Κάποιος μου 'λεγε κάποτε πως η υπερβολή ειναι «η γοητεία μα και η κατάρα μας». Δεν αντιλέγω. Πολλές φορές έχω απολαύσει και διασκεδάσει με τη... γοητευτική της πλευρά. Ακόμα περισσότερες έχω θυμώσει και στενοχωρηθεί με την... καταραμένη. Έρχεται, όμως, στιγμή που, όταν βάζεις τα δύο αυτά «μεγέθη» της στην ίδια ζυγαριά, διαπιστώνεις με πόνο καρδιάς ότι η καταραμένη πλευρά της υπερβολής μας βαραίνει πια απείρως περισσότερο από την άλλη, τη γοητευτική, όπως τη λέμε.
Είμαστε εξωστρεφής λαός. Καρδιά πέταλο ορθάνοιχτο. Φωνακλάδες. Εκδηλωτικοί μέχρι συγκινήσεως, αλλά και μέχρι αηδίας. Απροετοίμαστοι και απρογραμμάτιστοι - όσα έρθουν κι όσα πάνε. Αν υπάρχουν δύο τομείς της ζωής μας όπου όλες αυτές οι... θαυμαστές ιδιότητές μας αναδεικνύονται όσο πουθενά αλλού, αυτές είναι στο ποδόσφαιρο και στην πολιτική. Στα «γήπεδά» τους δεν αναστενάζει απλώς η Ελλάδα, όπως έλεγε κι ο φίλτατος Σαββόπουλος. Εξευτελίζεται άγρια. Πάρτε, για παράδειγμα, το πολυμελές ντιμπέιτ της περασμένης Δευτέρας (το κύριο ματς, δηλαδή) και πάρτε και το after-game, που ακολούθησε στα τηλεοπτικά κανάλια. Το παιχνίδι, αυτό καθ' εαυτό, όπως και τα ποδοσφαρικά, ηταν boring! Προβλέψιμο και χαμηλού επιπέδου. Απλώς, τηρήθηκαν κάποια προσχήματα, και οι παίκτες έμειναν σε ευπρεπή επίπεδα.
Στο after-game, σαν τη μαραθώνια «Αθλητική Κυριακή» ένα πράγμα, έπεσαν τα προσωπεία και δείξαμε τον πραγμαικό μας εαυτό. Όποιο κανάλι κι αν πετύχαινες στο ζάπινγκ, δεν υπήρχε περίπτωση (εκτός κι άν ησουν εξαιρετικά τυχερός και πετύχαινες τους ελάχιστους σεμνούς και ταπεινούς καλεσμένους) να μην πέσεις επάνω σε ακατάσχετο θόρυβο και χαμηλοτάτου επιπέδου αντιπαράθεση.
Συμπτωματικό, βεβαίως, δεν θα πρέπει να είναι ότι σε κάθε εστία θορύβου και πολιτικού τραμπουκισμού κρυβόταν ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του ΛΑΟΣ, με «σημαιοφόρους» τον τσιριχτό Γεωργιάδη και τον μονίμως επιθετικό Πλεύρη. Όπως ξέρουμε και από τη χαβούζα των γηπέδων, μπορεί οι περισσότεροι οπαδοί να είναι ήρεμοι και καλοί άνθρωποι και να πήγαν μόνο για να απολαύσουν ένα ωραίο παιχνίδι, αλλά αρκεί η παρεκτροπή δύο-τριών για να γίνει όλο το στάδιο μπάχαλο.
Υποστηρίζω φανατικά πως ώσπου να καθαρίσει η χαβούζα (το περιμένουμε όλοι πώς και πώς, αλλά δεν το βλέπουμε να 'ρχεται), οι νοήμονες, οι συνεπείς, οι χαμηλών τόνων κ.λπ. πρέπει να απέχουν από τέτοιες αρένες. Από τη στιγμή που οι διοργανωτές των αγώνων αδυνατούν να αποκλείσουν τους ταραξίες και τραμπούκους -στην τηλεόραση, μάλιστα, τους προσκαλούν με μανία, γιατί τους κάνουν «καλά νούμερα»- η παρουσία των πιο σοβαρών ανθρώπων, των πιο συνετών φιλάθλων, που γνωρίζουν μάλιστα ότι εκεί που θα πάνε, στο στούντιο ή στην εξέδρα, θα γίνει «της πουτάνας» είναι, αναμφισβήτητα, συνενοχή. Η εφημερίδα «Έθνος» αναδημοσίευσε αυτή την εβδομάδα απόσπασμα άρθρου του Γερμανού δημοσιογραφου Κάι Στρίτματερ στην εφημερίδα «Σουντόιτσε Τσάιτουνγκ» για τις εκλογές στην Ελλάδα. Περιγράφει μια χώρα «σε αδιέξοδο κύκλο και με ομιχλώδη προοπτική» και θέτει το καίριο ερώτημα «γιατί οι Ελληνες δεν εκλέγουν έναν νέο Ηρακλή, ο οποίος θα μπορέσει να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου;». Ο Στρίτματερ δίνει μόνος του την απάντηση, που ανακεφαλαιώνει όλα όσα, μπρεδεύοντας την πολιτική με το ποδόσφαιρο, ή και αντίστροφα, προσπαθήσαμε να πούμε σήμερα: «Διότι, απλά, είναι συνένοχοι. Διότι ένα μεγάλο τμήμα των πολιτών παίζει το παιχνίδι όσον καιρό το ίδιο επωφελείται». ΟΕΔ, δηλαδή «όπερ έδει δείξαι», όπως λέμε και στα μαθηματικά...
σχόλια