ΟΤΑΝ ΚΕΡΔΙΣΕ την υποψηφιότητα για το βραβείου καλύτερης ηθοποιού στα φετινά Όσκαρ για την ερμηνεία της στην παραγωγή του Netflix «Emilia Pérez», η Κάρλα Σοφία Γκασκόν δεν έγινε μόνο το πρώτο transgender άτομο που προτάθηκε για τέτοια διάκριση, αλλά αμέσως χρίστηκε ως το απόλυτο φαβορί για το βραβείο. βραβείο υποκριτικής, αλλά και το φαβορί. Με 13 υποψηφιότητες, μεταξύ των οποίων για καλύτερη ταινία, διεθνή ταινία και σκηνοθεσία, το φιλμ του Ζακ Οντιάρ έλαβε τις περισσότερες υποψηφιότητες από οποιαδήποτε άλλη ταινία φέτος. Παρότι επικρίθηκε από μέρος του LGBTQ κοινού για την απεικόνιση της τρανς εμπειρίας και από τους Μεξικανούς θεατές για ένα στερεοτυπικό πορτρέτο της χώρας τους, το «Emilia Pérez» φαινόταν να ταιριάζει γάντι στη σύγχρονη αντίληψη της Ακαδημίας Κινηματογράφου που τα τελευταία χρόνια ενισχύει τις κάθε είδους ιστορικές πρωτιές.
Όπως αποδείχθηκε όμως, η Γκασκόν δεν αποτελεί ακριβώς το υπόδειγμα προοδευτικής αντίληψης που το Netflix και πολλά μέλη της Ακαδημίας υπέθεσαν ότι θα ήταν. Αμέσως μετά την υποψηφιότητά της αναδύθηκαν παντού μια σειρά από παλαιότερες ρατσιστικές, ισλαμοφοβικές και «αντι-woke» αναρτήσεις της, οι οποίες έχουν εκτροχιάσει την καμπάνια όχι μόνο για την δική της υποψηφιότητα αλλά και για τις υπόλοιπες της ταινίας. Η ίδια ζήτησε άμεσα συγγνώμη για τα εν λόγω tweets (και αρνήθηκε ότι έγραψε ένα που «έκραζε» τη συμπρωταγωνίστριά της Σελένα Γκόμεζ), λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι στο παρελθόν είχε χρησιμοποιήσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως «ημερολόγιο», ότι οι απόψεις της για τους μουσουλμάνους έχουν εξελιχθεί, ότι τα συναισθήματά της είχαν παρερμηνευτεί ή αποκοπεί από τα συμφραζόμενα και ότι λυπάται για κάθε πόνο που μπορεί να προκάλεσαν τα λόγια της.
Το να προϋποθέτουμε ότι οι τρανς γυναίκες και άνδρες είναι άτομα μονολιθικά στις απόψεις τους ή ανίκανα να έχουν συντηρητικές, αντιδραστικές ή μισαλλόδοξες απόψεις, είναι απλά παράλογο.
Υπαινίχθηκε επίσης επανειλημμένα ότι η ανάδυση των tweets ήταν μέρος μιας εκστρατείας συκοφάντησης εναντίον της και εναντίον της ταινίας. «Πιστεύω ότι έχω κριθεί», δήλωσε στο ισπανόφωνο CNN. «Με έχουν καταδικάσει και με έχουν θυσιάσει και με έχουν σταυρώσει και με έχουν λιθοβολήσει χωρίς δίκη και χωρίς τη δυνατότητα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου». Μετά από αυτή τη συνέντευξη, η οποία δεν είχε «επικυρωθεί» από το Netflix, η πλαρφόρμα φέρεται να έχει σχεδόν ακυρώσει την εκστρατεία υπέρ της βράβευσης της Γκασκόν. Σύμφωνα με το Hollywood Reporter, η ίδια δεν θα παρευρεθεί πλέον στα AFI Awards, στα Critics Choice Awards, στα Producers Guild Awards (στα οποία ήταν προγραμματισμένο να είναι παρουσιάστρια) και στο Santa Barbara Film Festival.
