Η διαρκώς εντεινόμενη κρίση χρέους στις χώρες της Ευρωζώνης και ειδικά στις PIIGS (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία) φαίνεται να εξαναγκάζει τις ηγεσίες των χωρών της σκληρής ζώνης του ευρώ να σπάσουν ένα ταμπού: την επαναγορά χρέους μιας χώρας από τη δευτερογενή αγορά με χρήματα των υπολοίπων κρατών.
H επίθεση που δέχθηκαν τα κρατικά ομόλογα της Ιταλίας από τη περασμένη Παρασκευή 8 Ιουλίου οδηγεί, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, στην αποδοχή τουσχεδίου του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (Institute of International Finance, IIF), στό σύνολο ή μέρους αυτού, για την επαναγορά από την Ελλάδα κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά, άρα και με σημαντική έκπτωση (discount). Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια. Ήδη τον περασμένο Ιανουάριο ο πρώην Υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του, ότι διεξάγονται στην Ευρωζώνη σχετικές συζητήσεις. Κατά τη διάρκεια όμως του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 25/26 Μαρτίου η Γερμανία, η Ολλανδία και άλλες χώρες προέβαλαν ισχυρές αντιρρήσεις και το σχέδιο πάγωσε. Η κατάσταση όμως των τελευταίων ημερών αλλάζει τα δεδομένα.
Τι προβλέπει όμως αυτό το σχέδιο; Σύμφωνα με χθεσινό (12/7) αποκλειστικό ρεπορτάζ της γερμανικής έκδοσης των Financial Times, η ελληνική Κυβέρνηση, με χρήματα που θα της χορηγηθούν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοοικονομικής Στήριξης (EFSF), θα αγοράσει από τη δευτερογενή αγορά (Τράπεζες, Ασφαλιστικά Ταμεία, θεσμικούς επενδυτές) κρατικά ελληνικά ομόλογα με πολύ σημαντική έκπτωση (discount). Το εν λόγω άρθρο κάνει λόγο για discount της τάξεως του 50% με στόχο να μειωθεί ο λόγος του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ από το σημερινό 150% σε ποσοστό 120%. Αυτό σημαίνει μείωση κατά 70 δις ευρώ, άρα θα εξαγορασθούν ομόλογα ονομαστικής αξίας 140 δις ευρώ. Σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες από το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεις θα κατεβάσει το χρέος στο 100% του ΑΕΠ, ποσοστό, το οποίο σε συνδυασμό με χαμηλότερα από τα σημερινά επιτόκια δανεισμού και με λογικά ποσοστά ανάπτυξης της τάξεως του 2~4% θεωρείται χρηματοοικονομικά βιώσιμο.
Το μεγάλο, έως τώρα, εμπόδιο για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου ήταν, εκτός από τις αντιρρήσεις της Γερμανίας, της Ολλάνδίας και άλλων, η απόλυτη άρνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να το αποδεχθεί. Και είναι λογικό, καθώς αυτό το σχέδιο θα επιφέρει περαιτέρω μείωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας. Οι Οίκοι Αξιολόγησης (CRAs) έχουν ήδη δηλώσει ότι ένα τέτοιο σχέδιο θα οδηγήσει την Ελλάδα σε αξιολόγηση ‘selective default’. Μια τέτοια αξιολόγηση θα οδηγούσε σε αποκλεισμό τις ελληνικές Τράπεζες από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ, άρα και σε χρεωκοπία τους μέσα σε ώρες αν όχι ημέρες. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα μπορούσε να δημιουργήσει αντίστοιχα συνθήκες φαινομένου ‘ντόμινο’ και σε άλλες ευρωπαϊκές Τράπεζες με απρόβλεπτες, και κυρίως μη αναστρέψιμες, συνέπειες.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες, ύστερα από σχετική έρευνα, έκριναν ότι αυτό το εμπόδιο μπορεί να παρακαμφθεί με το να συνεχίσει η ΕΚΤ, ακόμη και μετά την αξιολόγηση ως ‘selective default’, να παρέχει πιστώσεις στις ελληνικές Τράπεζες για όσο διάστημα διατηρείται αυτή η αξιολόγηση. Σε μια σχετικά παρόμοια περίπτωση το 2003 η Ουρουγουάη παρέμεινε σ’ αυτή τη κατηγορία για 45 περίπου ημέρες πριν οι CRAs την επαναξιολογήσουν με ‘CCC’. Οι αντιρρήσεις λοιπόν της ΕΚΤ και τουJean-Claude Trichet θα παρακαμθούν με πολιτική απόφαση και η ΕΚΤ θα στηρίξει τις ελληνικές Τράπεζες μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος και του Emergency Liquidity Assistance (Έκτακτος Μηχανισμός Παροχής Βοήθειας), o οποίος θεσμικά υφίσταται και καλύπτει τυπικά την ΕΚΤ ώστε να μη παραβεί το Καταστατικό της.
