/ 1 //
Περπατάω στο κέντρο. Στρίβοντας απ’ τη Σόλωνος, παρατηρώ όλους αυτούς τους νομικάριους που περιμένουν στην ουρά για να πάρουν τα βιβλία της σχολής. Η ουρά των υποψηφίων υπερεπιτυχημένων κάνει ένα γάμα στο πεζοδρόμιο επί της οδού Ασκληπιού. Ανάμεσα στα εναλλακτικά ή κυριλέ παπούτσια, ανάμεσα σε σκόρπιες κουβέντες για σημειώσεις και νυχτερινές εξόδους, ξαπλώνει ένας άστεγος έξω απ’ το βιβλιοπωλείο. Αναρωτιέμαι αν οι αυριανοί δικηγόροι υποψιάζονται αυτό που υπαινίσσεται η συγκεκριμένη σκουρόχρωμη κουβέρτα.
Αναρωτιέμαι αν αντιλαμβάνονται ότι ο ρόλος που τους επιφυλλάσσεται, είναι να χειρίζονται τους νόμους και όχι να μελετούν ή να υπερασπίζονται το Νόμο. Αναρωτιέμαι αν αυτό το γάμα στο οποίο τους εξαναγκάζει τώρα το κορμί του άστεγου, θα προλάβει να τους ψιθυρίσει δύο τρία πράγματα για το ύφος της πραγματικότητας που δεν περιγράφεται στις 500 σελίδες ύλη του μαθήματος. Αναρωτιέμαι αν το χέρι που εξέχει με το ποτήρι, θα επηρεάσει έστω στο ελάχιστο τη δαπίτικη διάθεσή τους να αριστεύουν ερήμην της κοινωνίας.
Μετά απ’ αυτόν τον σύντομο εσωτερικό δεκάρικο, αναλογίστηκα τη ζωή μου σήμερα. Μικρές διαφορές απ’ τους εν αναμονή νομικάριους.
Παρακάτω, κούνησα ελαφρά το πόδι, μην πετύχει το ποτήρι του πιο κάτω ζητιάνου. Δεν πήρα χαρτομάντηλα, έχω πάρει τη μεγάλη συσκευασία. Φτηνά απ’ το σούπερ μάρκετ.
// 2 //
Μετά από χρόνια ξαναβρέθηκα με σκύλο στο σπίτι. Γύρισε πολύ γρήγορα όλη αυτή η διάθεση για ποδόσφαιρο εσωτερικού χώρου και ολιγόλεπτους εξυπνακίστικους διαλόγους με το ζωντανό. Κοιτώντας το, στο διάλειμμα απ’ το χτύπημα των πλήκτρων, έτσι όπως κουλουριάζεται δίπλα μου ή τεντώνεται εκεί που σκάει ο ήλιος, αναρωτιέμαι για λίγο, αν σκέφτεται και τί ακριβώς. Χαίρεται επειδή κουνάει την ουρά; Του αρέσουν οι ντρίπλες; Απολαμβάνει ένα γερό κυνηγητό στο σαλόνι; Εκνευρίζεται πραγματικά όταν του τραβάω την ουρά; Τί θα έλεγε, αν μπορούσε να πει, την ώρα που όλοι οι υπόλοιποι, εκτός απ’ αυτόν, καταβροχθίζουν τον ένα γύρο μετά τον άλλο; Τί κανάλι προτιμάει να του αφήνω ανοιχτό όταν φεύγω απ’ το σπίτι; Σιχαίνεται, όσο εγώ, την Μπήλιω Τσουκαλά; Αδιαφορεί για το αν σήμερα ο υπολογιστής παίζει κιθάρες ή μπουζούκια;
Κυρίως, συμμερίζεται την ελάχιστη τύψη μου όταν, κατά τη διάρκεια της βόλτας, τον τραβολογάω πέρα δώθε με το λουρί; Θα μπορούσε μες στην πολλή αγάπη του να μου γυρίσει μια μοβόρικη δαγκωνιά γεμάτη λύσσα, αν με έβλεπε για ένα δευτερόλεπτο σαν ιδιοκτήτη ή δεσμοφύλακα; Θα μου κουνούσε την ουρά επάνω στον καναπέ, αν ήξερε ότι κάπου υπάρχει ένα ατέλειωτο λιβάδι γεμάτο στάχυα, μυρωδιές και άπλα;
// 3 //
Υπάρχει μια σκηνή στο «American Beauty». H Annette Bening ανοίγει την ντουλάπα και βλέπει τα πουκάμισα, μπουφάν και λοιπά ρούχα του άντρα της. Μετά από όλους τους ανυπόφορους τσακωμούς, μετά από θλιβερές ασυνενοησίες και τεράστια χάσματα σε όλη την ταινία, έρχεται αντιμέτωπη με τα ρούχα του άντρα της. Ανοίγει τα χέρια, κάνει μια κίνηση, λες και τα αγκαλιάζει, και γονατίζει μέσα στη ντουλάπα. Πάντα μου άρεσε αυτή η σκηνή, ως ένας φόρος τιμής, στην αγάπη που ξαφνικά καταφέρνει και υπάρχει μέσα στο μακελειό. Έβλεπα όμως ταυτόχρονα σ’ αυτή και ένα υπερβολικό στιλιζάρισμα, μια πόζα ίσως εξωπραγματική. Ήταν μια χειρονομία καθαρά κινηματογραφική. Εξυπηρετούσε εμένα, τον θεατή, περισσότερο απ’ το συναίσθημα εκείνης της γυναίκας.
Τις προάλλες όμως, κάποια στιγμή το απόγευμα, άνοιξα για άσχετο λόγο τη ντουλάπα. Κοίταξα τις μπλούζες της και το χέρι μου πήγε ασυναίσθητα στο σημείο. Είχε ένα εξαιρετικό φως στο δωμάτιο και για κάποιο λόγο απόλυτη ησυχία. Ο σκύλος ξάπλωνε στην πολυθρόνα. Για ένα δευτερόλεπτο σκέφτηκα να βγάλω κάποια απ’ τα ρούχα της, να τα πετάξω στο κρεβάτι και να πέσω πάνω τους για ένα μισάωρο απογευματινό ύπνο. Αναρωτήθηκα αν ένα τέτοιο είδους στρώμα θα μπορούσε να ήταν κάτι λιγότερο από μαγικό και άραγε τί είδους όνειρα θα έβλεπα πάνω στις μπλούζες της.
Ίσως ότι θα ήταν καλοκαίρι και θα είχαμε μόλις ξυπνήσει κάτω από ένα αρμυρίκι. Δίπλα μας θα έβρεχε σταγόνες ενός άλλους κόσμου, ενός κόσμου που δεν έκανε γάμα στις ουρές, δεν έκανε ουρές, δεν κράταγε λουριά, δεν φόραγε λουριά και κολλαγε απ’ το αλάτι και το ούζο. Ακόμη μισοκοιμισμένος, θα ξεκίναγα σ’ αυτόν τον κόσμο, με το μαλλί της να χαιδεύει απαλά τον ώμο μου.
σχόλια