Ένα χαμόγελο δίνει ελπίδα, στο συρμό από Πειραιά****

Ένα χαμόγελο δίνει ελπίδα, στο συρμό από Πειραιά**** Facebook Twitter
0

Λίγες μέρες πριν, συνοδεία μιας φίλης, πήρα το συρμό από Πειραιά με κατεύθυνση το κέντρο. Συγκεκριμένα κατεβαίναμε Ομόνοια για μία επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Η ώρα 9:30 το πρωί. Οι καφέδες ανά χείρας και απαραίτητο αξεσουάρ το γυαλιά ηλίου, όχι τόσο για τον ήλιο όσο για να μη πολυφαίνονται οι μαύροι κύκλοι. Λίγη ώρα πριν είχε ξεφορτώσει πλοίο από τα νησιά. Ανάκατοι όλοι, καθημερινοί περαστικοί, γνωστές φάτσες, καταστηματάρχες, εργαζόμενοι, μικροπωλητές, άστεγοι, τουρίστες αλλά και πρόσφυγες. Όλοι άνθρωποι καθ' όλα καθώς πρέπει βάσει των κοινωνικών κριτηρίων του νεοέλληνα.


Με τη φίλη μου με τα πολλά μπαίνουμε προτελευταίο βαγόνι για να βρούμε θέσεις. Καθόμαστε στη λεγόμενη γαλαρία, στο πίσω μέρος του βαγονιού με τις διατεταγμένες θέσεις σε σειρά, όπου στα δύο άκρα βρίσκονται αντικριστά από δύο ακόμα θέσεις. Μαζί μας τσούρμο οι πρόσφυγες. Μία μεγάλη ομάδα Σύριων προσφύγων, νεαρά άτομα, καλοντυμένα, χαμηλών τόνων, με πολλά μωρά μαζί. Ακούω λοιπόν το παραλήρημα των κολλημένων (αν)εγκέφαλων (;) εντός του βαγονιού για το ότι μας φορτώθηκαν και για το ότι η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη για το έθνος μας. Έχοντας ήδη ανάψει τα λαμπάκια μου - η ιδιοσυγκρασία μου δεν είναι και για πολλά τέτοιου είδους σχόλια - πάω να φέρω αντίλογο. Με προλαβαίνει ένας κύριος. Ο κύριος γύρω στα 60, καλοστεκούμενος και μετρημένος στη συμπεριφορά του όση ώρα καθόταν.


Οι διαφωνούντες διαφόρων ηλικιών εδώ, με πρωτοστάτριες μία κοπέλα περίπου στα 30 και μία κυρία τουλάχιστον 70 χρονών, οι οποίες άρχισαν να φωνασκούν εντόνως και να στολίζουν κανονικότατα τους ανθρώπους που, πρώτον, κοιτούσαν αποσβολωμένοι, γιατί δε γνώριζαν σαφώς την ελληνική και, δεύτερον, φρόντισαν να απομακρύνουν λιγάκι τα νήπια. Κοινά τα κύρια επιχειρήματά τους, όπου μετανάστες, λαθρομετανάστες και πρόσφυγες μπήκαν στο ίδιο τσουβάλι, στα οποία κατέληξαν σε συμπεράσματα με περίσσιο πάθος και περισπούδαστο ύφος: «Είναι ξένοι, δεν εμβολιάζονται!», «Να πάνε στη χώρα τους, μας βρωμίζουν το τόπο.», «Τι τους θέλουμε αυτούς εδώ, πώς να τους ταΐσουμε;», «Είναι βρώμικοι και άρρωστοι!», «Εμείς δεν έχουμε δουλειά σε αυτούς θα δώσουμε;». Με τα πολλά μπλέκουμε σε μια συζήτηση, που αμφιβάλλω αν η παθιασμένη γηραιά κυρία που πρωτοστάτησε, μεταξύ των νεαρών (!) κυριών που την υποστήριξαν, τελικά κατάλαβε το σαθρό των επιχειρημάτων της.


