ΛΙΓΟ ΑΠΟ ΣΥΝΗΘΕΙΑ, λίγο από βίτσιο, λίγο από αϋπνία, έκατσα για άλλη μια φορά –θα ήθελα να δηλώσω ότι αυτή ήταν και η τελευταία, αλλά ας μη λέμε μεγάλες κουβέντες– να χαζέψω ζωντανά (σε «πεθαμένη» ώρα) την απονομή των βραβείων Όσκαρ, έχοντας ενθαρρυνθεί από τη διάρκεια της περσινής τελετής, που είχε ξεκινήσει νωρίς σχετικά και ήταν η πιο σύντομη όλων των εποχών.
Φέτος όμως, το ετήσιο «πανηγύρι λάμψης και ματαιοδοξίας» (ούτε αυτό δεν είναι πια) έμοιαζε να σέρνεται διεκπεραιωτικά, αργά και βασανιστικά, δοκιμάζοντας τις αντοχές των θεατών από μέρη σαν τα δικά μας με μεγάλη διαφορά ώρας από το Λος Άντζελες, που είχαν μείνει ξάγρυπνοι για να παρακολουθήσουν την 97η τελετή των Όσκαρ (τουλάχιστον φέτος, η επόμενη έπεφτε αργία).
«Αν ακόμα απολαμβάνετε το σόου, τότε πάσχετε από κάτι που λέγεται Σύνδρομο της Στοκχόλμης», είπε λίγο αργότερα ο παρουσιαστής, απευθυνόμενος σε μας, τους ηρωικούς τηλεθεατές μιας εκδήλωσης και ενός θεσμού που σε τρία χρόνια θα κλείσει τα εκατό.
Κάποια στιγμή, και ενώ η διαδικασία είχε ήδη ξεπεράσει τις τρεις ώρες, ο παρουσιαστής Κόναν Ο’ Μπράιαν δήλωσε ότι την τελετή παρακολουθούν ένα δισεκατομμύριο θεατές ανά την υφήλιο. Λόγω και της προχωρημένης (στην Ελλάδα) ώρας, μου ήρθε στο μυαλό η εικόνα εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλον τον πλανήτη να γλαρώνουν την ίδια ώρα μπροστά από τις συσκευές τους ή να μην βρίσκονται καν στο δωμάτιο την ώρα που εκείνες είναι συντονισμένες στην τελετή.

«Αν ακόμα απολαμβάνετε το σόου, τότε πάσχετε από κάτι που λέγεται Σύνδρομο της Στοκχόλμης», είπε λίγο αργότερα ο παρουσιαστής, απευθυνόμενος σε μας, τους ηρωικούς τηλεθεατές μιας εκδήλωσης και ενός θεσμού που σε τρία χρόνια θα κλείσει τα εκατό. Έκανε χιούμορ, αλλά δεν είχε κι άδικο. Κανείς δεν μας έφταιγε που καθόμαστε σαν υπνωτισμένοι ή σαν όμηροι να παρακολουθούμε ένα σόου τόσο βαρετό που σε έκανε να νοσταλγείς εκείνο το αξέχαστο «μπουκέτο» που είχε ρίξει πάνω στη σούρα του ο Γουίλ Σμιθ στον παρουσιαστή Κρις Ροκ, και ένιωθες συγκλονιστικά προνομιούχος που είχες την τύχη να το δεις σε ζωντανή μετάδοση.
Ο θριαμβευτής της προχθεσινής βραδιάς, ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός και μοντέρ του Anora Σον Μπέικερ, ο οποίος κέρδισε από ένα Όσκαρ μόνο για την πάρτη του για καθεμιά από τις παραπάνω ιδιότητές του, έκανε λόγο για την σημασία του ανεξάρτητου κινηματόγραφου αλλά και για την «μοναδική κοινοτική εμπειρία της αίθουσας που απλά δεν μπορεί να έχει κανείς στο σπίτι».
Πιο πριν, σ’ ένα κλιπ που είχε φτιαχτεί για την τελετή, ο Κόναν Ο’ Μπράιαν εμφανιζόταν να προωθεί στη νεολαία… τη νέα τάση στο streaming, μια υπηρεσία που λέγεται «CinemaStreams», και αποτελείται από ένα ολόκληρο κτίριο όπου η οθόνη είναι τεράστια και το streaming το κάνουν άλλοι για λογαριασμό του θεατή. Ένας παραδοσιακός κινηματογράφος δηλαδή.
Το πιο άκυρο και ξεκούδουνο κομμάτι ίσως της όλης σεμνής (μέχρι κατατονίας) και δειλής τελετής (ελάχιστες έως καθόλου πολιτικές αιχμές ακούστηκαν χθες) ήταν ένα μουσικοχορευτικό αφιέρωμα στις ταινίες Τζέιμς Μποντ, παρά το γεγονός ότι οι διαχειριστές του μυθικού franchise προέβησαν πρόσφατα σε μια εντελώς «αντι-κινηματογραφική» κίνηση, παραχωρώντας τον έλεγχο της οικογενειακής επιχείρησης στις υπηρεσίες streaming της Amazon.
Αντιθέτως, κανένα αφιέρωμα δεν έγινε στη μνήμη του πρόσφατα χαμένου Ντέιβιντ Λιντς, παρότι αλλιώς μας είχε προδιαθέσει η κοινή εμφάνιση των Λόρα Ντερν και Ιζαμπέλα Ροσελίνι, η οποία ήταν ντυμένη με Μπλε Βελούδο. Μόνο στο «In Memoriam» σκέλος της χθεσινής τελετής –υπό τους υποβλητικούς, ειδικά στις πέντε το πρωί, ήχους του «Lacrimosa» από το ρέκβιεμ του Μότσαρτ– είδαμε το όνομά του ανάμεσα στους «απελθόντες» της προηγούμενης χρονιάς, εκεί που δεν χώρεσε καν να μπει ο Αλέν Ντελόν.