι σχεδόν η ίδια. «Ευσυνείδητος» φιλόζωος παράτησε εκείνη και τα οκτώ αδέρφια της δίπλα στα σκουπίδια. Με την αδερφή μου καταφέραμε και δώσαμε για υιοθεσία τα αδέρφια της και εγώ κράτησα την Μπίλι Τζιν για να μην είναι η Ντίντα μόνη της όταν λείπω. Απορείς φαντάζομαι για το όνομά της… Την βρήκα την ημέρα που πέθανε ο Μάικλ Τζάκσον. Τις επόμενες μέρες άκουγα εμμονικά μόνο τα τραγούδια του και το κουτάβι χρειαζόταν ένα όνομα. Εννοείται πως όταν της παίζω το τραγούδι της δεν κάνει το moonwalk.
Η Ντίντα και η Μπίλι Τζιν στην πραγματικότητα δεν είναι κατοικίδια αλλά συγκάτοικοι. Βεβαία οι όροι της συγκατοίκησης είναι άνισοι κι όχι επειδή εκείνες δεν πληρώνουν ΔΕΗ και ίντερνετ, αλλά επειδή κάθε φορά που μαζεύω την τουαλέτα τους καταλαβαίνω ποιος είναι το πραγματικό αφεντικό στο σπίτι μας. Είναι ημίαιμες σκυλίτσες, κλασσικές κοπριτούλες και είμαι πολύ περήφανη για το pedigree τους. Η Ντίντα είναι έξι ετών και η Μπίλι Τζιν σε λίγους μήνες θα γίνει δύο.
Στην Ντίντα αρέσει να κάθεται στον καναπέ, τον οποίο άλλος δεν χωρά. Είναι περίεργη στον ύπνο και δεν μοιράζεται τα κλινοσκεπάσματα της. Η Μπίλι Τζιν είναι πολύ πιο εύκολη. Απλά βρίσκει τον χώρο που της αναλογεί στο κρεβάτι μου. Όσο πιο κοντά στο μαξιλάρι μου γίνεται. Έχει και δικό της κρεβάτι δια χειρός Ιkea που της αρέσει να κοιμάται ανάσκελα με τα πόδια ανοιχτά –τελείως καρτούν. Το πρωί απολαμβάνουν τον ήλιο στην βεράντα. Μεγάλες ντάγκλες.
Αυτό που αγαπώ περισσότερο πάνω τους –όπως και σε όλα τα σκυλιά- είναι η ικανότητα τους να συγχωρούν γενναία, χωρίς δεύτερη σκέψη ακόμα και αν πριν πέντε λεπτά έφαγαν άγρια κατσάδα. Πάντα με εκπλήσσει αυτό.
Οι βραδινές μας βόλτες είναι απολαυστικές και αυτό γιατί έχω την δυνατότητα να τις έχω ελεύθερες –προνομιούχα βόρεια προάστια. Είναι η στιγμή που μεταμορφώνονται σε γλυκιά συμμορία, αναζητώντας οσμές, κυνηγώντας θορύβους, κάνοντας απρόσμενες φιλίες, τρέχοντας σαν να μην υπάρχει αύριο. Και μια τρελή από πίσω να τις ακολουθεί.
Όταν ακούν την λέξη «πάμε» γίνεται πραγματικός χαμός. Η προτροπή της βόλτας ισοδυναμεί στον δικό τους πλανήτη με κολασμένο πάρτι. Είναι ικανές να γκρεμίσουν τα πάντα.
