Video Nasties: A Sick Story #10
Cannibal Holocaust του Ruggero Deodato, 1979, Ιταλία, 95’
Ήρθε η ώρα να κλείσει αυτό το αφιέρωμα. Βλέπω πολλούς από εσάς να πανηγυρίζετε αλλά εγώ το απόλαυσα πραγματικά. Και αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι θα σταματήσω να γράφω σκόρπια για Video Nasties ανάμεσα στα άρθρα μου (όταν δεν αναλαμβάνω ένα θεματικό αφιέρωμα, πάντα). Και καλύτερο τρόπο από την εν λόγω ταινία ως τελεία στην παράγραφο του αφιερώματος δε βρίσκω.
2006: ανακαλύπτω, υπό την καθοδήγηση του, μεγαλύτερου ηλικιακά, Περικλή, μπάντες και ταινίες. Κάπου φτάνει η συζήτησή μας στους Cannibal Corpse και πόσο άρρωστα είναι τα videoclip τους. Την απάντηση την είχε έτοιμη: «Ναι ε? Που να δεις των Necrophagia, αυτά τους πατάνε κάτω». Και μου πρόβαλλε, ανάμεσα σε άλλα (ω Θεέ μου, αυτό το Bloodfreak…), το clip ενός τραγουδιού που λεγόταν Cannibal Holocaust, για να μου τονίσει μετά ότι χρησιμοποιεί πλάνα από την ομώνυμη ταινία. Είχε δίκιο. Τους πάταγαν κάτω.
Μετά από 1 χρόνο η ταινία βρέθηκε, και κανονίστηκε προβολή στο σπίτι του κολλητού μου. Ήμασταν 4 άτομα παρέα και ήταν η εποχή που ανακαλύπταμε τον splatter κινηματογράφο (χρειάζεται να πω ότι εγώ ευθύνομαι γι’ αυτό?). Κανένας μας, όμως, δεν μπόρεσε να μη λυγίσει από αυτό που έβλεπε, αν και είχαμε δει στο παρελθόν πληθώρα σωθικών να αιωρούνται μακριά από το οικείο τους σώμα. Αυτό ήταν πρωτόγνωρο, δε γινόταν να το απολαύσουμε όπως μια οποιαδήποτε παρόμοια ταινία. Αν και γελάγαμε νευρικά μια στο τόσο, ξέραμε ότι αισθανόμασταν πρωτοφανή δυσφορία. Και δεν την έχω ξαναδεί από τότε.
Η υπόθεσή της περιστρέφεται γύρω από ένα κινηματογραφικό συνεργείο που χάθηκε στα δάση του Αμαζονίου ενώ γύρναγε ένα ντοκιμαντέρ. Ένας Αμερικάνος καθηγητής κανονίζει να πάει στον Αμαζόνιο προς αναζήτησή τους. Εκεί έρχεται σε επαφή με τις φυλές των ιθαγενών κατοίκων και, τελικά, δέχεται τη φιλοξενία των Yanomamo, αφού πρώτα εξασφαλίσει την αποδοχή τους μέσα από διάφορα τελετουργικά. Κατά τη διαμονή του, όμως, ανακαλύπτει κάποια ανθρώπινα απομεινάρια και κάμποσες μπομπίνες φιλμ. Αδιαμφισβήτητα, πρόκειται για τη χαμένη ομάδα και το μόχθο της. Ο καθηγητής τα παίρνει πίσω στην Αμερική και παρακολουθεί τα καταγεγραμμένα τεκταινόμενα, μόνο για να ανακαλύψει άπειρα καρέ κτηνωδίας.
Και ιδού η έκπληξη και, μάλιστα, αυτό που μας σόκαρε τότε. Περιμέναμε να δούμε βάρβαρους ιθαγενείς να ξεκοιλιάζουν, άνευ λόγου, λευκούς εξερευνητές. Όταν είδαμε το τι είχε προηγηθεί και οδήγησε στη σφαγή αυτών των λευκών «εξερευνητών», μείναμε με μια παιδιάστικη απορία: «Πως μπορεί να τα έκαναν όλα αυτά οι, κατά τα’ άλλα, πολιτισμένοι?». Όλο το φιλμ απαρτιζόταν από σκηνές κακοποίησης των ιθαγενών προς όφελος ενός στημένου ντοκιμαντέρ, πλήρους ψεμάτων και βίας. Όλη αυτή η κακομεταχείριση, φυσικά, είχε ως αποτέλεσμα την εξέγερση των ιθαγενών και τη μαζική δολοφονία της ομάδας, τα πλάνα που απαρτίζουν, δηλαδή, την τελευταία σεκάνς της ταινίας.
