Οι πιο πολλοί από τους πολίτες, οι συντριπτικά περισσότεροι, δεν έχουν καταλάβει ότι είτε έτσι είτε αλλιώς το παιχνίδι έχει οριστικά χαθεί.
Η δήθεν κρίσιμη και ιστορική επιλογή της κάθε μιας από τις κωμικοτραγικές αυτές φιγούρες, που θα μαζευτούν απόψε σε αυτήν την ανεκδιήγητη συντροφιά, που κατ' ευφημισμό αποκαλείται βουλή των Ελλήνων, έχει πλέον ελάχιστη έως μηδενική σημασία. Η χώρα βρίσκεται ήδη σε βαθιά και μη αναστρέψιμη κρίση. Τα χειρότερα είναι μπροστά μας και πολύ κοντά. Και η βία μας γνέφει ψυχρά από την γωνία και μας κλείνει με νόημα το μάτι.
Εξ ορισμού, ένα δίλημμα, -από αυτά που συνηθίζουμε να αποκαλούμε τραγικά-, δεν είναι ποτέ η δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Απεικονίζει, αντίθετα, την απελπισμένη αμφιθυμία και την βασανιστική ταλάντωση ανάμεσα στην ήρεμη αποδοχή μιας συμφοράς από την μια και στην άβουλη παράδοση στον όλεθρο και την καταστροφή από την άλλη. Ένα δίλημμα αυτού του είδους δεν είναι παρά η τελετουργική επισφράγιση ενός δράματος που έχει ήδη συντελεσθεί από καιρό, οριστικά και ανεπανόρθωτα.
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα δεν υπήρξε αποτέλεσμα φυσικής καταστροφής. Από αυτές που δεν μπορεί κανείς να προβλέψει και να αποφύγει. Ήρθε ως αναπότρεπτη κατάληξη εγκληματικών λαθών, δόλιων πράξεων και ηθελημένων παραλείψεων. Ακόμη και έτσι, όμως, θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί. Με την συνειδητοποίηση της κατάστασης και την υπεύθυνη, ψύχραιμη και αγόγγυστη ανάληψη της ευθύνης και του κόστους, που αναλογούσε στον κάθε ένα από τους συντελεστές του δράματος. Ο τρόπος λέγεται δικαιοσύνη.
Αντί αυτού η ελληνική κοινωνία αρνήθηκε να καταβάλλει το ελάχιστο και εκχώρησε με ελαφρότητα στον εαυτό της το ευεργέτημα της απέραντης επιείκειας. Αναζήτησε την καθολική παραγραφή και την συνολική της αμνήστευση. Τώρα, περιδεής και πανικόβλητη, καλείται να βαδίσει συρόμενη μέσα στο σκοτεινό αδιέξοδο και να πληρώσει το μέγιστο.
Δύο χρόνια τώρα, παλεύουμε με τα είδωλα του παραμορφωτικού καθρέπτη της εικονικής μας πραγματικότητας. Κατασκευάσαμε πρόχειρα μια, δύο, τρεις, χιλιάδες μικρές, φανταστικές ιστορίες ψεύτικης αθωότητας. Κάθε ένας κατά την βολή του. Και μετά τις ανταλλάξαμε ικανοποιημένοι μεταξύ μας. Όλοι. Από τον αμίλητο, γελοίο πρώην πρωθυπουργό, αυτήν την φτηνή καρικατούρα της δήθεν αινιγματικής σιωπής, που δανείστηκε 150 δις στο διάστημα της σύντομης θητείας του, για να γλυτώσει, λέει, από το κυνήγι των ξένων πρακτόρων και των προαιώνιων εχθρών του ελληνισμού. Μέχρι τον χαμηλόβαθμο δημόσιο υπάλληλο, που δεν το ήθελε, αλλά ήταν εκεί για να εξυπηρετήσει μια ανάγκη του ψωμιού του. Και τον μικροεπαγγελματία που δεν απέδιδε τον ΦΠΑ, για να μπορεί να επιβιώνει τίμια από την αρπακτικότητα του κράτους.
Τους πραγματικούς ενόχους, επειδή έπρεπε οπωσδήποτε να υπάρχουν κι αυτοί, τους αναζητήσαμε και τους βρήκαμε μακριά, έξω από τα σύνορα μας. Γερμανοί, αμερικάνοι, σκοτεινοί και φανεροί τοκογλύφοι, αρπακτικά συμφέροντα, μυστικές λέσχες παράφρονων μεγιστάνων. Μπήκαμε ακόμη και στον χώρο των ιδεών. Ανακαλύψαμε πρωτότυπες ηθικές αξίες, που λείπουν από τον κόσμο αυτών που δεν είχαν την ευκαιρία να μετάσχουν της δικής μας παιδείας. Ορίσαμε μια καινούργια έννοια για την αλληλεγγύη. Και προτείναμε στους σαστισμένους εταίρους μας νέους, περισσότερο δίκαιους, τρόπους για την αναδιανομή των πλεονασμάτων τους. Αν δεν πείσαμε τους άλλους έχει μικρή σημασία. Το σπουδαίο είναι ότι πεισθήκαμε οι ίδιοι.
Τελικά και όπως ήταν αναμενόμενο η πραγματικότητα δεν μας έκανε την χάρη. Και σαρωθήκαμε. Τώρα πρέπει να πληρώσουμε. Το πόσο αναλογεί στον καθένα δεν υπολογίσθηκε ούτε μεθοδικά ούτε ακριβοδίκαια. Γι' αυτό και η βία θα έρθει. Και θα την ασκήσουν όλοι. Κάθε ένας που θα μπαίνει στην μάχη θα κρατάει στο χέρι την μικρή, προσωπική, αθωωτική του ετυμηγορία. Μπροστάρηδες θα είναι οι πιο θρασείς από αυτούς τους πολιτικούς που ψηφίσαμε και τιμήσαμε. Οι μισοί θα παραταχθούν με τους από εδώ. Και οι άλλοι μισοί με τους από εκεί. Ανάλογα με την ζαριά που θα ρίξει σήμερα στην βουλή ο καθένας. Ούτως ή άλλως, τόσα χρόνια, με ζαριές πορευτήκαμε. Δεν μπορεί παρά με αυτές να τελειώσουμε.
Λευκός, αφόρητος θόρυβος και απόλυτη σύγχυση.
σχόλια