Μέχρι στιγμής έχουμε καταφέρει να κάνουμε όλες μαζί διακοπές. Για κάποια ταξίδια στο εξωτερικό αγγαρεύω όμως κόσμο. Δεν είναι δύσκολες πάντως. Πιο δύσκολοι είναι οι έλληνες ξενοδόχοι που μόλις ακούσουν για σκυλιά αντιδρούν σαν να τους ζητούν δωμάτιο σατανιστές. Αν και πρέπει να ομολογήσω πως φαίνεται να αλλάζουν τα πράγματα κι όχι μόνο εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Το καλύτερο, βέβαια, είναι η παραλία που στάνταρ θα πετύχεις κάποιον βλαμμένο που θα αρχίσει να φωνάζει –πάντα φωνές ποτέ διάλογος- για μόλυνση, αρρώστιες ... Η βλακεία είναι απάλευτη. Τα σκυλιά εμβολιάζονται κάθε χρόνο για ένα σωρό μαλακίες. Μπορείς να το ισχυριστείς αυτό για τον διπλανό σου; Τα εμβόλια που παρήγγειλε ο Αβραμόπουλος για τον ΗΝ1 ακόμα ξεκουράζονται στις αποθήκες του ελληνικού δημοσίου.
Υπάρχουν υπεύθυνοι ιδιοκτήτες κατοικίδιων, υπάρχουν και επικίνδυνοι. Το κλασσικό είναι τα Χριστούγεννα οι οικογένειες να κάνουν δώρο στα παιδιά τους ένα σκυλάκι και το Πάσχα εκείνο να κάνει Ανάσταση στην ταράτσα. Ή να γεννάει η σκύλα που δεν έχουν στειρώσει στον κήπο και να τσουβαλιάζουν τα κουτάβια για να τα παρατήσουν στην Πάρνηθα, την Πεντέλη, την Νέα Μάκρη ή στον κάδο απορριμμάτων της γειτονιάς τους.
Δεν υπήρξα το παιδί που έφερνε αδέσποτα στο σπίτι. Αυτό το έκαναν πρώτα από όλα οι γονείς μου. Για εμένα η προστασία των ζώων του δρόμου δεν ήταν απόφαση που έπρεπε να πάρω. Ήταν τρόπος ζωής. Έτσι μεγάλωσα – ταΐζοντας τα σκυλιά της πλατείας. Η αδικία, η δυστυχία, το γεγονός πως είναι παντελώς απροστάτευτα, η πραγματικότητα πως μόνα τους, σκύλοι και γάτες, είναι ανίκανα να επιβιώσουν με «αναγκάζουν» να ενδιαφερθώ. Μου ακούγεται αδιανόητο να συνεχίσω να περπατώ ενώ ακούω ένα μωρουδίστικο κλάμα στο κάδο των σκουπιδιών (ένα περίεργο πράγμα δεν τα πετούν ποτέ στην ανακύκλωση) ή να συνεχίσω να οδηγώ ενώ υπάρχει ζώο τραυματισμένο στον δρόμο μου. Η συμμετοχή στα Ζωοφιλικά Σωματεία είναι ο μόνος τρόπος να αλλάξει η κατάσταση στην χώρα αυτή. Με το ίντερνετ –ειδικά το Facebook- έχουν γίνει σαρωτικές αλλαγές στην ενημέρωση των ανθρώπων, αλλά κυρίως στον συνασπισμό όσων ενδιαφέρονται να αλλάξουν τα πράγματα. Τα σωματεία, όλα στελεχωμένα από εθελοντές, πρέπει να υποστηριχτούν πάση θυσία από τα αρμόδια υπουργεία και την τοπική αυτοδιοίκηση. Παράγουν έργο συγκινητικό και σοβαρό, χωρίς να ζητούν θέσεις εργασίας, να το παίζουν ΜΚΟ, κλπ, κλπ. Κι ενώ επιτελούν κοινωνικό έργο εξακολουθούν να υπάρχουν άνθρωποι να μας χλευάζουν ή να μας θεωρούν αγάμητες γκόμενες που δεν έχουμε τίποτα να κάνουμε. Έλεος!
i. H Ντέπυ Κουρέλλου είναι αρχισυντάκτρια στην εφημερίδα Free Sunday. Επιπλέον, είναι ιδρυτικό στέλεχος και μέλος στον σύλλογο Φίλοι Ζώων Ηρακλείου Αττικής (http://www.facebook.com/group.php?gid=355908065851)
σχόλια