Από το the elf at bay
Δεν ζηλεύω τον ποιητή Βαλερύ και τις εξομολογήσεις του, αν και κατά καιρούς τα αμαρτήματα με έχουν παρασύρει σε αποσυνάγωγα σοκάκια. Αυτό που με σώζει είναι το όραμα που έχω για την Δημοκρατία, τους Θεσμούς και τους Νόμους. Η σεξουαλική συμπεριφορά επηρεάζει τα μάλα τις καθημερινές χειρονομίες, αν και από την πείρα μου το πάθος κάνει τον κύκλο του, βγάζοντας την γλώσσα στο ευγενές άθλημα της διαιώνισης του είδους, χρησιμοποιώντας την λέξη «αγάπη» για να καλυφθεί επιτυχώς η συνενοχή της ομορφιάς με το έγκλημα και την τρέλα, κατά Παπαγιώργη. Στην ελληνική δυστοπία, οι κοινοτοπίες δίνουν τροφή στο απαθές πόπολο που θεωρεί το χρήμα εισιτήριο για τον Παράδεισο, κοινωνική προαγωγή και δυνατότητα που καλύπτει τις όποιες ψυχικές ατασθαλίες, αν και ξεχνά ότι η μόρφωση με τον πακτωλό των μοβ ευρώ είναι λιγότερο αντιαισθητική και λίαν ερωτεύσιμη, όταν απαγγέλλεται Ρακίνας πίσω απ'τις λευκές κουρτίνες.
Επειδή ανήκω στην γενιά της απολίτικης αδιαφορίας, δεν εντυπωσιάζομαι από την απουσία ποιότητας και την παρουσία περίσσιου ένθεου πείσματος, για μια χώρα με διανοητική ανικανότητα προσαρμογής στα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης. Κάποιες φορές θυμάμαι τον Προκόπιο, ο οποίος αλά ελληνικός τύπος, συγκέντρωνε και κατέγραφε υλικό για την σύζυγο του Ιουστινιανού με το πρόσχημα της ευσέβειας, ξεπερνώντας σε υπερβολή τον ίδιο τον Ευάγριο που δεν μάσαγε τα λόγια του, ειδικά μετά την στάση του Νίκα. Διαβάζοντας την βυζαντινή γραμματεία παλιότερα, θυμάμαι την έκφραση «ότι μετέωρος αρθείη και αεροβατοίη»· λέξεις κι εκφράσεις που περιγράφουν τα σκιρτήματα του αυτοκράτορα όταν η Αυλή και οι αντιπαθητικοί παρακοιμώμενοι έκαναν οτιδήποτε, προκειμένου ο Ρωμαίος αντιπρόσωπος του θεού να γεύεται την μακάρια αθανασία, πλένοντας τα χέρια του με ροδόνερο, αδιαφορώντας για τον κατακερματισμένο όχλο.
Οι Έλληνες που φωνασκούν στα κανάλια, στους δρόμους και πίσω απ'τις πικετοφορίες του ΠΑΜΕ, δεν είναι αδικημένοι αλλά ακκίζονται με δανεική πορφύρα και προφορά Αττίλα, για τα γελοία επιδόματα που εξακολουθούν να πληρώνονται, το σταλινικό παρελθόν με μπόλικη σκόνη από δόντια Χρουστσόφ για ξεκάρφωμα και τον εργαζόμενο που παραμένει άθυρμα της εργοδοσίας. H έξη της θυματοποίησης δεν γνωρίζει σύνορα, πόσω μάλλον οριοθέτηση της γραφικότητας. Ο τρόμος του παθόντος εξάλλου, προδίδει με νωδή ασχημοσύνη, τον ατομικισμό και τον εγωισμό, την παράνοια των ακροαριστερών ινστρουχτόρων, το φουκαριάρικο παραδοσιακό συνεχές της ηπειρωτικής χώρας, με αποκορύφωμα τον ένοπλο αγώνα εναντίον της αστικής τάξης που φυγαδεύει εκατομμύρια στο εξωτερικό και ψωνίζει Gucci στα καλάθια της πλατείας Trafalgar, με μπροσταρόκριο τον Ιφικράτη Αμυρά και τα απομνημονεύματα του Céline για το sine qua non απόν σύνορο, με πολυπολιτισμική φρενίτιδα κι αντάρτικα χωρίς φθογγόσημα.
Πού καταλήγει το παραπάνω συνολάκι με τα συμπτωματικά φλας; Στην βλακεία σίγουρα. Στον φανατισμό και στην αποδόμηση του λόγου. Στην απαξία της ικανότητας. Το μότο «ίσα κι όμοια» παραμονεύει εν ονόματι της θολοαναρχοαυτόνομης ισότητας αν και ξεχνάμε ότι όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια. Η επιτετραμμένη φατρία της ενοχής έχει πετύχει να εκριζώσει την χαρά της ύπαρξης και να εμφυτεύσει την πεποίθηση ότι όποιος δουλεύει έχει την φωλιά του λερωμένη· αν όχι χεσμένη. Η πλειοψηφία του όχλου δεν ενδιαφέρεται για τις μεταρρυθμίσεις αλλά για την κονόμα, τις στομφώδεις κορόνες λενινιστικής φρικωδίας και την σιγουριά της ατιμωρησίας εν είδει πόζας. Δεν είναι ανέκδοτο ότι η πλαστογράφηση του δράματος μεταλλάσσεται σε τραγωδία για το κοινό που διψά για άρτο και θεάματα. Η απόγνωση εξάλλου χρησιμοποιεί λογοτεχνικά διαπιστευτήρια και τετριμμένα τσιτάτα αυτάρεσκης παλινωδίας για τα ιδρωμένα μέτωπα των αγωνιστών που μουτζώνουν την Βουλή, ψηφίζουν για εκδίκηση και βυσσοδομούν κατά της πολιτιστικής ωραιότητας επειδή γνωμοδοτούν με οργή και μένος. Υπεράνω όλων.
σχόλια