Νιώθεις παράξενα. Και από πού να αρχίσεις; Ξέρεις;
Είναι αυτό το σφίξιμο στο στομάχι, αυτός ο κόμπος, η υπόκωφη ανακατωσούρα, που δημιουργείται από ένα και μόνο άτομο. Ξέρεις ποιο. Από το ίδιο το άτομο, που σε κάνει να γελάς. Αυτό το άτομο που αγαπάς.
Αλλά η αγάπη δε πρέπει να είναι δύσκολη.
Δε πρέπει να ζορίζει, να πονάει, να πιέζει, να σε ανακατεύει. Να σε κάνει μπουρδέλο και να σε ρίχνει κάτω από τα πατώματα. Αυτά τα δέχομαι μόνο από έναν έρωτα στην αρχή.
Πιστεύω –δυστυχώς ή ευτυχώς- στο ότι είναι ισχυρότερο, να καταφέρεις να αγαπήσεις από το να αγαπηθείς.
Το να αγαπήσεις, να ρίξεις τα τείχη σου, να βάλεις κάποιον άλλον μέσα στη ψυχή σου. Να βάλεις για πρώτη φορά την ευτυχία κάπου άλλου, τη μέρα κάποιου άλλου, τη διάθεση κάποιου άλλου, πάνω από τη δική σου. Το πιο απλό. Να περάσεις ένα σκατοβράδυ, για να είναι «εκείνος» καλά. Ναι. Πες το ότι θες. Λάθος, κοινότυπο. Ακόμα και αντιφεμινιστικό.
Ένας «εκείνος» να σημαίνει πιο πολλά από ένα «εγώ».
Κοιτάω άτομα στο δρόμο, χαζεύω αγόρια να κοιτάνε κορίτσια, αγόρια να θέλουν τα κορίτσια και δε μπορώ να καταλάβω για τι ακριβώς τις θέλουν. Γιατί περνάς από άτομο σε άτομο, παίρνοντας ό,τι έχει ο άλλος να σου δώσει και με το καλησπέρα να πας στο επόμενο;
Μια φίλη μου, είπε ότι είσαι με κάποιον μέχρι να βρεις κάποιον καλύτερο. Πόσο άδικο έχει.
Είσαι με κάποιον γιατί βλέπεις κομμάτια σου πάνω του και ταυτόχρονα έχει όσα σου λείπουν και σε συμπληρώνει. Γιατί ξυπνάς με έναν άνθρωπο, που πάνω από όλα είναι φίλος σου, γιατί του λες τα πάντα. Είσαι με κάποιον, γιατί είναι αυτός. Γιατί λες ότι τον αγαπάς. Γιατί υπάρχει αυτό το φτερωτό πλάσμα, που όντως σου έριξε το βέλος και στραβώθηκες και πήγες και έπεσες επάνω του, ακόμα και αν γκρινιάζεις πως σου έχει φάει τη ζωή.
Αλλά παρόλα αυτά σου κάνει το στομάχι κόμπο. Γιατί πολύ απλά όταν βάζεις «εκείνον» πάνω από σένα, χάνεις εσένα. Βρίσκεσαι κρεμασμένη πάνω από ένα άτομο, ένα σπίτι, ένα δρόμο, ένα κινητό και μόλις αρχίζει να τρέμει το σκοινί σου, απλά αιωρείσαι και περιμένεις για τη πτώση. Γιατί πτώση θα υπάρξει.
Και τι σου μένει; Τι είναι –ή έστω τι πρέπει να είναι- η αγάπη; Η πίστη σε «εσάς». Να ξέρεις ότι θα πέσεις. Αλλά να πιστεύεις μέχρι και τη τελευταία στιγμή, ότι κάτι θα σε σώσει. Και εκεί που δε ξέρεις πώς να αρχίσεις, όλα να παίρνουν μορφή και νόημα.