Το προφανές ερώτημα είναι γιατί το Netflix, με το εκτεταμένο προσωπικό που διαθέτει, δεν ασχολήθηκε με τις επίμαχες αναρτήσεις της Γκασκόν πολύ πριν ξεκινήσει η κούρσα για τα Όσκαρ. Και η απάντηση φαίνεται να είναι ότι απλά δεν το θεώρησαν απαραίτητο, πιστεύοντας ότι ως τρανς γυναίκα, η Γκασκόν θα όφειλε, όπως δήλωσε η ίδια εκ των υστέρων, να κατανοεί τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μειονότητες και να μην στρέφεται εναντίον τους. Όμως το να είναι κανείς τρανς είναι ζήτημα προσωπικής ταυτότητας, όχι συστήματος πολιτικών πεποιθήσεων. Το να αγωνίζεται για το δικαίωμά του να ζήσει μια αυθεντική ζωή δεν μεταφράζεται αυτόματα σε συγκεκριμένη πολιτική θέση ή ιδεολογία. Κι από τη μεριά μας, το να προϋποθέτουμε ότι οι τρανς γυναίκες και άνδρες είναι άτομα μονολιθικά στις απόψεις τους ή ανίκανα να έχουν συντηρητικές, αντιδραστικές ή μισαλλόδοξες απόψεις, είναι απλά παράλογο.
Ένα από τα σλόγκαν της επιτροπής των Όσκαρ τα τελευταία χρόνια είναι η ανάδειξη ιστοριών που ασχολούνται μ’ «αυτό που υπάρχει ανάμεσα στις βεβαιότητες». Αν μη τι άλλο, η Γκασκόν έχει ήδη καταφέρει να εκθέσει αυτό που υπάρχει ανάμεσα στις σημερινές μας «βεβαιότητες». Αν ήταν cisgender, θα είχε ίσως ήδη σπεύσει προς υπεράσπισή της ο «αντι-woke», συμπεριλαμβανομένων του Τραμπ και του Ίλον Μασκ, καταγγέλλοντας τους προοδευτικούς του Χόλιγουντ που «ακύρωσαν» μια καλλιτέχνιδα της οποίας το έργο μόλις είχαν τιμήσει επειδή εξέφρασε δημόσια απόψεις που θεωρούν ενοχλητικές. Αλλά οι συντηρητικές δυνάμεις έχουν συσπειρωθεί πολύ καλά γύρω από την τρανσφοβία για να συμβεί κάτι τέτοιο. Ούτε μπορούν να υποστηρίξουν με επιτυχία ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα των προγραμμάτων πολυμορφίας, ισότητας και ένταξης, τα οποία ο Τραμπ έχει βάλει στο στόχαστρο. Σε ένα από τα αμφιλεγόμενα tweets της, η ίδια η Γκασκόν αποδοκιμάζει τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες της ίδιας της Ακαδημίας σε γλώσσα που ο Τραμπ θα επικροτούσε. Αναφερόμενη στην τελετή απονομής των Όσκαρ το 2021, έγραφε: «Όλο και περισσότερο τα #Όσκαρ μοιάζουν με τελετή για ανεξάρτητες ταινίες και ταινίες διαμαρτυρίας, δεν ήξερα αν παρακολουθούσα ένα αφροκορεάτικο φεστιβάλ, μια διαδήλωση του Black Lives Matter ή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας».
Εν τω μεταξύ, οι φιλελεύθεροι που πανηγύρισαν την υποψηφιότητά της και ήταν έτοιμοι να σηματοδοτήσουν την «ιστορική πρωτιά» της, πιάστηκαν στα πράσα. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι οι προσδοκίες γύρω από τέτοιες πρωτιές και ο καθαγιασμός τους δέχθηκαν σοβαρό πλήγμα. Δεν υπάρχει τίποτα κακό στην ανάδειξη μιας θετικής αφήγησης για την ανεκτικότητα και την ποικιλομορφία, αλλά όποιος το επιχειρεί θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι η αφήγηση ταιριάζει γάντι στο υποκείμενο. Προς το παρόν, η πιο απρόβλεπτη κούρσα για τα Όσκαρ στην πρόσφατη μνήμη θα συνεχίσει να «υπάρχει ανάμεσα στις βεβαιότητες». Το μόνο για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι μετά το «σκάνδαλο» της Γκασκόν είναι ότι το ότι επειδή ένα άτομο είναι κάτι δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να είναι και κάτι άλλο. Και επίσης ότι, καλώς ή κακώς, κανείς δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως «ημερολόγιο».
Με στοιχεία από The Los Angeles Times