Τι σημαίνει λοιπόν αυτό το σχέδιο για την Ελλάδα; Θεωρώ ότι τη δεδομένη στιγμή είναι η καλύτερη λύση για τη δραστική μείωση του ελληνικού χρέους σε επίπεδα βιώσιμα για την Οικονομία.
Η συγκεκριμένη όμως λύση έχει και τα μειονεκτήματά της, και είναι σοβαρά. Θα υποστούν σοβαρότατες ζημίες τα χαρτοφυλάκια των Τραπεζών, των Ασφαλιστικών Ταμείων και των λοιπών θεσμικών επενδυτών, καθώς είναι ευνόητο ότι για να έχει επιτυχία αυτό το σχέδιο δεν αρκεί η εθελοντική πώληση με discount από τους προαναφερόμενους των ομολόγων που κατέχουν. Θα χρειασθεί και υποχρεωτική πώληση και θα αναγκαστούν να εγγράψουν πολύ μεγάλες ζημίες. Όσον αφορά τις Τράπεζες, η ΕΚΤ και η ΤτΕ θα βοηθήσουν όσο χρειασθεί στη ρευστότητά τους ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος για τις καταθέσεις και τις υπόλοιπες τους υποχρεώσεις. Σε δεύτερο χρόνο όμως είναι βέβαιο ότι θα χρειασθούν ενίσχυση των κεφαλαίων τους, με αποτέλεσμα τη συγχώνευση ή τη πώλησή τους σε ξένους επενδυτές. Αυτό είναι κάτι που θεωρώ πως η ελληνική Οικονομία μπορεί να το ξεπεράσει χωρίς ανυπέρβλητα προβλήματα. Εκεί που βρίσκεται το μεγάλο πρόβλημα είναι στα Ασφαλιστικά Ταμεία. Μεγάλο μέρος των κρατικών ομολόγων βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των Αποθεματικών των Ταμείων, τα οποία θα πληγούν δραματικά. Την επόμενη ημέρα θα μιλάμε για ένα άλλο συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα, συρρικνωμένο αρκετά σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα. Μια αναπτυσσόμενη όμως Οικονομία μπορεί να ξανα-αναπτύξει τα Ασφαλιστικά της Ταμεία. Μια υπερχρεωμένη, όμως και χωρίς ανάπτυξη Οικονομία μπορεί να τα βυθίσει.
Συμπερασματικά, εάν επιλεγεί η συγκεκριμένη λύση από τους ηγέτες της Ευρωζώνης, θεωρώ ότι μπορεί να δώσει μια πολύ σημαντική ανάσα στο μέτωπο του χρέους και το κυριότερο να απελευθερώσει κεφάλαια από την εξυπηρέτηση του χρέους προς τη πραγματική Οικονομία και την Ανάπτυξη. Η προσωρινή αξιολόγηση ως ‘selective default’ θεωρώ ότι θα είναι διαχειρίσιμη, τόσο διότι η ΕΚΤ μέσω της ΤτΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν πιστώσεις στις ελληνικές Τράπεζες, τόσο και διότι το διάστημα που θα διαρκέσει η εν λόγω αξιολόγηση θα είναι σχετικά μικρό, δυο έως τρεις μήνες. Η διάσωση των πληγέντων Ασφαλιστικών Ταμείων όμως πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο πολύ σοβαρής μελέτης και να ζητηθεί με κάποιο τρόπο και η αρωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ερχόμενη Παρασκευή, σύμφωνα με πληροφορίες, θα διεξαχθεί έκτακτο Συμβούλιο των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου και αναμένεται να ληφθούν οι βασικές αποφάσεις με τις λεπτομέρειες να διευκρινίζονται μέχρι τα μέσα του Αυγούστου.
Οι μεγάλες αποφάσεις λοιπόν για την Ελλάδα και τη δημοσιονομική της κρίση πλησιάζουν και θεωρώ ότι θα δημιουργήσουν και συνθήκες ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων
σχόλια