Το περιεχόμενο του φιλμ ήταν τόσο αληθοφανές που, ακόμα και το 2007, δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι πρόκειται για μια καλογυρισμένη ταινία. Κάθε λογής φρίκη παραμόνευε στο, εγκιβωτισμένο μέσα στη ροή της ταινίας, ντοκιμαντέρ: σεξουαλική κακοποίηση, σφαγή ζώων, βασανισμός ανθρώπων και σκοτωμοί. Με αίμα. Πολύ αίμα. Η, άνευ λόγου, σφαγή μιας υδρόβιας χελώνας π.χ., και η διεξοδική απεικόνιση όλης της διαδικασίας, προκαλεί, χωρίς ιδιαίτερο κόπο, αναγούλες και μίσος για τους αναίσθητους χασάπηδές της. Τους υπεύθυνους που, υποτιθέμενα, είναι πολιτισμένοι και πράοι άνθρωποι. Αν και ο Deodatto τόνισε πως οποιαδήποτε ερμηνεία είναι άστοχη, καθώς ήθελε μόνο να γυρίσει μια ταινία με κανιβάλους, η παραβολή της πτώσης της δυτικής κουλτούρας είναι εμφανής. Δυτικοί άνθρωποι προξενούν κακό στους «άγριους και αδυσώπητους» ιθαγενείς, καίνε τα χωριά τους και βιάζουν τις γυναίκες τους. Αυτή η «σταυροφορία» είχε κάποιο σπουδαίο λόγο? Την εκδίκηση? Την επανάκτηση κάποιου κλεμμένου αγαθού? Το πετρέλαιο ρε αδερφέ? Μπα. Ένα ντοκιμαντέρ ήταν ο λόγος. ΕΝΑ-ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ. ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΣΤΗΜΕΝΟ! Αν αυτό δεν δείχνει ηθικό εκμηδενισμό (όχι με τη De Sade-ική σκοπιά, που αποσκοπεί στη καταβαράθρωση της υποκρισίας έναντι στην ανθρώπινη φύση), δεν θέλω να ξέρω τι τον δείχνει.
Επιπλέον, όσοι θα βιαστούν να χαρακτηρίσουν μέσα στο κεφάλι τους εμένα και τους φίλους μου χάπατα που δεν καταλάβαμε ότι πρόκειται περί ταινίας, στοπ, παύση: δε λέω ότι δεν είμαστε, τουναντίον, απλά μετά την προβολή δεν είχαμε ίντερνετ άμεσα διαθέσιμο για να ψάξουμε περαιτέρω πληροφορίες. Και αυτό, τελικά, προς όφελός μας λειτούργησε. Αν ξέραμε ότι είναι απλά μια ταινία η φρίκη θα περιοριζόταν μόνο στην αιματοχυσία καθαυτή. Αλλά πιστεύοντας ότι είναι αληθινό πάθαμε την πλάκα μας. Κάτι σαν το Blair Witch Project πριν το Blair Witch Project. Δεν έχει την ολοφάνερη πλαστότητα του Snuff, είναι πέρα για πέρα αληθοφανές και πειστικό, άρα επικίνδυνο. Μάλιστα ο ίδιος ο Deodato μπήκε φυλακή κατηγορούμενος για την κινηματογράφιση και προβολή ενός snuff film. Είχε μάλιστα επιστρατεύσει και ένα William Castle-ικό τρικ: είχε υπογράψει συμβόλαιο με τους πρωταγωνιστές ώστε να μην εμφανιστούν δημόσια, ούτε να κάνουν αισθητή την παρουσία τους για ένα χρόνο μετά το γύρισμα της ταινίας. Αυτό λέγεται φαντασία, κύριοι.
Όσοι επιχειρήσετε να το δείτε (λίγοι, πιστεύω), θα ανταμειφθείτε ανάλογα με την κράση σας. Αν αντέξετε μέχρι τέλους και αφεθείτε στην ταινία, θα σας δώσει εμπειρίες, έστω και αν αυτά είναι ανατριχίλες και εφιάλτες. Αφήστε τη μουσική του μάστορα Riz Ortolani με τους μελαγχολικούς, πένθιμους τόνους, να σας ταξιδέψει στα δάση του Αμαζονίου, εκεί που ο κίνδυνος πηγάζει περισσότερο εκ των έσω παρά από τα επικίνδυνα εδάφη.
Καλή Χρονιά και Καλή Υπομονή. Κρατήστε τους εαυτούς σας ακέραιους και αλώβητους.
σχόλια