Φυσικά και υπάρχουν προβλήματα. Φυσικά και δεν είναι δυνατόν ο τόπος μας να αντέξει μια τέτοια κατάσταση χωρίς ουσιαστικό σχέδιο, χωρίς τις κατάλληλες συνθήκες και υποδομές και, σαφώς, θα πρέπει άμεσα να ληφθούν μέτρα – φυσικά δε μιλώ για προχειρότητες και υποσχέσεις επερχόμενων ρυθμίσεων αλλά για ουσιαστική εξομάλυνση της κατάστασης. Όμως μια κοινωνία που έχει στο πρόσφατο παρελθόν βιώσει τη μικρασιατική καταστροφή και το ξεριζωμό του ποντιακού πληθυσμού, την κατοχή, τη δικτατορία, τον εμφύλιο, την οικονομική κρίση, τα μνημόνια, πώς μπορεί να κλείνει τα μάτια στην ανθρώπινη παράμετρο αυτής της ανθρωπιστικής κρίσης; Πώς είναι δυνατό νεαρά κυρίως άτομα, με όλες τις πληροφορίες στα χέρια τους μέσα από ένα κλικ να αλλοιώνουν την πραγματικότητα και να μην κοιτούν με αντικειμενικά κριτήρια το πρόβλημα; Είναι ερωτήματα που όσο και αν το ψάχνω δυσκολεύομαι να απαντήσω.


Βέβαια, το πρόβλημα της παραπληροφόρησης και των αλλοιωμένων κριτηρίων δεν έχει ηλικία, επίπεδο μόρφωσης και κοινωνική θέση. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει, λόγου χάρη, ότι στερεοτυπικά οι νεότεροι θα έπρεπε να υποστηρίζουν τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές ενώ οι γηραιότεροι ως φορείς παλαιότερων αντιλήψεων – πεποιθήσεων να είναι ενάντιοι. Και όμως! Ο κύριος που αποτέλεσε σε αυτό το συμβάν τον βασικό πυλώνα λογικών επιχειρημάτων αντικειμενικότητας πλησίαζε περισσότερο την ηλικία της παθιασμένης κυρίας παρά των νεαρότερων ατόμων που συμμετείχαν στον διάλογο.


Στο τελικό επιχείρημα της φίλης μου σχετικά με την μικρασιατική καταστροφή και την αντιμετώπιση των προσφύγων από τους ελλαδίτες φαίνεται ότι άγγιξε κάποια ευαίσθητη χορδή. Η κυρία σώπασε και σηκώθηκε για να κατέβει τρεις στάσεις αργότερα. Φυσικά έκανε ότι δεν άκουσε, αφού πως θα μπορούσε να παραδεχτεί ότι έσφαλε... Την αγνοήσαμε. Ήμασταν όλοι αρκετά φορτισμένοι από το συμβάν. Απέναντι μας ήρθε μία κυρία με έναν πιτσιρίκο ο οποίος μας περιεργαζόταν όλο απορία. Λίγα δευτερόλεπτα και μερικά χαμόγελα μετά αρχίσαμε να παίζουμε με το Σύριο μπόμπιρα που κράταγε ένα κουτί καραμέλες. Ο μικρός δεν είχε καταλάβει λέξη από όσα ειπώθηκαν και αντιμετώπισε το γεγονός σαν ένα καθημερινό τσακωμό – ίσως του θυμίσαμε κανένα καβγά του από το σχολείο. Ο μικρός συνέχισε να γελά, να μας δείχνει τις καραμέλες και να παίζει μαζί μας κρυφτό στην αγκαλιά της μαμάς του. Το πιο γλυκό παιχνίδι από Πετράλωνα σε Ομόνοια. Τελικά παντού υπάρχει ελπίδα, ακόμα και μεταξύ σάπιων ιδεολογιών...

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